Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
31-03-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 
ή ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ (Μρ 2,1-12

Ὁ Ἰησοῦς μπῆκε στὴν Καπερναούμ, καὶ μαθεύθηκε ὅτι, εἶναι σὲ ἕνα σπίτι. Ἀμέσως μαζεύθηκαν τόσοι, ὥστε δὲν χωροῦσαν οὔτε πρὸς τὴν πόρτα, καὶ τοὺς δίδασκε. Καὶ ἕναν παραλυτικὸ τοῦ τὸν ἔφεραν τέσσερις, οἱ ὁποῖοι λόγω τοῦ πλήθους δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν προσεγγίσουν, γι’ αὐτὸ χάλασαν τὴν στέγη, ὅπου ἦταν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ κατέβασαν τὸ φορεῖο πάνω στὸ ὁποῖο ἦταν ὁ παραλυτικός. Εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστι τους καὶ λέγει στὸν παραλυτικό· «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Οἱ κάποιοι παρευρισκόμενοι γραμματεῖς διελογίσθησαν μέσα τους· Πῶς ἔτσι αὐτὸς βλασφημεῖ; Ποιὸς μπορεῖ νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες παρά μόνον ἕνας, ὁ Θεός; Ὁ Ἰησοῦς ἀντιλήφθηκε τοὺς διαλογισμούς τους καὶ εἶπε· Τί διαλογίζεσθε στὶς καρδιές σας; Τί εἶναι εὐκολώτερο νὰ εἰπωθῆ στὸν παραλυτικό, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες, ἢ σήκω, πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτα; Ὅμως γιὰ νὰ μάθετε ὅτι ἔχει ἐξουσία ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες πάνω στὴν γῆ, λέγει στὸν παραλυτικό· Σὲ σένα λέγω, στάσου ὄρθιος καὶ σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου. Καὶ ἀμέσως σηκώθηκε καὶ πῆρε τὸ κρεββάτι του, καὶ μπροστὰ σὲ ὅλους βγῆκε ἔξω, ὥστε ὅλοι ἔμειναν ἔκπληκτοι καὶ δόξαζαν τὸν Θεό, λέγοντας ὅτι οὐδέποτε ξαναείδαμε παρόμοια.
Κατὰ τὴν δεύτερη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν ἀκοῦμε γιὰ τὴν θαυμαστὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ. Τὸ θαῦμα εἶναι πολὺ σημαντικό, ἀλλὰ στὸν περίγυρο τοῦ θαύματος γίνεται μία ἀκόμα πιὸ σημαντικὴ ἀποκάλυψις. Πρόκειται γιὰ τὴν πνευματικὴ ἐξουσία τοῦ Ἰησοῦ πάνω στὴν ἁμαρτία, καὶ βεβαίως γιὰ τὴν θεία φύσι του. Ὁ Ἰησοῦς συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ. Ἡ ἐξουσία τῆς ἀφέσεως, ποὺ ἐπιδεικνύει ὁ Ἰησοῦς, εἶναι ἀποκλειστικὴ τοῦ Θεοῦ. Ἄρα ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεός. Ἀπὸ τὶς σκέψεις, τοὺς διαλογισμούς, τῶν παρισταμένων στὸ θαῦμα γραμματέων, γίνεται φανερό ὅτι, μόνον ὁ Θεὸς ἔχει ἐξουσία νὰ λύη ἁμαρτίες. Καὶ οἱ ἴδιοι διαλογισμοὶ τῶν γραμματέων ὠθοῦν τὸν Κύριο νὰ διαβεβαιώση ὅτι, αὐτός «ἐξουσίαν ἔχει ὡς υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας». Ἡ διαβεβαίωσις δὲν γίνεται μὲ λόγια, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα. Τοὺς εἶπε· Γιὰ νὰ δῆτε ὅτι ὁ «ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας», λέγει στὸν παραλυτικό· Ἀνορθώσου, σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου. Καὶ αὐτὸς ἀμέσως θεραπεύθηκε. Δὲν χρειάσθηκε χρόνος γιὰ ἀνάρρωσι. Ὅσοι ἔχετε ἐμπειρία καταγμάτων ἢ πολυήμερης κατακλίσεως, γνωρίζετε πόσο δύσκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ σταθῆ στὰ πόδια του, καὶ πόσος χρόνος χρειάζεται γιὰ πλήρη ἀνάρρωσι. Ἐδῶ στὸ θαῦμα πολυχρόνια παραλυσία θεραπεύεται αὐτοστιγμή, καὶ ὁ παραλυτικὸς σηκώνει καὶ τὸ κρεββάτι του, καὶ περπατάει. Αὐτὸ εἶναι ποὺ δημιουργεῖ καὶ τὴν κατάπληξι στὰ πλήθη. Δὲν ξαναείδανε προηγουμένως τέτοια πράγματα.
Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Κύριος ἔδωσε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν στὸν παραλυτικό, ἡ θεραπεία του θὰ ἐρχόταν εὔκολα. Τὸ δύσκολο, αὐτὸ ποὺ ξεπερνάει τὶς δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἡ λύσις τῶν ἁμαρτιῶν. Αὐτὸ τὸ ἔκανε ὁ Κύριος. Ἔδωσε τὴν συγχώρησι. Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς εἶναι τὸ δύσκολο. Ἀφοῦ αὐτὸ τὸ ἐπετέλεσε ἡ θεία ἐξουσία τοῦ Ἰησοῦ, ἡ θεραπεία τοῦ σώματος, ἡ θεραπεία τῆς παραλυσίας, ἦταν εὔκολη. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος λέγει· Τί εἶναι εὐκολώτερο νὰ πῶ στὸν παραλυτικό, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες, ἢ σήκω καὶ περπάτα; Μετὰ τὸ πρῶτο, ἔδωσε ἐντολὴ καὶ γιὰ τὸ δεύτερο, ποὺ τελικὰ ἄφησε ἔκπληκτους τοὺς πάντες. Ὁ παραλυτικὸς καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν βρῆκε, καὶ θεραπεία.
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι ἡ παραλυσία τοῦ σώματος εἶχε αἰτία τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία ὁδήγησε τὸν παραλυτικὸ στὸ κρεββάτι. Καὶ ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει ριζικὰ τὸν παραλυτικό. Ἐξουδετερώνει πρῶτα τὴν αἰτία, κτυπάει τὴν ρίζα τοῦ κακοῦ, θεραπεύει τὴν ψυχή ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ μετὰ ἔρχεται ἡ σωματικὴ θεραπεία.
Τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τότε τοὺς ἄφησε ὅλους ἔκπληκτους, ἀλλὰ καὶ σήμερα μᾶς κάνει ἐμᾶς νὰ θαυμάζωμε γιὰ τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου μας. Θαυμάζομε ὅμως καὶ γιὰ τὴν ἐπιλογὴ, ποὺ ἔκανε ἡ Ἐκκλησία μας, καὶ ὥρισε νὰ ἀκούγεται ἡ περικοπὴ αὐτὴ στὶς ἀρχὲς τοῦ κατανυκτικοῦ Τριῳδίου, ποὺ εἶναι καιρὸς συγχωρήσεως καὶ μετανοίας. Διότι ὅσοι εἴχαμε πιθανόν ἀπορίες, γιὰ τὸ ποιὸς καὶ πῶς μπορεῖ νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες, τὶς δικές μας ἁμαρτίες, τώρα ξέρομε. Μὲ τὸν λόγο του ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Χριστὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει, χωρὶς ἀμφιβολία, αὐτὴν τὴν ἐξουσία. Τὴν ἐπιβεβαίωσε μὲ τὴν θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ.
Καὶ αὐτὴν τὴν ἐξουσία τὴν ἐκχώρησε στοὺς μαθητές του, μετὰ τὴν ἀνάστασί του, ὅταν, σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις του, τοὺς εἶπε · «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται». Ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν μας εἶναι στὴν ἑξουσία τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ τὴν ἐκχώρησε στοὺς μαθητές του, γιὰ νὰ μποροῦν οἱ πιστοὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ  τόπων, νὰ ἀπαλλάσσωνται ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν τους. Κανονικοὶ κληρικοί, πνευματικοὶ πατέρες, ὑπάρχουν. Εἶναι οἱ μόνοι ἁρμόδιοι, καὶ ἐξουσιοδοτημένοι ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ, νὰ λύνουν ἁμαρτίες, καὶ νὰ παρέχουν τὴν ἄφεσι σὲ ὅποιον τὴν ζητάει. Ἡ συγχώρησις ἀπὸ τὸν Κύριο γίνεται εὔκολα. Τὸ δύσκολο εἶναι νὰ ζητήση ὁ ἄνθρωπος τὴν συγχώρησι καὶ νὰ φθάση στὸν πνευματικό. Ὅμως χρειάζεται νὰ ξεπεράσωμε τὰ ἐμπόδια καὶ νὰ ὁδηγηθοῦμε ἐκεῖ. Δεῖτε τὸν παραλυτικό. Οἱ τέσσερις ποὺ τὸν μετέφεραν, ὅταν εἶδαν ὅτι, λόγω τοῦ πλήθους δὲν μποροῦσαν νὰ προσεγγίσουν τὸν Ἰησοῦ, δὲν ἀπογοητεύθηκαν καὶ δὲν παράτησαν τὴν προσπάθεια. Ἐπέμεναν. Καὶ ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ ἀνοίξουν τὴν σκεπὴ τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου  ἦταν ὁ Ἰησοῦς, γιὰ τὸν βροῦν. Καὶ ὁ Κύριος χάριν τῆς πίστεως αὐτῶν θεράπευσε τὸν παραλυτικό. Διότι λέγει ὁ εὐαγγελιστής· «Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ὁ Ἰησοῦς ἐπεβράβευσε τὴν πίστι τῶν φίλων τοῦ παραλυτικοῦ, ποὺ ξεπέρασαν ὅλα τὰ ἐμπόδια καὶ τὸν ἔφθασαν, καὶ ἔτσι ἔγιναν μάρτυρες τοῦ θαύματος. Εἶδαν τὸν φίλο τους ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὴν παραλυσία.
Καιρὸς μετανοίας εἶναι τὸ Τριῴδιο. Θὰ ξεπεράσωμε κάθε ἐμπόδιο, κάθε δισταγμό καὶ ἀμφιβολία. Καὶ θὰ φθάσωμε στὸν Κύριο. Θὰ τοῦ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του, γιὰ ἄφεσι, γιὰ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας.
 

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013



ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
24-03-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Ἰω 1,44-52)
Θέλησε ὁ Ἰησοῦς νὰ βγῆ στὴν Γαλιλαία. Συνάντησε τὸν Φίλιππο καὶ τὸν κάλεσε λέγοντάς του· Ἀκολούθησέ με. Ὁ Φίλιππος καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδά, δηλαδὴ τὴν πατρίδα τοῦ Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. Μετὰ ὁ Φιλιππος συνάντησε τὸν Ναθαναὴλ καὶ τοῦ εἶπε· Βρήκαμε αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψε στὸν νόμο ὁ Μωυσῆς καὶ μίλησαν οἱ προφῆτες, τὸν Ἰησοῦ τὸν υἱὸ τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Τοῦ ἀπάντησε ὁ Ναθαναήλ· Μπορεῖ νὰ βγῆ κάτι καλὸ ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ; Τοῦ λέγει ὁ Φίλιππος· «Ἔρχου καὶ ἴδε». Ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὸν Ναθαναὴλ νὰ τὸν πλησιάζη καὶ εἶπε γι’ αὐτὸν· Νὰ ἕνας ἀληθινὸς καὶ ἄδολος Ἰσραηλίτης. Μὲ ἀπορία ὁ Ναθαναὴλ τὸν ρωτάει· Ἀπὸ ποῦ μὲ ξέρεις; Τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς· Σὲ εἶδα πρὶν σὲ φωνάξη ὁ Φίλιππος, ὅταν ἦσουν κάτω ἀπὸ τὴν συκιά. Καὶ ὁμολόγησε ὁ Ναθαναὴλ καὶ εἶπε· Δάσκαλε σὺ εἶσαι ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶσαι ὁ βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ. Γιὰ νὰ τοῦ ἀπαντήση ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύεις ἐπειδὴ σοῦ εἶπα, ὅτι σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴν συκιά; Πολὺ περισσότερα θὰ δῆς. Καὶ συμπλήρωσε· Ἀλήθεια σᾶς λέγω ὅτι ἀπὸ τώρα θὰ δεῖτε νὰ ἔχουν ἀνοίξει οἱ οὐρανοί, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νὰ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν στὸν υἱό τοῦ ἀνθρώπου.
Μὲ αὐτὸ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀναφέρεται δὲ στὴν πρόσκλησιτοῦ Φιλίππου καὶ τοῦ Ναθαναὴλ στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Τὸ προσκλητήριο γιὰ ὅλους τοὺς μαθητὲς ἦταν τὸ ἁπλό· «Ἀκολούθει μοι». Πρόσκλησις μὲ δύο μόνον λέξεις, ποὺ ὅμως εἶχαν φοβερὴ ἀπήχησι σὲ ὅσους ἀπευθυνόταν. Συγκλόνιζε τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τους, ἐπέφερε ριζικὴ ἀλλαγὴ στὴν στάσι τους ἔναντι τοῦ καλοῦντος, ἐγκατέλειπαν τὰ πάντα καὶ πλέον τὸν ἀκολουθοῦσαν γιὰ πάντα. Ἡ θριαμβευτικὴ κραυγὴ τοῦ Φιλίππου· «Ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ» ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ γνωστὸς Ἰησοῦς ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ, ὁ φερόμενος ὡς υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, εἶναι ὁ προφητευμένος, ὁ ἀναμενόμενος, ὁ Χριστὸς Μεσσίας. Ὁ Φίλιππος εἶναι σίγουρος καὶ βέβαιος, γι’ αὐτὸ καὶ τρέχει νὰ ἀναγγείλλη τὸ νέο στὸν φίλο του τὸν Ναθαναήλ. Ἀπὸ τὴν λέξι «εὑρήκαμεν» συμπεραίνομε ἀβίαστα ὅτι καὶ ὁ Ναθαναὴλ ἦταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ περίμεναν τὸν Μεσσία. Καὶ ὄχι ἁπλῶς περίμεναν, ἀλλὰ μελετοῦσαν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὸν Μωϋσῆ καὶ τοῦς προφῆτες, γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ διακρίνουν καὶ νὰ ἀναγνωρίσουν τὸν Μεσσία. Καὶ ἀκόμα ἦταν καὶ οἱ δύο ἀπὸ τὴν πατρίδα τοῦ Πέτρου καὶ Ἀνδέου. Εἶχαν σχηματίσει μία ὁμάδα πιστῶν ποὺ μελετοῦσε τὸν νόμο καὶ τοὺς προφῆτες. Ἀπὸ αὐτοὺς κάλεσε ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητές του. Ὑπῆρχε ἡ πρόθεσις καὶ ὅταν ἄκουγαν τὴν πρόσκλησι ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν ἀποδέχονταν ἀμέσως. Σίγουροι καὶ βέβαιοι ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ ἐπαληθεύονταν οἱ προφητεῖες.
Αὐτὸ θὰ τὸ πῆ ὁ Ναθαναήλ. Ὁ ὁποῖος ἐξέφρασε στὴν ἀρχὴ ἕνα δισταγμό, γιὰ τὸ πόσο εἶναι δυνατὸ νὰ βγῆ κάτι καλὸ ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Διότι στὰ χρόνια τους οἱ προερχόμενοι ἀπὸ τὴν Ναζαρὲτ εἶχαν κακὴ φήμη. Ὁ Φίλιππος ὅμως εἶναι ἀφοπλιστικός. Καλεῖ τὸν Ναθαναὴλ νὰ ἔρθη καὶ νὰ δῆ μόνος του. Τὸ «ἔρχου καὶ ἴδε» εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ἀλήθειας. Ὁ Φίλιππος δὲν προσπάθησε νὰ πείση μὲ ἐπιχειρήματα τὸν φίλο του. Τὸν προσκαλεῖ καὶ τὸν προκαλεῖ νὰ βεβαιωθῆ μόνος του. Δὲν θὰ χρειασθῆ παρὰ ἕνας λόγος τοῦ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ ὁμολογήση ὁ Ναθαναὴλ τὴν μεγάλη ἀλήθεια γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, καὶ νὰ πῆ· «Ῥαββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ». Βεβαιώθηκε μόνος του, ἀπὸ ὅσα ἄκουσε νὰ τοῦ λέγη ὁ Ἱησοῦς.
Αὐτὴν τὴν προσωπικὴ συνάντησι καὶ ἐμπειρικὴ γνωριμία μὲ τὸν Ἰησοῦ μᾶς προτείνει ἡ Ἐκκλησία. Τὴν ἀλήθεια δὲν τὴν ἐπιβάλλει ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία διδάσκει, παραθέτει μπροστά μας, τὴν ἀλήθειά της, τὴν ἀλήθεια στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἐμεῖς ἂν θέλομε δεχόμαστε ἐλεύθερα, καὶ ἀκολουθοῦμε μετὰ πιστά. Ὁ Ναθαναὴλ στὸν Φίλιππο ἐξέφρασε ἕναν διασταγμό, ὅταν ὅμως γνώρισε τὸν Ἰησοῦ, τὸν ὁμολόγησε αὐθόρμητα.
Ἡ Ἐκκλησία μας μὲ τὴν λειτουργική της πρακτικὴ ἐπαναλαμβάνει, στὸν καθένα ποὺ διστάζει ἢ ποὺ ἀμφιβάλλει, τὴν πρόσκλησι ποὺ ἀπηύθυνε ὁ Φίλιππος στὸν Ναθαναήλ· «Ἔρχου καὶ ἴδε». Εἰδικὰ τώρα, κατὰ τὴν περίοδο τοὺ Τριῳδίου ἐπαναλαμβάνει συνεχῶς τὰ λόγια τοῦ προφήτου· «Γεύσασθε καὶ ἴδετε, ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος». Δὲν προσπαθεῖ νὰ μᾶς πείση μὲ ἐπιχειρήματα καὶ συλλογισμούς, γιὰ νὰ φθάσωμε σὲ ὀρθὰ συμπεράσματα. Μᾶς ζητάει νὰ γνωρίσωμε τὸν Κύριο, ποὺ αὐτὸς εἶναι ἡ ἀλήθεια, μέσα ἀπὸ τὰ μυστήρια καὶ τὴν λειτουργικὴ πρᾶξι. Θὰ πεισθοῦμε ἀπὸ τὴν ἐμπειρία μας. Αὐτὸ ὅμως ἰσχύει ὅταν πραγματικὰ θέλομε, καὶ μὲ εἰλικρίνεια ψάχνομε, καὶ ἀποζητοῦμε νὰ βεβαιωθοῦμε γιὰ τὴν ἀλήθεια. Ἡ παρέα τοῦ Φιλίππου ἔψαχνε, μελετοῦσε, περίμενε τὴν ἐπαλήθεσι τῶν προφητειῶν. Καὶ τελικὰ βρῆκε τὸν Μεσσία.
Τά· «Ἔρχου καὶ ἴδε» καί «Γεύσασθε καὶ ἴδετε», εἶναι κλειδιὰ ἀληθείας ἀλλὰ καὶ ἀνάδειξις τοῦ προσώπου τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἀναγνωρίζουν τὸ αὐτεξούσιο, τὴν ἐλευθερία δηλαδὴ τῆς ἐπιλογῆς. Κανεὶς δὲν ἀναγκάζεται. Ὁ καθένας προσκαλεῖται, καὶ ἐλεύθερα ἀποφασίζει νὰ ἔρθη καὶ νὰ δῆ, νὰ γευθῆ καὶ νὰ ἀντιληφθῆ. Τὸ τραγικὸ εἶναι ἡ ἐξ ἀρχῆς ἄρνησις. Εἶναι βεβαιωμένο ὅτι στὶς περισσότερες περιπτώσεις οἱ ἀρνητὲς δὲν ἔκαναν τὸν κόπο νὰ ψάξουν, νὰ συγκρίνουν, νὰ σχηματίσουν δική τους ἄποψι. Ἁπλῶς μόνον ἀρνοῦνται. Λένε· «Εἶναι ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφή; Ὄχι δὲν θέλω νὰ τὸ διαβάσω». Αὐτὸ τὸ ἄκουσα νὰ μοῦ τό λένε, εἶναι προσωπικὴ θλιβερὴ ἐμπειρία. Λυπήθηκα. Ἀλλ’ ἐφ’ ὅσον ἡ ἐπιλογὴ εἶναι δικαίωμα, θὰ ὑπάρχουν πάντα οἱ ἀρνητὲς καὶ πιὸ πέρα οἱ πολέμιοι. Ὅμως θὰ ὑπάρχουν πάντα καὶ οἱ Φίλιπποι καὶ οἱ Ναθαναήλ, ποὺ θὰ κλίνουν γόνυ στὸν Κύριο. Θὰ ἀναγνωρίζουν στὸν Ἰησοῦ τὸν υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν Λυτρωτὴ καὶ Μεσσία, τὸν Σωτῆρα Χριστό. Ἐπειδὴ κάποιοι δὲν πιστεύουν στὸν Χριστό, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχει ὁ Χριστός.
Ἡ Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκφράζει τὴν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Μία ἐμπειρία αἰώνων, βεβαιωμένη μὲ τὸ δάκρυ τῆς ἀσκήσεως ἢ τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου χιλιάδων ἁγίων, ποὺ γεύθηκαν καὶ εἶδαν, γι’ αὐτὸ καὶ ἐλεύθερα ἀκολούθησαν τὸν πνευματικὸ χριστιανικὸ βίο, χάριν τῆς ἀληθείας ποὺ σώζει, χάριν τῆς Ὀρθοδοξίας.

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ  ΚΥΡΙΑΚΗΣ
17-3-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ ἢ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ (Μτ 6,14-21)
 
Τὸ γράψαμε καὶ ἄλλοτε ὅτι οἱ εὐγγελικὲς περικοπὲς ποὺ ἀναφέρονται σὲ γεγονότα ἀρχίζουν μὲ τὴν σταθερὴ φρᾶσι· «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ…», καὶ ὅταν ἀρχίζουν μὲ τὴν φρᾶσι· «Εἶπεν ὁ Κύριος», τότε τὸ κείμενο εἶναι μέρος τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου. Ἔτσι σήμερα Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι μέρος τῆς θαυμαστῆς «Ἐπὶ τοῦ ὄρους διδασκαλίας» τοῦ Κυρίου. Ἡ διδασκαλία αὐτὴ εἶναι ἡ βασικὴ ἠθικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Εἶπε, λοιπόν, ὁ Κύριος: Ἐὰν ἀφήσετε τὰ φταιξίματα τῶν ἀνθρώπων, θὰ ἀφήση ὁ οὐράνιος πατέρας καὶ τὰ δικά σας. Ἀντίθετα ἐὰν δὲν ἀφήσετε τὰ φταιξίματα τῶν ἄλλων, οὔτε τὰ δικά σας θὰ ἀφήση ὁ πατέρας σας. Καὶ ὅταν νηστεύετε μὴν γίνεσθε σὰν τοὺς ὑποκριτὲς σκυθρωποί. Οἱ ὑποκριτὲς χαλνάνε τὰ πρόσωπά τους γιὰ νὰ φανοῦν στοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύουν. Καὶ ἀλήθεια σᾶς λέγω, δὲν κερδίζουν τίποτε. Ἐσὺ ὅταν νηστεύεις περιποιήσου τοῦ κεφάλι σου καὶ πλῦνε τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ φαίνεσαι στοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύεις, ἀλλὰ στὸν πατέρα σου στὰ κρυφά, καὶ ὁ πατέρας σου ποὺ βλέπει τὰ κρυφά, θὰ στὸ ἀποδώσει φανερά. Μὴ μαζεύετε γιὰ σᾶς θησαυροὺς πάνω στὴν γῆ, ὅπου ὁ σκῶρος καὶ ἡ σαπίλα τοὺς διαλύει, καὶ οἱ κλέπτες ἀνοίγουν τὰ σπίτια καὶ τοὺς κλέβουν. Νὰ ἀποθηκεύετε θησαυροὺς γιὰ σᾶς στὸν οὐρανό, ὅπου οὔτε ἡ σαπίλα τοὺς χαλνάει οὔτε οἱ κλέφτες τοὺς κλέβουν, διότι ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδιά σας.
Τὸ κείμενο εἶναι ἁπλό, καὶ ὁ καθένας καταλαβαίνει ὅτι ὁ Κύριός μας κάνει τρεῖς ὑποδείξεις, τρεῖς ἐπισημάνσεις. Καὶ αὐτὲς θὰ δοῦμε σύντομα.
Ἡ πρώτη ἀναφέρεται σὲ ἕνα πανανθρώπινο πόθο καὶ ἐπιθυμία ὅλων μας. Ὅλοι θέλομε ὁ Θεὸς νὰ σβήση τὰ παραπτώματά μας, νὰ ξεχάση τὰ φταιξίματά μας, νὰ συγχωρήση τὰ ἁμαρτήματά μας. Αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς θέλομε τὸ θέλει καὶ ὁ Θεός. Καὶ μάλιστα κατέστρωσε ὅλο τὸ σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, γιὰ νὰ μᾶς δώση τὴν δυνατότητα καὶ εὐκαιρία νὰ μᾶς συγχωρήση, καὶ νὰ μᾶς ἐπαναφέρη στὴν ἀρχικὴ δόξα, στὴν προπτωτικὴ κατάστασι, ὅπως εἴμασταν στὸν παράδεισο. Ἡ ἐνανθρώπησις καὶ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου ἔγιναν γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο. Ὁ Θεὸς ἔχει καὶ τὴν θέλησι καὶ τὴν ἐξουσία «ἀφιέναι ἁμαρτίας», ἔχει τὴν δύναμι νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες. Βάζει ὅμως μία προϋπόθεσι· Ἡ μετάνοιά μας νὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὴν δική μας συγχώρησι πρὸς τοὺς ἄλλους. Ὅταν θὰ ζητήσωμε, μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν μας, θὰ πρέπει νὰ ἔχωμε ἤδη συγχωρέση τοὺς συνανθρώπους μας, ὁποιοδήποτε καὶ ἂν εἶναι τὸ φταίξιμό τους. Διότι μόνον ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήση ὁποιαδήποτε καὶ ἂν εἶναι τὰ φταιξίματά μας, ὁσεσδήποτε και ἂν εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας. Ἐξ ἄλλου στὴν καθημερινή μας προσευχὴ λέμε· «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἐὰν λοιπὸν εἴμαστε πιστοὶ στὸν οὐράνιο πατέρα, καὶ εἰλικρινὰ ζητᾶμε νὰ μᾶς συγχωρήση, πρέπει πρῶτα νὰ συγχωρήσωμε ἐμεῖς, ὅλους τοὺς συναθρώπους μας. Αὐτὴ εἶναι βασικὴ προϋπόθεσις γιὰ νὰ συγχωρεθοῦν τὰ δικά μας ἁμαρτήματα.
Ἡ δεύτερη ὑπόμνησις ἀναφέρεται στὴν νηστεία. Μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος πῶς πρέπει νὰ νηστεύωμε, καὶ ἀκόμα κάποιοι ἀναρωτιοῦνται, ποῦ ὁ Κύριος ἔδωσε ἐντολὴ νηστείας; Μὰ γιὰ νὰ δείχνει τὸν τρόπο νηστείας, ἡ ἐντολὴ προϋποτίθεται. Ἡ πρώτη πάντως ἐντολή, ποὺ δόθηκε στὸν ἄνθρωπο, ἦταν ἐντολὴ νηστείας. Ἂς μάθωμε ἐδῶ ὅτι ὅταν νηστεύομε, δὲ νηστεύομε γιὰ νὰ μᾶς δοῦνε οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ μᾶς θαυμάσουν καὶ ἐπαινέσουν, ἀλλὰ νηστεύομε ὑπακούοντας στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐφαρμόζομε ἐντολὴ θεϊκή. Καὶ μιμούμαστε τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, ποὺ νήστευσε σαράντα μερόνυκτα, πρὶν ἀρχίση δημόσια τὸ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο του. Ἀπὸ αὔριο μπαίνομε στὴν περίοδο τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης τεσσαρακοστῆς. Ἀρχίζει ἡ νηστεία. Νηστεύομε γιὰ τὴν ψυχή μας. Νηστεύομε ὡς μέλη ζωντανὰ τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ καθόρισε μὲ σοφία καὶ θεία φώτισι τὶς ἡμέρες καὶ τὶς περιόδους νηστείας. Δὲν νηστεύομε ὅπως οἱ ὑποκριτές, ποὺ θέλουν νὰ φανοῦν ἀσκητικοὶ καὶ νὰ τοὺς θαυμάζουν οἱ ἄνθρωποι. Ἡ ἐπίδειξις καταστρέφει ὅ,τι καλὸ πάει νὰ κάνη ὁ πιστός. Ἡ ἀνθρωπαρέσκεια ἀφαιρεῖ κάθε ψυχικὸ ὄφελος ἀπὸ κάθε καλὴ ἐνέργεια. Μᾶς προφυλάγει ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν μεγάλο κίνδυνο ποὺ καταστρέφει τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα τοῦ πιστοῦ. Ἡ πνευματικὴ προσπάθεια εἶναι μυστική. Γίνεται μέσα μας καὶ τὴν γνωρίζει ὁ Θεός. Ἀπὸ τὸν οὐράνιο πατέρα δὲν διαφεύγει τίποτε. Αὐτὸς βλέπει τὰ πάντα, καὶ αὐτὰ ποὺ γίνονται κρυφά, καὶ αὐτὸς αὐτὰ τὰ βραβεύει.
Καὶ ἡ τρίτη ὑπόμνησις εἶναι γιὰ τὸν μεγάλο κίνδυνο, ποὺ κρύβεται στὴν ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Καὶ δὲν χρειάζεται αὐτὰ νὰ εἶναι πολλά. Ἡ ἀγάπη, καὶ τὸ «δέσιμό μας», γιὰ τὸ πιὸ ἀσήμαντο πράγμα, μπορεῖ νὰ μᾶς κλείση τὴν πόρτα τοῦ παραδείσου. Θησαυρὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας μόνον ὀβολός. Ὅλα πάντως τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ φθείρονται καὶ καταστρέφονται ἢ ἀφαιροῦνται ἀπὸ κλέφτες. Δὲν εἶναι ἀγαθὰ ποὺ μένουν καὶ διαρκοῦν. Αὐτὰ τὰ ξέρομε ὅλοι καὶ ἐπιβαιβαιώνονται καθημερινά. Καιρὸς νὰ δοῦμε καὶ νὰ ἀποζητήσουμε ἀγαθὰ ποὺ μένουν γιὰ πάντα. Καὶ αὐτὰ εἶναι ὅσα καταθέτονται στὸν οὐρανό. Ὅλες οἱ καλωσύνες καὶ κυρίως ἡ ἐλεημοσύνη. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι κατάθεσι στὸν οὐρανό, ποὺ δὲν κινδυνεύει νὰ σαπίση, δὲν κινδυνεύει ἀπὸ κλοπὴ, δὲν κινδυνεύει ἀπὸ πτωχεύσεις οἰκονομιῶν καὶ τραπεζικὲς ὑποτιμήσεις. Παραμένει ἀξία ἄφθαρτη καὶ αἰώνια. Τὸ σημαντικὸ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὑπόμνησι τοῦ Κυρίου εἶναι ὁ δεσμός, ποὺ δημιουργεῖται μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἀγαθῶν. Ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ὑλικοὺς καὶ φθειρομένους θησαυροὺς μᾶς κρατάει δεμένους μὲ τὴν γῆ, ἀφοῦ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δοσμένη ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ θησαυρός. Ἡ ἀγάπη καὶ τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς καλωσύνες, τὶς ἀρετές, τὰ πνευματικὰ καὶ οὐράνια μᾶς δένει μὲ τὸν οὐρανό, διότι ἐκεῖ ποὺ εἶναι αὐτὸς ὁ πνευματικὸς θησαυρός, ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδιά μας. Φωνάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· Δὲν ἔχομε ἐδῶ στὴν γῆ σταθερὴ καὶ αἰώνια πατρίδα, ἀλλὰ ἐπιζητοῦμε τὴν μέλλουσα στὸν οὐρανό. Καὶ ὁ σοφὸς Παροιμιαστὴς λέγει· «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν». Καὶ ὁ Κύριος μᾶς προτρέπει νὰ θησαυρίζωμε στὸν οὐρανό. Μὲ τὴν ἐλεημοσύνη θησαυρίζομε στὸν οὐρανὸ καὶ δενόμαστε μὲ τὸν οὐρανό.
 

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ  ΚΥΡΙΑΚΗΣ
10-3-2013
 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ (Μτ 25,31-46)

  


«Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου».
Αὐτὰ εἶναι ἀπὸ τὰ τελευταῖα λόγια ποὺ θὰ ἀπευθύνει στοὺς δικαίους ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη τῆς κρίσεως. Καὶ εἶναι λόγια Δικαίου Κριτοῦ. Ἔχει μπροστὰ του ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς κρίνει. Ἡ κρίσις εἶναι ἀναγκαία. Λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθενεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις». Πρέπει νὰ γίνη κρίσις ὁπωσδήποτε, γιὰ νὰ ἀποδοθῆ δικαιοσύνη. Γιὰ νὰ ἱκανοποιηθῆ τὸ πανανθρώπινο αἴσθημα δικαίου, ἀλλὰ καὶ νὰ πάρη ὁ καθένας ὅ,τι τοῦ ἀξίζει. Ὁ Κριτὴς εἶναι ἀπόλυτα δίκαιος. Δὲν πρόκειται νὰ ἀδικηθῆ κανένας, οὔτε ὑπάρχει περίπτωσις κάποιος νὰ εὐνοηθῆ. Κανένας δὲν θὰ μπορέσει νὰ διαμαρτυρηθῆ. Ὄχι ἐπειδὴ δὲν τοῦ ἐπιτρέπεται, ἀλλὰ διότι δὲν θὰ ἔχει κανέναν λόγο νὰ τὸ κάνη. Δὲν θὰ ἔχει τὴν παραμικρὴ ἔνστασι γιὰ τὴν δίκαιη ἀπόφασι. Δὲν χρειάζεται καὶ δευτέρου βαθμοῦ, δηλαδὴ ἀνώτερο, δικαστήριο.
Ποῖοι εἶναι «εὐλογημένοι τοῦ πατρός»; Εἶναι οἱ δίκαιοι. Καὶ δίκαιοι γιὰ τὸν Θεὸ λογαριάζονται οἱ ἄνθρωποι τῆς ἀγάπης. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶδαν, στὸ πρόσωπο τοῦ συναθρώπου τους, τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔδειξαν τὴν ἀγάπη τους στὸν πλησίον σὰν νὰ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Καὶ τὴν ἔδειξαν ἔμπρακτα, μὲ συγκεκριμένες πράξεις, ὄχι μὲ ὡραῖα λόγια. Καὶ αὐτὰ ποὺ ἔκαναν, ἦταν εὔκολα καὶ ἁπλᾶ. Ὅσα μπορεῖ νὰ κάνη ὁ καθένας. Δηλαδὴ ἔθρεψαν τὸν πεινασμένο, ξεδίψασαν τὸν διψασμένο, περιμάζεψαν τὸν ξένο, ἔντυσαν τὸν γυμνό, παρηγόρησαν τὸν ἄρρωστο, ἐπισκέφθηκαν τὸν φυλακισμένο. Αὐτὰ εἶναι πράγματα ποὺ μπορεῖ νὰ κάνη ὁ καθένας χωρὶς καμμία ἰδιαίτερη προσπάθεια ἢ δαπάνη. Ὅλοι, γιὰ παράδειγμα, μποροῦν νὰ δώσουν ἕνα ποτήρι νερό, ἢ νὰ ἐπισκεφθοῦν ἄρρωστο. Ἀρκεῖ νὰ ὑπάρχη διάθεσις καὶ ἐνδιαφέρον, ἀλλὰ καὶ πίστι στὰ ὅσα ἐπαγγέλεται τὸ εὐαγγέλιο. Ἂν δὲν ὑπάρχει πίστις στὸ εὐαγγέλιο δὲν περιμένεις κρίσι, δὲν περιμένεις Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Δὲν ἔχει νόημα καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ τὸν Θεό. Τὸ τονίζω αὐτό, διότι μοῦ τέθηκε κάποτε ἡ ἐρώτησις. Καλὰ, κριτήριο εἶναι ἡ ἀγάπη, ἀλλὰ γιὰ τὴν πίστι δὲν γίνεται λόγος καθόλου. Καὶ δὲν ἀναφέρεται διότι ἡ πίστις ὑπάρχει ὡς προϋπόθεσις γιὰ ὅσα ἀναφέρονται στὸ εὐαγγέλιο γιὰ τὴν Κρίσι.
Ἡ ἀπόφασις εἶναι· «Κληρονομήσατε»! Στὸ εὐαγγέλιο δὲν ὑπάρχουν λάθος λέξεις. Ἀκριβολογεῖ τὸ εὐαγγέλιο. Ἡ κληρονομιὰ δὲν εἶναι ἀμοιβή, δὲν εἶναι μεροκάματο. Ὁ διαθέτης ἔχει τὴν καλὴ πρόθεσι καὶ ἀφήνει, σὲ ὅποιον θέλει, ὅ,τι καὶ ὅσα θέλει. Ἡ διαθήκη ἐκφράζει τὴν βούλησι τοῦ διαθέτη. Ὅταν λέγει ὁ Δίκαιος Κριτής, κληρονομήσατε, σημαίνει ὅτι δίδει δῶρο, ὄχι ἀμοιβή. Δὲν ἀξίζει κανένας τὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καὶ μὲ τίποτε στὸν κόσμο δὲν μπορεῖ κανένας νὰ τὴν ἀγοράση. Θέλει ὁ Κύριος καὶ μᾶς ἀφήνει, μᾶς κληρονομεῖ, τὴν βασιλεία του. Νὰ μὴ νομίση κανένας ὅτι, κάμνοντας κάποια πράγματα, μερικὲς καλὲς πράξεις, δικαιοῦται τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι πῆγαν κάποιοι στὸ Κύριο καὶ τοῦ εἶπαν· «ἄνοιξον ἡμῖν», καὶ πῆραν τὴν ἀπάντησι· «ἐκλείσθη ἡ θύρα». Καὶ ἄλλοι τοῦ εἶπαν· «Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμε, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι διαμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμει πολλὰς ἐποιήσαμεν;» καὶ τοὺς εἶπε· «οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς».
Ὁ Κύριος χαρίζει στοὺς δικαίους τὴν βασιλεία του, «τὴν ἡτοιμασμένην ἀπὸ καταβολῆς κόσμου». Μᾶς φανερώνει ὁ Κύριος μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὅτι ἡ βασιλεία στρώθηκε καὶ ἑτοιμάσθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου. Ἀπὸ τὸτε μᾶς περιμένει νὰ κάνωμε ἀγάπη γιὰ νὰ γίνωμε πολῖτες της. Καὶ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως, ποὺ ἀκούγεται τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω, γνωρίζομε τὰ πρακτικὰ τὴς δίκης μας. Πόσο ἀγαθὸς εἶναι ὁ Κύριος γιὰ νὰ μᾶς ἀποκαλύπτει τὰ μέτρα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ μᾶς κρίνει; Μεγάλη ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Εἶναι δίκαιος καὶ φιλάνθρωπος.
Ἂς δοῦμε ὅμως καὶ τὴν ἄλλη ἀπόφασι· «Πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ». Πρῶτα μίλησε στοὺς δικαίους, τώρα ἀπευθύνεται στοὺς καταραμένους. Ποῖοι εἶναι αὐτοὶ οἱ καταραμένοι; Εἶναι οἱ σκληροκάρδιοι, ποὺ δὲν εἶδαν τὸν πάσχοντα, τὸν πλησίον, ποὺ ἔσφιξαν τὸ χέρι τους ἀντὶ νὰ τὸ ἁπλώσουν, δὲν συγκινήθηκαν ἀπὸ τὸν πτωχό, δὲν λυπήθηκαν τὸν διψασμένο, φοβήθηκαν νὰ ἐπισκεφθοῦν φυλακισμένο καὶ ἄρρωστο. Νά, αὐτοὶ εἶναι οἱ καταραμένοι, ποὺ δὲν εἶδαν ἄλλον κανέναν ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους. Καὶ ἐπειδὴ δὲν εἶδαν κανέναν ἄλλον δὲν εἶχαν τὴν δυνατότητα νὰ ἀγαπήσουν τὸν πλησίον, καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ πλησίον τὸν Θεό. Οἱ καταραμένοι δὲν ἀγάπησαν κανέναν παρὰ μόνον τὸν ἑαυτό τους. Ἡ ἀπόφασις γιὰ τοὺς καταραμένους εἶναι· «Εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον». Ὅσοι δὲν πιστεύουν στὸν Θεό καὶ τὸν λόγο του, καὶ ἑπομένως δὲν ἀγαποῦν οὔτε τὸν Θεὸ οὔτε τὸν πλησίον, ἐνοχλοῦνται ὅταν γίνεται λόγος γιὰ «πῦρ αἰώνιο», γιὰ κόλασι, ἀκόμα καὶ γιὰ παράδεισο. Καὶ ὅμως ὑπάρχει τὸ αἰώνιο πῦρ, ὅπως αἰώνια εἶναι καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Θὰ ἦταν δὲ μεγάλο ἄδικο ἂν ἦταν αἰώνια ἡ βασιλεία καὶ δὲν θὰ ἦταν αἰώνιο τὸ πῦρ τῆς κολάσεως, ἢ καὶ τὸ ἀντίστροφο. Γι’ αὐτὸ ὁ δικαιος Θεός ἔκανε μαζί μὲ τὸν κόσμο, καὶ τὴν αἰώνια βασιλεία του, ἀλλὰ ἔστησε καὶ τὸ πῦρ αἰώνιο.
Ἡ Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω εἶναι ἡ τρίτη Κυριακὴ τοῦ Τριῳδίου. Προηγήθηκε τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου. Τότε ἔγινε τὸ πρῶτο βῆμα μὲ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ καὶ τὴν σύνδεσί μας μὲ τὴν ταπείνωσι. Τὸ δεύτερο βῆμα ἦταν ἡ πρόσκλησι σὲ μετάνοια. Τὸ τέλειο ὑπόδειγμα μετανονοοῦντος εἶναι ὁ ἄσωτος υἱός. Ἁμάρτησε βαρειά, ἀλλὰ μετανόησε βαθειά, ἐπέστρεψε στὸν πατέρα καὶ ἀποκαταστάθηκε πλήρως στὴν πρώτη του θέσι. Μᾶς ἔδειξε ὅτι ὁ πατέρας μας ὁ οὐράνιος μᾶς περιμένει νὰ γυρίσωμε μετανοημένοι κοντά του. Τώρα εἴμαστε στὸ τρίτο βῆμα τοῦ Τριῳδίου. Καὶ μαθαίνομε ἀπὸ τὸν Κύριο ὅτι θὰ ἀποδοθῆ δικαιοσύνη. Σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο κυριαρχεῖ ἡ ἀδικία καὶ τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροῦ. Κανένας νὰ μὴν ἀπογοητεύεται. Οἱ ἄνθρωποι καὶ ἂν εἶναι ἄδικοι, δίκαιος εἶναι ὁ Θεός. Οἱ ἀδικημένοι στὸν κόσμο αὐτὸν θὰ βροῦν τὸ δίκαιό τους ἀπὸ τὸν Θεό.