Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 02.02.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ (Τῆς ἑορτῆς) (Ἑβ 7, 7-17)
Τὸ ἔχομε πεῖ καὶ ἄλλοτε ὅτι, γιὰ τὰ ἀναγνώσματα τοῦ ἀποστόλου καὶ τοῦ εὐαγγελίου, ὑπάρχει ἡ σειρὰ τοῦ Κυριακοδρομίου, ποὺ καλύπτει ὅλες τὶς Κυριακὲς καὶ ἑβδομάδες τοῦ ἔτους, καὶ ἡ σειρὰ τοῦ Μηνολογίου ποὺ καλύπτει τὶς μεγάλες ἑορτές. Σήμερα ποὺ εἶναι Κυριακὴ, γίνεται καὶ ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου μας. Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ εἶναι μεγάλη καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ ἐπιλογὴ τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος δὲν εἶναι τῆς σειρᾶς τῶν Κυριακῶν, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ Μηνολόγιο, δηλαδὴ τῆς ἑορτῆς.

Ἡ ἀρχὴ ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα· «Χωρὶς πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται», ἁπλοϊκὰ σημαίνει πὼς δὲν ὑπάρχει ἀντίρρησι, καὶ ὅλοι ἀποδεχόμαστε, ὅτι τὸ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τὸ ἀνώτερο. Πράγματι ξέρομε ὅτι δὲν εὐλογεῖ ὁ διάκονος τὸν ἐπίσκοπο, ἀλλὰ ὁ ἐπίσκοπος, ὡς ἀνώτερος, εὐλογεῖ τὸν διάκονο, ποὺ ἔχει μικρότερο βαθμό στὴν κλίμακα τῆς ἱερωσύνης. Στὸν στρατὸ δὲν δίνει διαταγὴ ὁ λοχίας στὸν ταγματάρχη, ἀλλὰ διαταγὴ δίνει μόνον ὁ ἀνώτερος στὸν κατώτερο. Ἀλλὰ γιατὶ ὁ ἀπόστολος κάνει αὐτὴν τὴν ἀναφορά; Θὰ δοῦμε πῶς ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη μᾶς μεταφέρει στὴν Καινή, καὶ εἰδικὰ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὑπαπαντή τοῦ ὁποίου ἑορτάζομε σήμερα.

Ὅταν ὁ πατριάρχης Ἀβραὰμ ἐπέστρεφε νικητὴς ἀπὸ πόλεμο, κατὰ τὸν ὁποῖο ἀπελευθέρωσε τὸν ἀνεψιό του Λώτ, τὸν συνάντησε ὁ Μελχισεδὲκ καὶ τοῦ προσέφερε «ἄρτον καὶ οἶνον» καὶ συγχρόνως τὸν εὐλόγησε. Ἀνταποδίδοντας ὁ Ἀβραὰμ ξεχώρισε ἀπὸ τὰ λάφυρα τοῦ πολέμου τὸ ἕνα δέκατο καὶ τὸ προσέφερε στὸν Μελχισεδέκ. Ποιὸς εἶναι ὁ Μελχισεδέκ; Εἶναι σύγχρονος τοῦ Ἀβραὰμ ἀλλὰ βασιλεύς τῆς Σαλήμ, δηλαδὴ τῆς Ἰερουσαλήμ, καὶ ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου. Καὶ ὡς ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου εὐλόγησε τὸν Ἀβραάμ. Ὡς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ μπορεῖ νὰ εὐλογῆ, ἀλλὰ καὶ νὰ δέχεται τὴν δεκάτη, ποὺ εἶναι εἶδος προσφορᾶς ἱερῆς πρὸς τὸν Θεό. Ἀκόμα ἀναφέρεται ὅτι εἶναι ἀγενεαλόγητος. Καμμία πληροφορία δὲν ἔχομε γιὰ τὴν καταγωγή του καὶ δὲν ἀναφέρεται ἡ ἀρχή του, οὔτε ὅμως καὶ τὸ τέλος του. Ὅλα αὐτὰ ἔδωσαν τὴν ἀφορμὴ νὰ γράψη ὁ Δαβὶδ στὸν μεσσιανικὸ ἑκατοστὸ ἔνατο ψαλμὸ τὴν ὑπόσχεσι τοῦ Θεοῦ· «Σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ», ἀναφερόμενος στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Διότι, ὅπως γιὰ τὸν Μελχισεδὲκ δὲν ἀναφέρεται ἀρχὴ καὶ τέλος, ἔτσι καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἄναρχος καὶ ἀτελεύτητος. Ἀπὸ τὸν ψαλμωδὸ δανείζεται τὸν λόγο ὁ ἀπόστολος καὶ τὸν χρησιμοποιεῖ στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ποὺ ἀκούσαμε σήμερα.

Ἐπὶ πλέον σημειώνει ὁ ἀπόστολος ὅτι ὑπῆρχε στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ἱερωσύνη κατὰ τὴν τάξιν τοῦ Ἀαρὼν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ. Ἀλλὰ καὶ καὶ ὁ Λευῒ πλήρωσε τὴν δεκάτη στὸν Μελχισεδὲκ ὡς απόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ λέγει· «Ἂν ἡ λευϊτικὴ ἱερωσύνη ὁδηγοῦσε στὴν τελείωσι, τὶ χρειαζόταν ἡ κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἱερωσύνη»; Ἡ ἀπάντησις εἶναι ὅτι χρειάζεται ἡ ἱερωσύνη Μελχισεδὲκ γιὰ νὰ φανῆ ἡ ἀνωτερότητα τῆς ἀρχιερωσύνης τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Μελχισεδὲκ εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ. Μετατίθεται ἡ ἱερωσύνη ἀπὸ τὴν τάξι Ἀαρὼν μὲ τοὺς Λευΐτες στὴν τάξι Μελχισεδέκ. Τὸ σημειώνει χαρακτηριστικὰ ὁ ἀπόστολος, πὼς εἶναι φανερὸ πλέον, ὅτι ἐμφανίζεται ἄλλος ἱερεὺς κατὰ τὴν ὁμοιότητα τοῦ Μελχισεδέκ. Ὄχι ὅπως οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι, σύμφωνα μὲ τὸν φυσικὸ καὶ κατὰ ἄνθρωπο νόμο, πεθαίνουν, καὶ μὲ τὸν θάνατο διακόπτεται ἡ ἱερωσύνη, ἀλλὰ μὲ δύναμι ἀκατάλυτη ζωῆς. Καὶ τὸ βεβαιώνει ὁ λόγος ὅτι εἶναι ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα. Ἔτσι ὁδηγούμαστε πλέον στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἀρχιερεὺς αἰώνιος εἶναι μόνον ὁ Χριστός. Ἔχει ἱερωσύνη ἀκατάλυτη, ἀδιάκοπη, συνεχιζόμενη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Καὶ κατὰ ἄνθρωπον ὁ Χριστὸς δὲν προέρχεται ἀπὸ τοὺς Λευΐτες, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα, γιὰ τὴν ὁποία δὲν εἶπε τίποτε ὁ Μωϋσῆς περὶ ἱερωσύνης, καὶ ἀπὸ τὴν ὁποία κανένας ποτὲ δὲν προσέφερε τίποτε στὸ θυσιαστήριο. Ἡ ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ εἶναι νέα καὶ μοναδική, εἶναι κατὰ τὴν ὁμοιότητα τῆς ἱερωσύνης τοῦ Μελχισεδέκ. 

Τὴν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου ἑορτάζομε σήμερα, καὶ μᾶς θυμίζει ὁ ἀπόστολος ἕνα ἀξίωμά του, τὸ ἀρχιερατικό. Κατὰ ἄνθρωπο ἦταν νήπιο σαράντα ἡμερῶν ὅταν προσφέρθηκε στὸν ναό. Ὥστόσο Κύριο τὸν ὀνομάζομε, διότι εἶναι ὁ Θεός. Τώρα, στὴν ὑπαπαντή, εἶναι νήπιο, ἀλλ’ εἶναι ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός. Διέσωσε μάλιστα ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ λόγια τῆς προφήτιδος Ἄννας, ποὺ παραβρέθηκε στὸν ναὸ τὴν ὥρα τῆς ὑπαπαντῆς, καὶ ἀντικρύζοντας τὸν Ἰησοῦ στὰ χέρια τοῦ ἱερέως Συμεών, εἶπε· «Τοῦτο τὸ παιδίον τὸν κόσμον ἐδημιούργησε». Ἡ Ἄννα μὲ τὸ προφητικό της βλέμμα ἀντικρύζει νήπιο, ἀλλὰ βλέπει τὸν Δημιουργό. Ἀλλ’ ὡς ἄνθρωπος ὁ Κύριος πέρασε ὅλα τὰ στάδια τοῦ βίου. Γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Καί, ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής, μεγαλώνοντας «προέκοπτε σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ». Μόνον δὲ ὅταν ἦρθε στὴν κατάλληλη ἡλικία ξεκίνησε τὸ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο του, καὶ παρουσίασε καὶ ἄσκησε τὸ τριπλό του ἀξίωμα, τὸ ἀρχιερατικό, τὸ προφητικὸ καὶ τὸ βασιλικό. Τὰ ἀξιώματα αὐτὰ δὲν τὰ παίρνει ἀπὸ κανέναν, διότι τὰ ἔχει ὡς Θεός. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐξουσία του. Ὡς βασιλεύς ποιμαίνει, ὡς προφήτης διδάσκει καὶ ὡς ἀρχιερεύς ἁγιάζει τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν γίνεται ἀρχιερεύς, ἀλλὰ εἶναι πάντα. Δὲν χειροτονεῖται ἀπὸ κανέναν, ἀλλ’ εἶναι ἀρχιερεύς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ, χωρὶς ἀρχὴ καὶ χωρὶς τέλος. Ὁ νόμος ὥριζε τὴν  τάξι τῶν ἀρχιερέων, καὶ ὑπῆρχαν διατάξεις ποὺ καθόριζαν τὸ τελετουργικὸ τῆς λατρείας, τῶν θυσιῶν, τῶν προσευχῶν, καὶ ὅλο τὸ ἔργο τους. Καὶ ἔπρεπε νὰ προσφέρουν πρῶτα γιὰ τὶς δικές τους ἁμαρτίες καὶ μετὰ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Αὐτὸ δὲν ἴσχυε γιὰ τὸν Χριστό. Προσέφερε μία φορὰ τὸν ἑαυτό του, ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, πάνω στὸν Σταυρό. Ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ θυσίες, διότι ἦταν ἀρχιερεύς «ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος», ποὺ σήκωσε πάνω στὸν σταυρὸ τὰ κρίματα, τὰ ἀνομήματα, τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Θυσιάσθηκε γιὰ μᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἐμεῖς τὸν εἴχαμε ἀνάγκη καὶ γιὰ μᾶς ἦρθε.

Καὶ μετὰ τὴν θυσία τοῦ Κυρίου καταργοῦνται ὁριστικὰ ὅλες οἱ αἱματηρὲς θυσίες ποὺ προέβλεπε ὁ νόμος. Ἡ θυσία τοῦ Κυρίου εἶναι αὐτὴ ποὺ μένει εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ μᾶς ἁγιάζει ὅλους ὅσοι τὸν πιστεύομε καὶ τὸν ἀναγνωρίζομε ἀρχιερέα τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς ψυχῆς μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου