Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 22.03.2015

ΚΥΡΙΑΚΗ 4η ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἢ ΤΟΥ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ (Μρ 9,17-31)

«Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ»

 Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούγεται κατὰ τὴν τετάρτη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν, εἶναι τὸ ἴδιο ποὺ ἀκούσαμε καὶ κατὰ τὴν δεκάτη Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου. Ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει ἄνθρωπο, ποὺ κατέχεται ἀπὸ πονηρὸ πνεῦμα. Ὁ πατέρας τοῦ πάσχοντος, πρὶν συναντήση τὸν Χριστό, προσῆλθε στοὺς μαθητές του, οἱ ὁποῖοι ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν. Στὸ ἐρώτημα τῶν μαθητῶν του, γιατί «ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;», ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς· «Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Θὰ ἐπιμείνωμε στὴν ἀπάντησι τοῦ Κυρίου.

Διανύομε τὸ στάδιο τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης τεσσαρακοστῆς, δηλαδὴ περίοδο κατ’ ἐξοχὴν προσευχῆς καὶ νηστείας. Ἔτσι τὰ λόγια τοῦ Κυρίου ἔχουν μία ἰδιαίτερη ἐπικαιρότητα. Καὶ πρέπει νὰ τὰ δοῦμε μὲ προσοχή. 

Καὶ πρῶτα ὅσοι στέκονται προβληματισμένοι μὲ τὴν νηστεία καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ἀναρωτιοῦνται· Ποῦ καὶ πότε ὁ Χριστὸς νομοθέτησε τὴν νηστεία; Καὶ ἀπαντοῦν οἱ ἴδιοι· Ὁ Χριστὸς δὲν ἔδωσε ἐντολὴ νηστείας. Βεβαίως στὸν συλλογισμὸ αὐτὸν εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι, ἀναζητεῖται μία δικαιολογία, γιὰ τὴν μὴ ἐφαρμογὴ τῆς νηστείας. Εἶναι πρόφασις, ὅσων δὲν θέλουν νὰ νηστεύσουν. Σκεφθεῖτε ὅτι κάποιος ἀσθενὴς ἐπισκέπτεται τὸν ἰατρό. Κάνει τὴν ἐξέτασι ὁ ἰατρὸς καὶ δὲν λέγει στὸν ἀσθενή του· «Πρέπει νὰ πάρης ἀντιβίοσι», ἀλλὰ λέγει· «Ἡ περίπτωσις αὐτὴ εἶναι σοβαρὴ, καὶ ἀντιμετωπίζεται μόνο μὲ ἀντιβίοσι». Σᾶς ἐρωτῶ· Μπορεῖ νὰ πῆ ὁ ἀσθενής· Δὲν μοῦ εἶπε ὁ ἰατρὸς νὰ πάρω ἀντιβίοσι; Ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ ἰατροῦ φαίνεται ἀβίαστα ὅτι συνιστᾶ ὡς θεραπεία τὴν ἀντιβίοσι. Ἐπιβάλλεται ἡ ἀντιβίοσι. Καὶ ὁ ἀσθενὴς θὰ ἐφαρμόση νοσηλεία μὲ ἀντιβίοσι, γιὰ νὰ γίνη καλά.  Ἀσθενεῖς εἴμαστε ἐμεῖς καὶ ζητᾶμε τρόπο νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ διαβόλου καὶ τῆς ἁμαρτίας. Τὴν ἀπάντησι καὶ λύσι στὴν ἀναζήτησί μας τὴν δίνει ὁ Κύριος, ὅταν λέγει· «Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Ὅμως μοῦ δημιουργεῖται καὶ σὲ μένα τὸ ἐρώτημα· Πῶς ἔπρεπε νὰ νομοθετήση ὁ Χριστὸς τὴν νηστεία, ἀφοῦ λέγει ξεκάθαρα ὅτι μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία μποροῦμε νὰ διώξουμε τὸ γένος τῶν δαιμονίων; Διατηρῶ τὸν φόβο, γιὰ ὅσους προφασίζονται πὼς ὁ Κύριος δὲν νομοθέτησε νηστεία, ὅτι καὶ νὰ ὑπῆρχε στὸν Δεκάλογο τέτοια ἐντολή, θὰ ἐφαρμοζόταν καὶ αὐτὴ τόσο, ὅσο, παραδείγματος χάριν, ἐφαρμόζονται οἱ ἐντολές, γιὰ τὴν μοιχεία, τὴν κλοπή, τὴν ψευδομαρτυρία. Νὰ μὴν ψάχνουμε δικαιολογίες. Ὁ Κύριος σαφέστατα νομοθετεῖ τὴν νηστεία, καὶ τὴν συνιστᾶ ὡς ἀποτελεσματικὸ φάρμακο κατὰ τῶν δαιμόνων. Καὶ τὸ σημαντικότερο εἶναι ὅτι καὶ ὁ ἴδιος, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν νηστεία, νήστευσε γιὰ σαράντα ἡμέρες καὶ νύκτες, γιὰ δικό μας παραδειγματισμό, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης· «Νηστεύων ὁ Κύριος ἀνθρωπίνως, πρὸς ὑποτύπωσιν ἡμῶν, νικᾷ τὸν πειράζοντα, δεικνὺς τὸ ἡμέτερον, καὶ ὅρους ὑπογράφων ἡμῖν». Δηλαδὴ ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπος νήστευσε καὶ νίκησε τὸν πειράζοντα, τὸν διάβολο, γιὰ νὰ μᾶς δώση παράδειγμα καὶ νὰ ὁρίση τὸν δικό μας τρόπο νηστείας καὶ νίκης κατὰ τοῦ διαβόλου.

Ὅλοι πρέπει νὰ προσέξωμε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος μᾶς προτείνει δύο ἀποτελεσματικὰ ὅπλα κατὰ τοῦ διαβόλου, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία. Γιατὶ ἐμεῖς νὰ τὰ ἀχρηστεύσωμε; Γιατὶ νὰ μὴν κάνωμε χρῆσι τοῦ δοκιμασμένου πνευματικοῦ ἐξοπλισμοῦ, γιὰ νὰ μπορέσωμε νὰ ἀντιπαραταχθοῦμε ἀποτελεσματικὰ ἐναντίον τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας; Ἑστιάζω τὸ θέμα περισσότερο στὴν νηστεία, διότι γιὰ τὴν προσευχὴ δὲν ὑπάρχουν τόσες ἀρνητικὲς φωνές, ὅσο γιὰ τὴν νηστεία. Ἀλήθεια, γιατὶ νὰ μὴν ἐφαρμόσωμε τὶς νηστεῖες τῶν σαρακοστῶν, τὶς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία, καθοδηγημένη ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, καθώρισε; Τὰ ἐρωτήματα βεβαίως μένουν ἀναπάντητα. Διότι σήμερα, ὅταν κηρύττομε γιὰ τὴν νηστεία, ἡ φωνή μας ἐπιστρέφει κενή. Κανεὶς δὲν θέλει νὰ ἀκούση γιὰ νηστεία, γιὰ νηστεία τεσσαρακοστῆς, γιὰ νηστεία Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς. Αὐτά, μᾶς λένε, εἶναι γιὰ τοὺς πτωχοὺς στὸ πνεῦμα, τὶς γιαγιάδες καὶ τοὺς καλογήρους, ἢ ὅτι οἱ ἄνθρωποι νηστεύανε, ὅταν δὲν εἴχανε. Δὲν μπορῶ νὰ μὴν τὸ ἀναφέρω παραπονούμενος· Μεγάλη Παρασκευὴ γίνεται περιφορὰ Ἐπιταφίου, καὶ πολλοί, οὔτε αὐτὴν τὴν μεγάλη καὶ πένθιμη γιὰ τὸν Κύριο ἡμέρα, δίπλα στὸν Ἐπιτάφιο, δὲν σταματοῦν νὰ καταλύουν τὴν νηστεία, καὶ μάλιστα μὲ τρόπο ἐπιδεικτικό. Δὲν ὑπάρχει οὔτε φόβος Θεοῦ οὔτε ντροπὴ ἀνθρώπων. Καὶ ὅμως πρέπει νὰ ἀκούσωμε τὴν ὑπόδειξι τοῦ Κυρίου. Διότι ὅπως ὁ ἀσθενής, ποὺ δὲν ἐφαρμόζει τὶς ὁδηγίες τοῦ ἰατροῦ, δὲν μπορεῖ νὰ περιμένη ἴασι, ἔτσι καὶ ὅταν δὲν ἐφαρμόζονται οἱ ὑποδείξεις καὶ ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, δὲν μποροῦμε νὰ ἀντιμετωπίζωμε μὲ ἐπιτυχία τὸν πόλεμο, ποὺ μᾶς κάνει ὁ διάβολος.

Ὡς πιστοὶ χριστιανοὶ ὀφείλομε ὑπακοὴ στὸν Κύριο καὶ τὴν Ἐκκλησία του. Ὄχι ἐπιλεκτικὰ σὲ ὅσα ἐμεῖς θέλομε ἢ μᾶς ἀρέσουν, ἀλλὰ σὲ ὅλα ὅσα ζητάει ἀπὸ μᾶς ὁ Κύριος. Διότι εἶπε στοὺς μαθητές του τό· «Διδάσκοντες τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». Καὶ μέσα στό, πάντα ὅσα σᾶς ἔδωσα ὡς ἐντολή, εἶναι καὶ ἡ νηστεία. Ἡ ὁποία πρέπει νὰ γίνεται μὲ τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογή, μὲ πρόθεσι καὶ διάθεσι καλή, γιὰ νὰ ἔχη ἀξία καὶ γιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματική. Θέλω νὰ τονίσω ὅτι, νηστεία δὲν εἶναι νὰ μὴν καταλύω ἐπειδὴ δὲν ἔχω, ἀλλὰ νὰ ἔχω καὶ νὰ μὴν καταλύω. Ὅπως ἐπίσης νηστεία δὲν εἶναι οἱ περιορισμοὶ τροφῶν, ποὺ ἐπιβάλλει ὁ ἰατρός, γιὰ ἀντιμετώπισι κάποιων παθήσεων. Οὔτε βεβαίως εἶναι νηστεία ἡ δίαιτα, ποὺ γίνεται γιὰ ἀδυνάτισμα. Οὔτε ὁ περιορισμὸς τῶν τροφῶν ποὺ ἐπαγγέλλεται τὸ κίνημα τῶν χορτοφάγων.

Νηστεύομε ἐπειδὴ τὸ ζητάει καὶ τὸ προτείνει ὁ Κύριος. Νηστεύομε ὅταν καὶ ὅπως καθώρισε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.  Νηστεύομε μὲ δική μας ἐλεύθερη ἐπιλογὴ συμμορφούμενοι μὲ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Νηστεύομε ὄχι γιὰ νὰ ἀδυνατίσωμε, οὔτε ἐπειδὴ δὲν ἔχομε, ἀλλὰ διότι χρειαζόμαστε τὴν νηστεία ὡς ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου, στὸν ἀγῶνα ποὺ κάνωμε ἐναντίον του. Νηστεύομε ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νήστευσε, ἀφήνοντας τὴν νηστεία του ὑπόδειγμα σὲ μᾶς. Νηστεύομε ἐπειδὴ, κατὰ τὸ ὑπόδειγμά του, νήστευσαν καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 15.03.2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΡΙΤΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἢ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ (Μρ 8,34-9,1)
«Ὃς ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς λόγους μου ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων»
Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως τὸ ἀκούσαμε τὸ ἴδιο καὶ τὴν Κυριακὴ τὴν μετὰ τὴν Ὕψωσι τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Καὶ τότε, ἀναφερθήκαμε στὸν προσωπικὸ σταυρό, ποὺ ὁ Θεὸς δίδει στὸν καθένα μας. Τὸ συνδυάσαμε δὲ καὶ μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησί μας, καὶ τὴν εὐθύνη μας. Τώρα θὰ ἑστιάσωμε τὴν προσοχή μας σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς περικοπῆς.
Ὁ Ἰησοῦς ἦρθε ἐδῶ στὴν γῆ ταπεινός, πτωχός, μεγαλωμένος σὲ χωριὸ, ὄχι ἁπλῶς ἄσημο ἀλλὰ κακόφημο, τὴν Ναζαρέτ. Αὐτὰ τὰ στοιχεῖα δὲν ἀφήνουν περιθώρια γιὰ θαυμασμό. Ὅμως παρὰ τὴν ταπεινὴ καταγωγή, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεός. Θὰ ἔπρεπε οἱ ἄνθρωποι νὰ τὸν διακρίνουν καὶ νὰ τὸν ἀναγνωρίσουν. Ὅπως τὸν διέκρινε καὶ τὸν ἀνεγνώρισε ὁ Φίλιππος, ὁ ὁποῖος εἶπε στὸν φίλο του Ναθαναὴλ· «Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ». Ὁ Ἰησοῦς εἶναι τὸ πρόσωπο ποὺ συγκέντρωνε πάνω του ὅλες τὶς προφητεῖες γιὰ τὸν Μεσσία, τὸν Λυτρωτή. Αὐτὸς εἶναι ἡ «προσδοκία τῶν ἐθνῶν». Δὲν μπόρεσαν ὅμως ὅλοι νὰ τὸν διακρίνουν. Δὲν τὸν διέκριναν καὶ δὲν τὸν κατενόησαν στὴν ἀρχὴ οὔτε αὐτὰ τὰ παιδιὰ τοῦ Ἰωσήφ, μὲ τὰ ὁποῖα μεγάλωσε. Καὶ σὲ μία περίπτωσι, ποὺ ὁ Ἰησοῦς ἀφοσιωμένος στὴν διδασκαλία δὲν εἶχε καιρὸ οὔτε νὰ φάη, πῆγαν νὰ τὸν πιάσουν, διότι νόμιζαν ὅτι ἔχασε τὰ μυαλά του· «Ἔλεγον γὰρ ὅτι ἐξέστη». Οἱ δὲ γραμματεῖς, ὡς καὶ συνεργὸ τοῦ Βελζεβουούλ τὸν χαρακτήρισαν. Δὲν εἶχαν ὅλοι τὴν διάκρισι ποὺ ἔδειξε ὁ Φίλιππος.
Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους κρατάει μία θέσι ἔναντι τοῦ Ἰησοῦ. Ἔτσι ἄλλοι τὸν ἀναγνωρίζουν Θεὸ καὶ λυτρωτή, καὶ ἄλλοι τὸν ἀρνοῦνται, τὸν συκοφαντοῦν, τὸν βλασφημοῦν, ἢ τὸν θεωροῦν ἕναν ἀκόμη μύστη. Ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀναγνωρίζουν ὡς Θεό, ἀλλὰ ντρέπονται νὰ τὸν ὁμολογήσουν δημόσια, φωναχτά. Γιὰ ὅλους αὐτοὺς ποὺ δὲν τὸν ἀναγνωρίζουν καὶ δὲν τὸν ὁμολογοῦν λέγει ὁ Κύριος· Ὅποιος ντρέπεται γιὰ μένα καὶ γιὰ τὰ λόγια μου σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο τὸν ἄστατο καὶ ἁμαρτωλό, θὰ ντροπιασθῆ ἀπὸ τὸν υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου ὅταν θὰ ἔρθη μὲ τὴν δόξα τοῦ πατέρα του συνοδευόμενος ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους. Δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἀναγνωρίση ὡς δικό του, καὶ ἑπομένως δὲν θὰ τὸν κρίνει ἄξιο γιὰ σωτηρία, ἐκεῖνον ποὺ ντρέπεται νὰ τὸν ὁμολογήση Θεό. Ποὺ ντρέπεται ὄχι μόνον γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὴν ζωή του, ἀλλὰ καὶ τοὺς λόγους του, τὴν διδασκαλία του. Τὸ διασαφηνίζει αὐτὸ ὁ Κύριος καὶ λέγει· «Ὃς ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς λόγους μου». Καὶ ἐπειδὴ εἶναι προσωπικὴ ἡ εὐθύνη μας, καλόν εἶναι νὰ θυμηθοῦμε τί συμβουλεύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸν μαθητὴ του Τιμόθεο, ὅταν τοῦ λέγει· «Μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν». Τιμόθεε, λέγει, μὴ δειλιάσης ποτέ καὶ μὴ ἐντραπῆς, νὰ ὁμολογῆς τὴν καλή μαρτυρία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ συμβουλὴ πρὸς τὸν Τιμόθεο εἶναι συμβουλὴ καὶ γιὰ ἐμᾶς, ποὺ ζοῦμε καὶ ἐμεῖς, «ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ». Ὀνομάζει τὴν γενεὰ μοιχαλίδα καὶ ἁμαρτωλή, διότι, κατὰ τὸν Ζιγαβηνό, ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ σπέρνει εὐσέβεια, καὶ ἀκολουθεῖ τὸν δαίμονα ποὺ σπέρνει τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν κακία. Διότι, κατὰ τὸν Θεοφύλακτο, ἐγκατέλειψε τὸν ἀληθινὸ νυμφίο, καὶ στράφηκε πρὸς ἄλλον, ἀπὸ τὸν ὁποῖο δέχεται σπέρματα ἀσεβείας. Ὁ χριστιανὸς ποὺ ξεχνάει τὸν ἀληθινὸ Θεό, στὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου εἶναι βαπτισμένος, καὶ παρασύρεται σὲ πλανεμένες διδασκαλίες ἢ σὲ ἄλλες θρησκεῖες, διαπράττει πνευματικὴ μοιχεία. Μὲ αὐτὸ τὸ νόημα συναντᾶμε στὰ κείμενα τῆς ἁγίας Γραφῆς τὶς λέξεις «μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες». Μὲ ἄλλα λόγια, τό, «γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη», σημαίνει γενέα τῆς ἀποστασίας, γενεὰ ἡ ὁποία ἐγκατέλειψε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἀκολούθησε δικό της δρόμο, ἔξω ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Μᾶς ζητάει ὁ Κύριος, ἐνῶ ζοῦμε μέσα σὲ μια τέτοια γενεὰ, νὰ τὸν ὁμολογοῦμε δημοσίως. Σὲ μιὰ γενεὰ ποὺ ἀρνεῖται ἢ περιφρονεῖ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ἀξίζει νὰ ἐμμένωμε σταθεροὶ στὴν ἀλήθεια τῶν λόγων τοῦ Κυρίου μας.
Βεβαίως τώρα τὸν βλέπομε ταπεινὸ καὶ περιφρονημένο τόσο, ποὺ ὅπως λέγει ὁ προφήτης, ἔγινε «σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος, ὄνειδος ἀνθρώπων καὶ ἐξουθένημα λαοῦ», ἔφθασε στὴν «ἄκρα ταπείνωσι». Αὐτὸ ἴσως ἀποθαρρύνει τοὺς πιὸ ἀδύνατους μαθητές. Μᾶς κάνει διστακτικούς, ἴσως καὶ φοβισμένους. Σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις χρειαζόμαστε ἐνίσχυσι καὶ κουράγιο. Λοιπὸν ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Κύριος ἔχει καὶ ἄλλη εἰκόνα. Εἰκόνα δυνατοῦ καὶ ἐνδόξου. Ἀρκεῖ μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως νὰ φθάσωμε μέχρι τὴν Δευτέρα Παρουσία. Ἐκεῖ τὸν βλέπομε μέσα στὴν μεγάλη τοῦ δόξα νὰ τὸν συνοδεύουν ἅγιοι ἄγγελοι, καὶ μπροστά του νὰ παρίσταται ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, γιὰ νὰ ἀποδώση τὴν δικαιοσύνη. Αὐτὴ ἡ εἰκόνα τοῦ Κυρίου μᾶς ἐμψυχώνει. Μᾶς δίνει τὴν δύναμι νὰ μή λογαριάζομε τὸ βάρος ἀπὸ ὅσα παθήματα μπορεῖ νὰ περάσωμε γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς ταπεινώθηκε γιὰ τὴν σωτηρία μας, ἀλλὰ δὲν ἔχασε τίποτε ἀπὸ τὴν θεϊκὴ παντοδυναμία του, ἀπὸ τὴν δόξα του, ἀπὸ τὴν ἐξουσία του. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει· «ἡμεῖς κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον», καὶ τὸ κάνει αὐτὸ σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ἡ σταύρωσις ἦταν ὁ ἀτιμοτικώτερος τρόπος θανατώσεως τῶν κακούργων. Ὑπερασπιζόταν καὶ κήρυττε τὴν ἀλήθεια χωρὶς νὰ ντρέπεται γιὰ τὸν σταυρικὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ. Τὸ ἔκαμνε αὐτὸ διότι ἤξερε ὅτι ὁ Σταυρὸς ἦταν ταπείνωσι, ἀλλὰ τὸν Σταυρὸ ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάστασις καὶ ὁ θρίαμβος τοῦ Ἰησοῦ.
Δυστυχῶς καὶ ἐμεῖς, σήμερα ἀκόμη περισσότερο, ἐλεγχόμαστε γιὰ δειλία. Διότι ἐνῶ κατέχει ἡ Ἐκκλησία μας, ὁμολογουμένως, τὴν «ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια», εἴμαστε πολὺ διστακτικοὶ στὴν ὁμολογία της. Μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ὁμοπίστους μας ἀκόμα, κομπιάζομε καὶ δὲν ἀναφερόμαστε στὴν πίστι μας. Καὶ ὅμως ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως εἶναι βασικὴ ὑποχρέωσίς μας, ἀναγκαία γιὰ τὴν σωτηρία μας. Οἱ ἅγιοι μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως στεφανώθηκαν. Δὲν ντράπηκαν, γιὰ τὴν πίστι τους στὸν Ἰησοῦ Χριστό, μπροστὰ σὲ μαινόμενα πλήθη, μπροστὰ στὶς ἀπειλὲς τῶν βασάνων, μπροστὰ στὴν ἀπόλυτη ἐξουσία καὶ ἀφθαιρεσία τῶν τυράννων. Ὑπερασπίσθηκαν μέχρι τέλους καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναγνωρίσθηκαν ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα Ἅγιοι.

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 08.03.2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἢ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ (Μρ 2,1-12)
«Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου»
 
Ὁ Ἰησοῦς μπῆκε στὴν Καπερναούμ, καὶ μαθεύθηκε ὅτι, εἶναι σὲ ἕνα σπίτι. Ἀμέσως μαζεύθηκαν τόσοι, ὥστε δὲν χωροῦσαν οὔτε πρὸς τὴν πόρτα, καὶ τοὺς δίδασκε. Καὶ ἕναν παραλυτικὸ τοῦ τὸν ἔφεραν τέσσερις, οἱ ὁποῖοι λόγω τοῦ πλήθους δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν προσεγγίσουν, γι’ αὐτὸ χάλασαν τὴν στέγη, ὅπου ἦταν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ κατέβασαν τὸ φορεῖο πάνω στὸ ὁποῖο ἦταν ὁ παραλυτικός. Εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστι τους καὶ λέγει στὸν παραλυτικό· «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Οἱ κάποιοι παρευρισκόμενοι γραμματεῖς διελογίσθησαν μέσα τους· Πῶς ἔτσι αὐτὸς βλασφημεῖ; Ποιὸς μπορεῖ νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες παρά μόνον ἕνας, ὁ Θεός; Ὁ Ἰησοῦς ἀντιλήφθηκε τοὺς διαλογισμούς τους καὶ εἶπε· Τί διαλογίζεσθε στὶς καρδιές σας; Τί εἶναι εὐκολώτερο νὰ εἰπωθῆ στὸν παραλυτικό, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες, ἢ σήκω, πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτα; Ὅμως γιὰ νὰ μάθετε ὅτι ἔχει ἐξουσία ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες πάνω στὴν γῆ, λέγει στὸν παραλυτικό· Σὲ σένα λέγω, στάσου ὄρθιος καὶ σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου. Καὶ ἀμέσως σηκώθηκε καὶ πῆρε τὸ κρεββάτι του, καὶ μπροστὰ σὲ ὅλους βγῆκε ἔξω, ὥστε ὅλοι ἔμειναν ἔκπληκτοι καὶ δόξαζαν τὸν Θεό, λέγοντας ὅτι οὐδέποτε ξαναείδαμε παρόμοια.
Κατὰ τὴν δεύτερη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν ἀκοῦμε γιὰ τὴν θαυμαστὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ. Τὸ θαῦμα εἶναι πολὺ σημαντικό, ἀλλὰ στὸν περίγυρο τοῦ θαύματος γίνεται μία ἀκόμα πιὸ σημαντικὴ ἀποκάλυψις. Πρόκειται γιὰ τὴν πνευματικὴ ἐξουσία τοῦ Ἰησοῦ πάνω στὴν ἁμαρτία, καὶ βεβαίως γιὰ τὴν θεία φύσι του. Ὁ Ἰησοῦς συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ. Ἡ ἐξουσία τῆς ἀφέσεως, ποὺ ἐπιδεικνύει ὁ Ἰησοῦς, εἶναι ἀποκλειστικὰ τοῦ Θεοῦ. Ἄρα ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεός. Ἀπὸ τὶς σκέψεις, τοὺς διαλογισμούς, τῶν παρισταμένων στὸ θαῦμα γραμματέων, γίνεται φανερὸ ὅτι, μόνον ὁ Θεὸς ἔχει ἐξουσία νὰ λύη ἁμαρτίες. Καὶ οἱ ἴδιοι διαλογισμοὶ τῶν γραμματέων ὠθοῦν τὸν Κύριο νὰ διαβεβαιώση ὅτι, αὐτός «ἐξουσίαν ἔχει ὡς υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας». Ἡ διαβεβαίωσις δὲν γίνεται μὲ λόγια, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα. Τοὺς εἶπε· Γιὰ νὰ δῆτε ὅτι «ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας», λέγει στὸν παραλυτικό· Ἀνορθώσου, σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου. Καὶ αὐτὸς ἀμέσως θεραπεύθηκε. Δὲν χρειάσθηκε χρόνος γιὰ ἀνάρρωσι. Ὅσοι ἔχετε ἐμπειρία καταγμάτων ἢ πολυήμερης κατακλίσεως, γνωρίζετε πόσο δύσκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ σταθῆ στὰ πόδια του, καὶ πόσος χρόνος χρειάζεται γιὰ πλήρη ἀνάρρωσι. Ἐδῶ στὸ θαῦμα πολυχρόνια παραλυσία θεραπεύεται αὐτοστιγμεί, καὶ ὁ παραλυτικὸς σηκώνει καὶ τὸ κρεββάτι του, καὶ περπατάει. Αὐτὸ εἶναι ποὺ δημιουργεῖ καὶ τὴν κατάπληξι στὰ πλήθη. Δὲν ξαναείδανε προηγουμένως τέτοια πράγματα.
Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Κύριος ἔδωσε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν στὸν παραλυτικό, ἡ θεραπεία του θὰ ἐρχόταν εὔκολα. Τὸ δύσκολο, αὐτὸ ποὺ ξεπερνάει τὶς δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἡ λύσις τῶν ἁμαρτιῶν. Αὐτὸ τὸ ἔκανε ὁ Κύριος. Ἔδωσε τὴν συγχώρησι. Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς εἶναι τὸ δύσκολο. Ἀφοῦ αὐτὸ τὸ ἐπετέλεσε ἡ θεία ἐξουσία τοῦ Ἰησοῦ, ἡ θεραπεία τοῦ σώματος, ἡ θεραπεία τῆς παραλυσίας, ἦταν εὔκολη. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος λέγει· Τί εἶναι εὐκολώτερο νὰ πῶ στὸν παραλυτικό, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες, ἢ σήκω καὶ παρπάτα; Μετὰ τὸ πρῶτο, ἔδωσε ἐντολὴ καὶ γιὰ τὸ δεύτερο, ποὺ τελικὰ ἄφησε ἔκπληκτους τοὺς πάντες. Ὁ παραλυτικὸς καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν βρῆκε, καὶ θεραπεία.
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι ἡ παραλυσία τοῦ σώματος εἶχε αἰτία τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία ὁδήγησε τὸν παραλυτικὸ στὸ κρεββάτι. Καὶ ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει ριζικὰ τὸν παραλυτικό. Ἐξουδετερώνει πρῶτα τὴν αἰτία, κτυπάει τὴν ρίζα τοῦ κακοῦ, θεραπεύει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ μετὰ ἔρχεται ἡ σωματικὴ θεραπεία.
Τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τότε τοὺς ἄφησε ὅλους ἔκπληκτους, ἀλλὰ καὶ σήμερα μᾶς κάνει ἐμᾶς νὰ θαυμάζωμε γιὰ τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου μας. Θαυμάζομε ὅμως καὶ γιὰ τὴν ἐπιλογή, ποὺ ἔκανε ἡ Ἐκκλησία μας, καὶ ὥρισε νὰ ἀκούγεται ἡ περικοπὴ αὐτὴ στὶς ἀρχὲς τοῦ κατανυκτικοῦ Τριῳδίου, ποὺ εἶναι καιρὸς συγχωρήσεως καὶ μετανοίας. Διότι ὅσοι εἴχαμε πιθανὸν ἀπορίες, γιὰ τὸ ποιὸς καὶ πῶς μπορεῖ νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες, τὶς δικές μας ἁμαρτίες, τώρα ξέρομε. Μὲ τὸν λόγο του ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Χριστὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει, χωρὶς ἀμφιβολία, αὐτὴν τὴν ἐξουσία. Τὴν ἐπιβεβαίωσε μὲ τὴν θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ.
Καὶ αὐτὴν τὴν ἐξουσία τὴν ἐκχώρησε στοὺς μαθητές του, μετὰ τὴν ἀνάστασί του, ὅταν, σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις του, τοὺς εἶπε · «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται». Ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν μας εἶναι στὴν ἑξουσία τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ τὴν ἐκχώρησε στοὺς μαθητές του, γιὰ νὰ μποροῦν οἱ πιστοὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ  τόπων, νὰ ἀπαλλάσσωνται ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν τους. Κανονικοὶ κληρικοί, πνευματικοὶ πατέρες, ὑπάρχουν. Εἶναι οἱ μόνοι ἁρμόδιοι, καὶ ἐξουσιοδοτημένοι ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ, νὰ λύνουν ἁμαρτίες, καὶ νὰ παρέχουν τὴν ἄφεσι σὲ ὅποιον τὴν ζητάει. Ἡ συγχώρησις ἀπὸ τὸν Κύριο γίνεται εὔκολα. Τὸ δύσκολο εἶναι νὰ ζητήση ὁ ἄνθρωπος τὴν συγχώρησι καὶ νὰ φθάση στὸν πνευματικό. Ὅμως χρειάζεται νὰ ξεπεράσωμε τὰ ἐμπόδια καὶ νὰ ὁδηγηθοῦμε ἐκεῖ. Δεῖτε τὸν παραλυτικό. Οἱ τέσσερις ποὺ τὸν μετέφεραν, ὅταν εἶδαν ὅτι, λόγω τοῦ πλήθους δὲν μποροῦσαν νὰ προσεγγίσουν τὸν Ἰησοῦ, δὲν ἀπογοητεύθηκαν καὶ δὲν παράτησαν τὴν προσπάθεια. Ἐπέμεναν. Καὶ ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ ἀνοίξουν τὴν σκεπὴ τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου  ἦταν ὁ Ἰησοῦς, γιὰ νὰ τὸν βροῦν. Καὶ ὁ Κύριος χάριν τῆς πίστεως αὐτῶν θεράπευσε τὸν παραλυτικό. Διότι λέγει ὁ εὐαγγελιστής· «Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ὁ Ἰησοῦς ἐπεβράβευσε τὴν πίστι τῶν φίλων τοῦ παραλυτικοῦ, ποὺ ξεπέρασαν ὅλα τὰ ἐμπόδια καὶ τὸν ἔφθασαν, καὶ ἔτσι ἔγιναν μάρτυρες τοῦ θαύματος. Εἶδαν τὸν φίλο τους ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὴν παραλυσία.
Καιρὸς μετανοίας εἶναι τὸ Τριῴδιο. Θὰ ξεπεράσωμε κάθε ἐμπόδιο, κάθε δισταγμό καὶ ἀμφιβολία. Καὶ θὰ φθάσωμε στὸν Κύριο. Θὰ τοῦ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του, γιὰ ἄφεσι, γιὰ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας.