Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 20.10.2013

ΚΥΡΙΑΚῌ ΔΕΚΑΤῌ ΕΒΔΟΜῌ - (Ὁσίου) (Γαλ 5,22-6,2)
Καὶ σήμερα τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἐπιλεγμένο γιὰ τὴν μνήμη τοῦ ὁσίου τῆς ἡμέρας, τοῦ ὁσίου Γερασίμου τοῦ ἐν Κεφαλληνίᾳ, καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν σειρὰ τοῦ Κυριακοδρομίου. Ἐπιλέγομε ἕνα ρητὸ ἀπὸ τὸ κείμενο, ποὺ εἶναι μέρος ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γιὰ νὰ τὸ παρουσιάσωμε ἁπλοϊκά.
Τὸ ἐπιλεγμένο γιὰ ἀνάπτυξι χωρίο εἶναι· «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίες». Δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ σταύρωσαν τὴν σάρκα τους μαζὶ μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες. Ἀπὸ τὸ χωρίο φαίνεται ὅτι ὑπάρχουν πλέον οἱ ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι μακρυὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ἢ οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου. Μὲ τὴν λέξι κόσμος δηλώνεται τὸ κάθε τι ποὺ ἐναντιώνεται τὴν Ἐκκλησία, ἢ ποὺ εἶναι ἐξω καὶ μακρυὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴν ἀπαρτίζουν ἄνθρωποι ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν, μέσα στὸν ὁποῖο ζοῦμε. Ὅσοι ἀπαρνοῦνται τὸν κόσμο καὶ πιστεύουν, μὲ τὴν βάπτισί τους γίνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν κόσμο. Μόνον οἱ μοναχοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀπὸ τὴν ὥρα τῆς ἀφιερώσεως ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ δημιουργοῦν τὶς μοναστικὲς κοινότητες. Οἱ λοιποὶ πιστοὶ μένουν μέσα στὸν κόσμο. Ἀνέκαθεν ζοῦσαν κανονικὰ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους στὴν ἴδια κοινωνία, μὲ τὶς ἴδιες συνήθειες, καὶ δὲν εἶχαν ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικὰ γιὰ νὰ ξεχωρίζουν. Αὐτὸ ποὺ τοὺς διαφοροποιεῖ εἶναι ἡ πίστις. Ἡ πίστις ὅμως καὶ ἡ ὅλη πνευματικὴ διαγωγὴ τῶν πιστῶν εἶναι ἐσωτερικὰ καὶ ἀφανῆ γνωρίσματα. Τὸ βάθος τῆς πνευματικότητος τῶν πιστῶν δὲν φαίνεται ἐξωτερικά. Ἂν συναντήσουμε δύο ἀνθρώπους μπροστά μας, δὲν μποροῦμε ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνισι νὰ διακρίνωμε τὸν πιστὸ ἢ τὸν ἄπιστο. Γιὰ τὸ ἐσωτερικὸ γνώρισμα τοῦ πιστοῦ μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ τὴν προκείμενη φρᾶσι· «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίες». Καὶ αὐτὸ μόνον τοὺς διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὸν ὑπόλοιπο κόσμο.
Ὁ κόσμος μέσα στὸν ὁποῖο γεννήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ πορεύθηκε ἱστορικὰ δὲν ἦταν ἀγγελικός. Οἱ ἄνθρωποι βούλιαζαν μέσα στὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα ὑπηρετοῦσαν πιστὰ καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις τὰ θεοποιοῦσαν. Τὰ πάθη τῆς σαρκὸς ὄχι μόνον δὲν τὰ πολεμοῦσαν, ἀλλὰ τὰ ὑπηρετοῦσαν μὲ εὐλάβεια. Ἡ πορνεία, γιὰ παράδειγμα, ἦταν μέρος καὶ τρόπος ἐκδηλώσεως τῆς θρησκευτικῆς λατρείας. Σὲ ἕναν τέτοιο κόσμο γεννήθηκε ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ λειτουργήση θεραπευτικὰ ἐναντίον τῶν κακιῶν, τῶν παθῶν, τῆς ἁμαρτίας, χαράζοντας ἕναν δρόμο σωτηρίας καὶ λυτρώσεως, καὶ κηρύσσοντας τὸν πόλεμο κατὰ τῆς φθορᾶς.
Οἱ πιστοὶ ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας πορεύονται ἀντίθετα καὶ κόντρα στὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες τοῦ κόσμου. Ζοῦν μέσα στὸν κόσμο μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Δὲν ἔχουν ξεχωριστὲς συνοικίες. Δὲν ἀποτελοῦν εἰδικὴ κοινωνικὴ ὁμάδα, μὲ ἐξωτερικὰ γνωρίσματα. Ἐνῶ εἶναι μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους, διαφοροποιοῦνται μόνον στὸ γεγονὸς ὅτι δὲν μετέχουν στὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες τοῦ κόσμου. Λειτουργοῦν μέσα στὴν κοινωνία ὡς δύναμι ἐναντίον τοῦ κακοῦ. Συντηροῦν τὴν κοινωνία καὶ τὴν διασώζουν ἀπὸ τὴν σῆψι τῆς φθοροποιοῦ ἁμαρτίας. Εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τοὺς πιστούς· «Ἐσεῖς εἶστε τὸ ἁλάτι τῆς γῆς». Ὅπως τὸ ἁλάτι συντηρεῖ καὶ νοστιμεύει τὶς τροφές, ἔτσι καὶ οἱ πιστοὶ λειτουργοῦν ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, μέσα στὴν κοινωνία.
Αὐτοί, «οἱ τοῦ Χριστοῦ», ἔχουν σταυρώσει τὴν σάρκα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχουν θανατώσει, ἔχουν σταυρώσει τὸν παλαιὸ σαρκικὸ ἑαυτό τους. Στὰ χρόνια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τότε ποὺ ἔγραψε τὴν ἐπιστολή, οἱ εἰσερχόμενοι στὴν Ἐκκλησία ἦταν ἐνήλικες μὲ παρελθὸν στὴν ζωή τους. Προέρχονταν ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς φθορᾶς. Κατὰ τὸ παρελθόν, ὅσο ἦσαν μέσα στὸν κόσμο τῆς φθορᾶς, καὶ προτοῦ νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια, ὑπηρέτησαν τὰ πάθη. Ὅμως μὲ τὴν εἴσοδό τους στὴν Ἐκκλησία νέκρωσαν τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ πλέον ζοῦν καὶ πορεύονται στὸν νέο κόσμο τῆς «καινῆς κτίσεως», ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Σήμερα, ποὺ ἐφαρμόζεται ὁ νηπιοβαπτισμός, δὲν ἀλλάζει τίποτε, διότι ναὶ μὲν νήπια εἰσέρχονται στὴν Ἐκκλησία, ὅμως οἱ περισσότεροι ζοῦν ἀδιάφοροι, ἕως ἐχθρικοί, στὰ θέματα τῆς πνευματικῆς «κατὰ Χριστόν» θρησκευτικῆς ζωῆς. Συμπεριφέρονται ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες. Συμβαίνει κατὰ κανόνα νὰ  γνωρίσουν τὸν Χριστὸ σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς τους σὲ μεγάλη ἡλικία, καὶ τὸτε γίνονται συνειδητοὶ χριστιανοί, τότε γίνονται «οἱ τοῦ Χριστοῦ». Καὶ ἀπὸ τότε πλέον πορεύονται ἔχοντας θανατώσει, ὄχι τὸ σῶμα τους, ἀλλὰ τὶς παλαιὲς συνήθειες τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ τὸ θέμα λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος· «Σάρκα ἐδῶ ὀνομάζει τὶς πονηρὲς πράξεις. Αὐτὲς τὶς παλαιὲς συνήθειες θανάτωσαν ὄχι τὴν σάρκα, διότι ἂν θανάτωναν τὸ σάρκινο σῶμα πῶς θὰ ζοῦσαν»;
Αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ στὴν ζωὴ τῶν πιστῶν δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεσις. Γιὰ νὰ φθάση κανεὶς νὰ σταυρώση τὰ πάθη του χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια καὶ πολὺς κόπος. Τὰ πάθη δὲν ἀντιμετωπίζονται εὔκολα. Πόσο εὔκολα μπορεῖ κάποιος νὰ κόψη τὴν κακὴ συνήθεια τοῦ καπνίσματος, τῆς χαρτοπαιξίας, τοῦ ἀλκοόλ; Πόσο εἶναι εὔκολο νὰ κάνη ἔλεγχο κανεὶς στὴν γλῶσσα του, στὸν θυμό, στὸν ἐγωϊσμό; Δὲν εἶναι εὔκολα αὐτά. Ὅμως αὐτὸς εἶναι ὁ ἀγῶνας καὶ ἡ προσπάθεια τοῦ πιστοῦ. Καὶ ἡ ἐπιτυχία ἔρχεται ἐπειδὴ τὸν ἀγῶνα τοῦ πιστοῦ τὸν συντρέχει καὶ τὸν σκεπάζει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ κάνη τὸ παραμικρό. Ἡ νίκη κατὰ τῶν παθῶν καὶ ὁ ἔλεγχός τους ὀφείλεται στὸν φιλάνθρωπο Θεό. Αὐτοὶ εἶναι «οἱ τοῦ Χριστοῦ», ὅσοι ἀγωνίζονται μέν, ἀλλὰ δὲν στηρίζονται στὶς δικὲς τους δυνάμεις καὶ δυνατότητες, στηρίζονται στὴν παντοδύναμι χάρι τοῦ Θεοῦ. Ἀγῶνας μὲ σύμμαχο τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἔχω σταυρωθεῖ μαζί μὲ τὸν Χριστό, δὲν ζῶ πιὰ ἐγώ, ἀλλὰ ζῆ μέσα μου ὁ Χριστός». Νά, «οἱ τοῦ Χριστοῦ» ἔτσι σταυρώνουν τὴν σάρκα καὶ ἐλέγχουν τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες. Καὶ λέγει πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος· «Τὸ σταυρωμένο εἶναι νεκρὸ καὶ ἀνενέργητο», γιὰ νὰ δείξη ὅτι οἱ ἐπιθυμίες ὑπάρχουν μὲν καὶ ἐνοχλοῦν, ἀλλὰ μάταια λυσσομανοῦν, διότι εἶναι πιὰ κάτω ἀπὸ ἔλεγχο.

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13.10.2013

ΚΥΡΙΑΚῌ ΔΕΚΑΤῌ ΕΚΤῌ -
ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (Τίτ 3,8-15)
Ἡ Κυριακὴ ποὺ γίνεται μετὰ τὶς ἕνδεκα Ὀκτωβρίου εἶναι ἀφιερωμένη στοὺς Πατέρες τῆς ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καὶ γι’ αὐτό, τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα δὲν εἶναι ἀπὸ τὴν σειρὰ τοῦ Κυριακοδρομίου, ἀλλ’ εἶναι ἐπιλεγμένο γιὰ τοὺς Πατέρες. Ὁ ἅγιος ἀπόστολος Τίτος δέχεται ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου μὲ ὁδηγίες γιὰ τὴν ἄσκησι τοῦ ἱεροῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος. Μέρος αὐτῶν τῶν ἀποκαλύψεων καὶ ὁδηγιῶν, ἀκούγεται σήμερα. Θὰ ἀναλύσουμε μόνο μέρος, τὴν ἀρχή, τῆς περικοπῆς.
Παραλήπτης τῆς ἐπιστολῆς εἶναι ὁ Τίτος στὴν Κρήτη, ἀλλὰ ὅλα τὰ κείμενα τοῦ Παύλου, ὅλη ἡ ἁγία Γραφὴ γενικά, ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τοὺς πιστούς.
Ἡ ἁγία Γραφὴ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ αὐτὸς ὁ λόγος, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι «πιστός», εἶναι λόγος λόγος ἀξιόπιστος. Μποροῦμε καὶ πρέπει νὰ τὸν ἐμπιστευθοῦμε σὲ ἀπόλυτο βαθμό.
Στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις μας ἐμεῖς ποιὸν ἐμπιστευόμαστε; Ἐμπιστευόμαστε κάποιον, ποὺ ἡ μέχρι τώρα συμπεριφορὰ του ἦταν καθόλα τίμια καὶ συνεπής. Κάθε λόγος του ἦταν λόγος τιμῆς. Ποτὲ δὲν ἐκμεταλλεύθηκε καταστάσεις, εἶχε δυνατότητα νὰ πράξη κατὰ τὸ συμφέρον του, ἀλλὰ δὲν τὸ ἔπραξε. Παρουσίασε ἀξιοθαύμαστη συνέπεια, ποὺ μᾶς πείθει ὅτι μποροῦμε νὰ τὸν ἐμπιστευθοῦμε. Τὸ τίμιο καὶ συνεπὲς παρελθὸν καὶ ἡ ὅλη διαδρομή του ἐγγυῶνται τὸ ἀξιόπιστο καὶ στὸ μέλλον. Ὁ Κύριος μᾶς δίδει κάποιες ὑποσχέσεις. Ὑπόσχεται μὲ τὴν χάρι του νὰ μᾶς καταστήση, σύμφωνα μὲ τὴν χαρμόσυνη ἐλπίδα του, κληρονόμους τῆς αἰωνίου ζωῆς. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ ὑπόσχεσις, αὐτὸς ὁ λόγος εἶναι ἀξιόπιστος. Τὸν ἐμπιστευόμαστε διότι ὁ Κύριος ἔχει δείξει κατὰ τὸ παρελθὸν ὅτι τηρεῖ πιστὰ τὶς ὑποσχέσεις του. Ἔκανε μὲ τὸν ἄνθρωπο συνθῆκες καὶ συμφωνίες. Τήρησε πιστὰ πάντα τοὺς ὅρους τῶν διαθηκῶν. Ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν ἀνθρώπων ὑπῆρξαν πάντοτε οἱ παραβάσεις. Ὁ ἄνθρωπος φάνηκε ἀναξιόπιστος, καὶ μὴ τηρητὴς τῶν ὑποσχέσεών του. Ποτὲ ὅμως ὁ Θεός. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ συνέπεια κατὰ τὸ παρελθὸν εἶναι ἡ ἐγγύησις ὅτι ὁ Θεὸς καὶ τώρα θὰ τηρήσει τὸν λόγο του, καὶ ὅσα ὑπόσχεται θὰ τὰ ἐφαρμόσει. Ἔτσι φθάνει ὁ ἀπόστολος νὰ τονίζη ὅτι εἶναι «πιστὸς ὁ λόγος». Σχολιάζοντας ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τὸν παραπάνω λόγο λέγει· «Ἐπειδὴ μίλησε ὁ Κύριος καὶ ὑποσχέθηκε γιὰ τὰ μέλλοντα καὶ ὄχι τὰ παρόντα, τονίζει ὁ ἀπόστολος τὴν ἀξιοπιστία, τὴν φερεγγυότητα. Εἶναι ἀληθινὰ αὐτά. Καὶ τοῦτο φαίνεται ἀπὸ ὅσα μέχρι τώρα ἔγιναν. Διότι αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸση ἀνομία καὶ τόσα κακά, εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ μᾶς χαρίσει καὶ τὰ μέλλοντα μὲ βεβαιότητα, ὅσο ἐμεῖς θὰ παραμένουμε κάτω ἀπὸ τὴν χάρι του. Ἐξ ἄλλου ὅλα προέρχονται ἀπὸ τὴν ἴδια φιλάνθρωπη κηδεμονία». Σχολιάζει καὶ ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος καὶ λέγει· «Πιστὸς ὁ λόγος. Ἐπειδὴ εἶπε γιὰ τὰ μέλλοντα, ἐπικαλεῖται ὁ ἀπόστολος τὴν ἀξιοπιστία τοῦ Κυρίου. Καὶ εἶναι φανερὴ καὶ βέβαιη αὐτὴ ἡ ἀξιοπιστία ἀπὸ ὅσα μέχρι τώρα ἔγιναν. Διότι σίγουρα αὐτὸς ποὺ ἔδωσε τόσα μέχρι τώρα, θὰ δώση καὶ αὐτὰ ποὺ τώρα ὑπόσχεται ὅτι θὰ δώσει στὸ μέλλον».
Ἀπὸ τὰ παραπάνω φαίνεται ὅτι ὁ Κύριος ἀπέδειξε στὸ παρελθὸν τὴν ἀξιοπιστία του. Τήρησε πάντοτε τὸν λόγο του.
Ὅταν ὁ Κύριος δίδασκε τόνισε ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ σίγουρο καὶ σταθερὸ ἀπὸ τὸν λόγο του. Εἶπε χαρακτηριστικά· «Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι…  ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ παρέλθουν, οἱ λόγοι μου ὅμως δὲν θὰ παρέλθουν, ἀλλὰ θὰ πραγματοποιηθοῦν ἐξ ὁλοκλήρου». Φαίνεται ὅτι ὁ κόσμος εἶναι παντοτεινός. Δὲν εἶναι. Κάποτε θὰ ἔλθη το τέλος του, ὅπως κάποτε πῆρε μία ἀρχή. Μάλιστα κάποιοι εἰδικοὶ ἔχουν ὑπολογίσει καὶ τὸν χρόνο διάρκειας ζωῆς γιὰ τὴν γῆ καὶ τὸν ἥλιο. Ὁ κόσμος θὰ παρέλθη διότι δὲν εἶναι αἰώνιος. Ὁ ὑλικὸς κόσμος, τὸ σύμπαν ποὺ μᾶς περιβάλλει καὶ μέσα στὸν ὁποῖο κινεῖται ὁ ἄνθρωπος, μεταβάλλεται, φθείρεται, παλαιώνει καὶ τελειώνει. Ὁ λόγος ὅμως τοῦ Κυρίου θὰ παραμένη γιὰ πάντα ἀληθινός, γιὰ πάντα πιστός, ὅπως εἶναι ἀληθινὸς γιὰ πάντα καὶ ὁ Κύριος. Καὶ στὴν περίφημη «ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία» του πάλι τόνισε ὁ Κύριος καὶ εἶπε· «Σᾶς διαβεβαιώνω μὲ κάθε ἐπισημότητα ὅτι ὅσο ὑπάρχει ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, οὔτε ἕνα γιώτα ἢ ἕνα κόμμα δὲν θὰ παραπέση ἀπὸ τὸν νόμο, μέχρι τὴν στιγμὴ ποὺ ὅλα θὰ πραγματοποιηθοῦν». Σε αὐτὸν τὸν λόγο ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ὀφείλομε νὰ δείξωμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη. Δὲν ἀφήνει ὁ Κύριος περιθώρια γιὰ παρεξηγήσεις καὶ ἀμφιβολίες. Ὁ λόγος του εἶναι «τὸ ναί, ναί, καὶ τὸ ὄχι, ὄχι». Εἶναι πέρα ἀπὸ κάθε ἀμφιβολία «Πιστὸς ὁ λόγος» τοῦ Κυρίου, καὶ τονίζω, στὸ σύνολό του. Ἔτσι δὲν μᾶς δίδεται τὸ δικαίωμα νὰ διαλέγωμε καὶ νὰ ξεχωρίζωμε κὰποιο μέρος τοῦ λόγου του καὶ νὰ τὸ δεχώμαστε, καὶ ἄλλο νὰ τὸ ἀπορρίπτωμε. Πιστὸς εἶναι ὁ λόγος στὸ σύνολό του, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος, μέχρι καὶ τὴν πιὸ μικρὴ λεπτομέρεια. Στὸ λόγο τοῦ Κυρίου δὲν ὑπάρχουν σημαντικὰ καὶ ἀσήμαντα, μικρὰ καὶ μεγάλα, ὅλος ὁ λόγος του εἶναι σημαντικὸς καὶ μεγάλος καὶ σωτήριος. Ὅταν ἔδωσε τὴν ἐντολὴ στοὺς μαθητές του νὰ πορευθοῦν καὶ νὰ κηρύξουν στὸν κόσμο, τοὺς τόνισε τό· «Διδάσκοντες τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». Νὰ τοὺς διδάσκετε «νὰ ἐφαρμόζουν ὅλα ὅσα σᾶς δίδαξα». Ὅλα, χωρίς νὰ γίνεται καμμία ἐπιλογή. Τὸ εἶπαμε καὶ ἄλλοτε ὅτι στὸν λόγο τοῦ Κυρίου ἐμεῖς δὲν μποροῦμε, δὲν ἔχομε δυνατότητα, δὲν ἔχομε οὔτε κανένα δικαίωμα, νὰ διορθώσωμε κανένα λάθος, διότι λάθη δὲν ὑπάρχουν στὸν λόγο τοῦ Κυρίου. Δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ θὰ προσθέσωμε κάτι καινούργιο ἢ ἐπὶ πλέον στὸν λόγο τοῦ Κυρίου. Νεωτερισμοὶ δὲν ἐπιτρέπονται. Ἀλλὰ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ διαγνώσωμε ὅτι κάποιο μέρος ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου ξεπεράσθηκε καὶ πρέπει νὰ τὸ καταργήσωμε. Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου εἶναι πιστός, ἀληθινὸς καὶ αἰώνιος.
Καὶ ἐνῶ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σταθερότητα καὶ φερεγγυότητα ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ λόγου του, ζητούμενο εἶναι ἡ δική μας θέσις καὶ ἀντιμετώπισις ἔναντι τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος στὸν σχόλιό του καταλογίζει τὴν δική μας εὐθύνη, καὶ σημειώνει τὴν ἀνάγκη «ἐμεῖς νὰ παραμείνωμε κάτω ἀπὸ τὴν χάρι του». Τοῦτο ἀποτελεῖ προϋπόθεσι γιὰ τὰ ἀγαθά, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος νὰ μᾶς χαρίση στὸ μέλλον. Ὅπως μᾶς χάρισε κατὰ τὸ παρελθόν, ἔτσι θὰ γίνη καὶ στὸ μέλλον, ὅσο ὅμως ἐμεῖς θὰ εἴμαστε πιστοὶ στόν «πιστὸ λόγο» τοῦ Κυρίου.

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 06.10.2013

ΚΥΡΙΑΚῌ ΔΕΚΑΤῌ ΠΕΜΠΤῌ (Β΄Κορ 4,6-15)
Ἀκοῦμε σήμερα τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ μᾶς λέγη· «Ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους  φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Καὶ σὲ αὐτὰ τὰ σύντομα λόγια θὰ προσπαθήσωμε νὰ ἐμβαθύνωμε. Διότι ἐδῶ ἀποκαλύπτεται ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μπορεῖ νὰ γίνη ἡ ἐμβάθυνσις καὶ κατανόησις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Τὶ σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Σήμερα θὰ τὰ λέγαμε· Ὁ Θεὸς ποὺ διέταξε, κατὰ τὴν δημιουργία, νὰ λάμψη τὸ φῶς μέσα στὸ σκοτάδι ποὺ ἐπικρατοῦσε, αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔλαμψε μέσα στὶς καρδιές μας καὶ μᾶς φώτισε γιὰ νὰ γνωρίσωμε καὶ νὰ μεταδώσωμε καὶ στοὺς ἄλλους τὴν φωτεινὴ καὶ καθαρὴ γνῶσι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ποὺ φανερώθηκε μέσα ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
«Φῶς ἀναλλοίωτον Λόγε, φωτὸς Πατρὸς ἀγεννήτου, ἐν τῷ φανέντι φωτί σου, σήμερον ἐν Θαβωρίῳ, φῶς εἴδομεν τόν, Πατέρα, φῶς καὶ τὸ Πνεῦμα, φωταγωγοῦν πᾶσαν Κτίσιν», ψάλλομε καὶ ἀναγνωρίζομε Φῶς τὸν Λόγο, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, Φῶς ἀγέννητο τὸν Πατέρα, Φῶς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Φῶς οὐράνιο, ὑπερκόσμιο, ἄκτιστο, θεῖο εἶναι ὁ Δημιουργὸς Θεός μας, ποὺ διέταξε μόνο, καὶ ἀμέσως ἔγινε τὸ φῶς κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς δημιουργίας. Καὶ μέσα σὲ αὐτὸ τὸ φῶς πῆραν, μὲ ἐντολὴ τοῦ Δημιουργοῦ ὕπαρξι ὅλα ὅσα συγκροτοῦν τὸν κόσμο, ὅλο τὸ σύμπαν.
Αὐτὸς ὁ ἴδιος Θεὸς μας, εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔλαμψε μέσα στὶς καρδιές μας, γιὰ νὰ γνωρίσωμε ἐμεῖς, ἀλλὰ καὶ νὰ μεταδώσωμε καὶ στοὺς ἄλλους τὴν καθαρὴ γνῶσι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Ἀποκαλύπτει ἔτσι ὁ ἀπόστολος ὅτι ἡ γνῶσις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἀντιληπτικὴ ἱκανότητα τοῦ νοῦ μας. Αὐτὴ ἡ γνῶσις δὲν εἶναι ὑπόθεσις ἐπιχειρημάτων καὶ ρητορίας, οὔτε καὶ φιλοσοφικῶν θεωρήσεων. Γιὰ νὰ προσεγγίση ὁ ἄνθρωπος τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὴν γνωρίση, ἀπαιτεῖται ὁ θεῖος φωτισμός.
Ὁ νοῦς εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος, ὄχι μόνο ἔχει τὴν δυνατότητα, ἀλλὰ ἔχει ἐντολὴ ἀπὸ τὸν Δημιουργό, νὰ κατακτήση, «νὰ κυριεύση», τὸν κόσμο καὶ νὰ τὸν φυλάξη. Καὶ σήμερα θαυμάζομε γιὰ τὶς κατακτήσεις τοῦ ἀνθρώπου πάνω στὸν ὑλικὸ κόσμο. Αὐτὸ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, γιὰ τὴν γνῶσι τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δόξης του, δὲν φθάνει ὁ νοῦς. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι δημιούργημα ποὺ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ κατακτήση. Γιὰ νὰ μπορέση ὁ ἄνθρωπος νὰ γνωρίση τὸν Θεὸ χρειάζεται ὁ θεῖος φωτισμός. Καὶ δὲν εἶναι ὑπόθεσις μόνον τοῦ νοῦ, ἀλλὰ τῆς καρδιᾶς. Τὸ τονίζει αὐτὸ ὁ ἀπόστολος ὅταν γράφει· «λαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ». Ὅση ἑπομένως γνῶσι ἔχομε σχετικὰ μὲ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ μὲ τὴν δική του λάμψι φωτίζεται ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ προσεγγίση τὸ μεγαλεῖο του. Ὅσοι, κατὰ συνέπεια, ζητοῦν λογικὰ καὶ γνωστικὰ ἐπιχειρήματα γιὰ νὰ ἀποδεχθοῦν τὸν Θεό, ματαιοπονοῦν.
Δὲν γίνεται ὁ Θεὸς κατανοητὸς μὲ τὶς αἰσθήσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι κατάλληλες γιὰ τὴν ἔρευνα καὶ κατανόησι τοῦ ὑλικοῦ καὶ ὁρατοῦ κόσμου. Καὶ δὲν μποροῦμε μὲ τὰ μέσα ποὺ ἐρευνοῦμε τὸν ὑλικὸ κόσμο νὰ ἔχομε πρόσβασι στὸν ὑπερβατὸ καὶ πνευματικὸ κόσμο. Καὶ δυστυχῶς οἱ περισσότεροι ζητᾶμε μὲ τὸν δικό μας λόγο, δηλαδὴ χωρὶς τὰ κατάλληλα μέσα, νὰ γνωρίσωμε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπειδὴ μὲ βεβαιότητα δὲν ἐπιτυγχάνεται ὁ στόχος, ὁδηγούμαστε στὴν ἄρνησι καὶ ἀπιστία. Εἶναι σὰν νὰ θέλωμε νὰ μετακινηθοῦμε στὴν θάλασσα μὲ μεταφορικὰ μέσα τῆς στεριᾶς. Καὶ τὰ πιὸ τέλεια μεταφορικὰ μέσα τῆς στεριᾶς, στὴν θάλασσα καὶ τὸν ἀέρα εἶναι παντελῶς ἄχρηστα καὶ ἀκατάλληλα, εἶναι ἀτελέσφορα. Ἔτσι καὶ ὁ νοῦς ἐνῶ εἶναι τὸ κατάλληλο ὄργανο γιὰ τὴν γνῶσι τοῦ κόσμου, γιὰ τὴν γνῶσι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἀπαιτεῖται ὁ νοῦς νὰ εἶναι φωτισμένος ἀπὸ τὴν θεία ἔλλαμψι. Καὶ τότε πάλι θὰ γίνη γνωστὴ, ὄχι ἡ οὐσία το Θεοῦ, ἀλλὰ ἡ δόξα του. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος· «Δὲν εἶπε, ὅπως στὴν δημιουργία, νὰ γίνη φῶς, ἀλλ’ ὁ ἴδιος ἔλαμψε. Γι’ αὐτὸ δὲν βλέπομε τὰ αἰσθητὰ πράγματα μὲ αὐτὸ τὸ φῶς, ἀλλὰ βλέπομε τὸν Θεό, μέσα ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ». Γράφει καὶ ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος· «Γιατὶ δὲν κηρύττομε τὸν ἑαυτό μας; Διότι ὁ Θεὸς ἔλαμψε στὶς καρδιές μας . . . ὁ ἴδιος ἔγινε σὲ μας φῶς. Διότι ἔλαμψε μέσα μας στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ μέσω τοῦ Χριστοῦ. Διὰ τοῦ Χριστοῦ λάμπει μέσα μας ὁ Πατέρας καὶ μᾶς χαρίζει τὸν φωτισμὸ τὴς γνώσεως, ὄχι τῆς οὐσίας του, ἀλλὰ τῆς δόξης του».
Τέλος ἡ φρᾶσις «ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ» φανερώνει ὅτι τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ τὴν γνωρίζομε μόνον μέσω τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς ἀποκάλυψε τόσο τὸν Πατέρα ὅσο καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς φανερώνει πρῶτα τὸν ἑαυτό του καὶ στὴν συνέχεια ἀποκαλύπτει στοὺς ἀνθρώπους ὅλη τὴν θεότητα, δηλαδὴ καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Ὅταν ὁ Φίλιππος ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ νὰ τοὺς δείξη τὸν πατέρα, πῆρε τὴν ἀπάντησι·  «Τόσο καιρὸ εἶμαι μαζί σας καὶ ἀκόμα δὲν μὲ γνώρισες Φίλιππε; ὅποιος ἔχει δεῖ ἐμένα, ἔχει δεῖ καὶ τὸν πατέρα». Καὶ στὴν ἀρχιερατικὴ προσευχὴ λέγει ὁ Ἰησοῦς· «Φανέρωσα τὸ ὄνομά σου στοὺς ἀνθρώπους». Ὁ Ἰησοῦς προετοιμάζει τὴν ἀποκάλυψι καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ὅταν λέγει· «Ὅταν θὲ ἔλθει ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας θὰ σᾶς ὁδηγήσει σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια». Καὶ ἀλλοῦ πάλι λέγει· «Σᾶς βεβαιώνω ὅτι συμφέρον σας εἶναι νὰ ἀπέλθω, διότι ἐὰν δὲν ἀπέλθω ὁ παράκλητος δὲν θὰ σᾶς ἔλθει, ἐὰν ὅμως πορευθῶ θὰ σᾶς τὸν στείλω. . . Καὶ ὅταν ἔλθει ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, θὰ σᾶς ὁδηγήσει σὲ κάθε ἀλήθεια». Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἔχει ὅλες τὶς μαρτυρίες.
Ἡ πίστις μας στὸν ἅγιο Τριαδικὸ Θεὸ δὲν στηρίζεται σὲ καμμία ἀνθρώπινη ἐπινόησι, ὅπως ὑποστηρίζουν πολλοὶ λογοκρατούμενοι καὶ ἀρνητές. Τὸν Θεό μας δὲν τὸν ἐπινοοῦμε ἐμεῖς. Αὐτὸς ὁ ἴδιος ἀποκαλύπτεται σὲ μᾶς ἀπὸ ἀγάπη. Τόση ἀγάπη, ποὺ ἔστειλε τὸν Υἱό του ἐδῶ στὴν γῆ ὡς ἄνθρωπο, καὶ συναναστράφηκε μὲ ἐμᾶς καὶ φανέρωσε τὴν δόξα του, καὶ μᾶς ἀποκάλυψε τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ μποροῦμε νὰ δοῦμε ὅλη τὴν ἁγία Τριάδα. Γιὰ νὰ δοῦμε ὅμως χρειαζόμαστε φῶς. Αὐτὸ τὸ φῶς δὲν εἶναι ὑλικό, τεχνητό, ἀλλὰ εἶναι ἔλλαμψις ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Θεὸς μέσα στὴν καρδιά μας. Αὐτὴν τὴν ἔλλαμψι ἐπιζητοῦσε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὴν προσευχή, ποὺ μονολογοῦσε συχνά· «Κύριε, φώτισόν μου τὸ σκότος».