Σάββατο 27 Απριλίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
28-4-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ  ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (Ἰω 12,1-18)
 


Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων καλύπτει γεγονότα δύο ἡμερῶν.
Τὴν ἕκτη ἡμέρα πρὶν ἀπὸ τὸ πάσχα ἦρθε ὁ Κύριος στὴν Βηθανία καὶ παρεκάθησε σὲ δεῖπνο, στὸ ὁποῖο ἦταν παρὼν καὶ ὁ Λάζαρος τὸν ὁποῖο ἀνέστησε. Στὴν διάρκεια τοῦ δείπνου ἡ Μαρία, εὐγνωμονοῦσα γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ ἀδελφοῦ της, ἄλειψε τὸν Κύριο μὲ πολύτιμο μύρο, ἡ εὐωδία τοῦ ὁποίου γέμισε ὅλο τὸ σπίτι. Ὁ Κύριος δὲν διαμαρτυρήθηκε, οὔτε ἀπέτρεψε τὴν γυναῖκα νὰ προβῆ στὺ μύρωμα, δέχθηκε τὴν εὐγνωμοσύνη τῆς Μαρίας. Ὅμως διαμαρτυρήθηκε ὁ Ἰούδας, ποὺ σὲ λίγες ἡμέρες θὰ προδώση τὸν Κύριό του, λέγοντας· Γιατὶ νὰ μὴ εἶχε πουληθῆ τὸ μύρο γιὰ τριακόσια δηνάρια καὶ νὰ δοθοῦν στοὺς πτωχούς; Μποροῦσε νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τοὺς πτωχοὺς ὁ Ἰούδας περισσότερο ἀπὸ τὸν Κύριο; Γιατὶ ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὴν ἐκδήλωσι εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Κύριο; Δυστυχῶς τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Ἰούδα γιὰ τοὺς πτωχοὺς δὲν εἶναι εἰλικρινές. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς ἀποκαλύπτει τὸ κίνητρό του. Λέγει· Τὸ εἶπε αὐτὸ ὁ Ἰούδας, ὄχι διότι ἐνδιαφερόταν γιὰ τοὺς πτωχούς, ἀλλὰ διότι ἦταν κλέπτης. Αὐτὸς κρατοῦσε τὸ κοινὸ ταμεῖο, καὶ ἀπὸ αὐτὸ ἔκλεβε. Παρεμβαίνει καὶ ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος δικαιολογεῖ τὴν Μαρία, καὶ μὲ πολὺ λεπτὸ τρόπο ἐλέγχει τὸν Ἰούδα. Ἡ Μαρία προλαμβάνει τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου καὶ προσφέρει τὰ μύρα. Ἔτσι τὰ δέχεται ὁ Κύριος. Καὶ ὑποδεικνύει ὅτι τὸ καθῆκον πρὸς τὸν Κύριο προηγεῖται ἔναντι τῶν πτωχῶν, τοὺς ὁποίους πάντοτε θὰ ἔχετε γιὰ νὰ τοὺς φροντίζετε.
Τὰ λόγια τοῦ Ἰούδα ἀκούγονται πολὺ ὡραῖα. Καὶ εἰδικότερα σήμερα, ποὺ κυριαρχεῖ πνεῦμα ἀντιεκκλησιαστικὸ, ἀντικληρικό, ἀντιπνευματικό, καὶ βεβαίως λόγω τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως, βρίσκουν μεγάλη ἀπήχησι. Πράγματι θὰ ἦταν πολὺ ὡραῖα, ἂν θὰ ἦταν καὶ τὸ κίνητρο εἰλικρινὲς γιὰ τοὺς πτωχούς. Ὅμως οἱ πτωχοὶ χρησιμοποιοῦνται μόνον ὡς δικαιολογία. Ὁ πραγματικὸς σκοπὸς τοῦ Ἰούδα ἦταν τὸ δικό του ὄφελος. Ἤθελε νὰ ὑπάρχουν χρήματα στὸ  ταμεῖο γιὰ νὰ ἔχη νὰ κλέβη. Μήπως καὶ σήμερα δὲν ἀκούγονται οἱ ἴδιες φωνές; Θέλετε παραδείγματα; Χάριν τῶν ἀκτημόνων, τουλάχιστον τρεῖς φορές στὸ νεώτερο ἐλληνικὸ κράτος, κατασχέθηκε ἐκκλησιαστικὴ περιουσία. Ἀλλὰ ἀκτήμονες πάλι ὑπάρχουν καὶ ἴσως περισσότεροι, ὅμως κάποιοι ἔγιναν πλουσιώτεροι. Πολλοὶ ἐπικαλούμενοι τοὺς πτωχοὺς, χωρὶς νὰ δίνουν οἱ ἴδιοι τίποτε ὑπὲρ αὐτῶν, ἐνοχλοῦνται διότι οἱ πιστοὶ προσφέρουν λατρεία στὸν Θεό. Ὁ Κύριος δέχεται τὴν εὐγνωμοσύνη καὶ τοὺς πτωχοὺς δὲν τοὺς ἀποκλύει ἀπὸ τὴν φροντίδα.  Στὴν φαινομενικὴ σύγκρουσι καθηκόντων, ποὺ ἀναφαίνεται, προηγεῖται ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν φροντίδα τῶν πτωχῶν. Καὶ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ κατηγορήση τὸν Κύριο ὅτι δὲν ἐνδιαφέρθηκε γιὰ τοὺς πτωχούς, ἀρρώστους, ἀναξιοπαθοῦντες, ἀδυνάτους, κτλ. Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ δὲν ἐμποδίζει τὸ ἐνδιαφέρον πρὸς τοὺς πτωχούς. Ὅποιος λατρεύει τὸν Θεὸ πρῶτα, ἐκεῖνος ἔχει πραγματικὸ καὶ εἰλικρινὲς ἐνδιαφέρον καὶ γιὰ τοὺς πτωχούς.Ἐξ ἄλλου ὅταν ὁ Κύριος ἀναφέρθηκε στὴν ἀγάπη εἶπε πρῶτα ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου, καὶ μετὰ εἶπε· Καὶ τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν. Πρῶτα δοξάζουμε τὸν Θεό καὶ μετὰ ἀσχολούμαστε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ σειρὰ αὐτὴ καθόλου δὲν μειώνει τὴν φροντίδα τῶν πτωχῶν.
Τὰ γεγονότα τὴς ἑπομένης εἶναι συγκλονιστικά. Ἡ φήμη τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἔγινε αἰτία νὰ συγκεντρωθοῦν πολλοὶ ἄνθρωποι γιὰ νὰ τὸν δοῦν ἀναστημένο. Πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς πίστευαν στὸν Χριστό. Αὐτὸ τάραξε τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ πῆραν τὴν ἀπόφασι πιὰ νὰ θανατώσουν καὶ τὸν Χριστὸ καὶ τὸν Λάζαρο. Ἀπὸ τὸ περιστατικὸ αὐτὸ φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι, ὅσοι ἰσχυρίζονται ὅτι, γιὰ νὰ πιστεύσουν θέλουν νὰ δοῦνε κάποιο θαῦμα δὲν εἶναι εἰλικρινεῖς. Οἱ Ἰουδαῖοι εἶδαν τὸ θαῦμα καὶ ὄχι μόνον δὲν πίστευσαν, ἀλλὰ θέλουν νὰ θανατώσουν καὶ τὸν μάρτυρα τῆς ἀναστάσεως καὶ τὸν δημιουργὸ τοῦ θαύματος.
Ὁ ἁπλὸς ὅμως λαὸς χαίρεται καὶ ὑποδέχεται θριαμβευτικὰ αὐτὸν ποὺ ἐξουσιάζει τὰ πάντα. Αὐθόρμητα τὴν ἄλλη ἡμέρα, χωρὶς πρόγραμμα, στρώνουν τὰ ἱμάτιά τους, ἀνεμίζουν βαΐα κλάδων καὶ ψάλλουν τὸν ὕμνο ὑποδοχῆς. Εἰσέρχεται ἔτσι στὴν πόλι τῶν Ἰεροσολύμων θριαμβευτής, καὶ μὲ τὴς ἐπευφημίες τοῦ λαοῦ. «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ». Τὸ γεγονὸς προφητεύθηκε καὶ τώρα βγαίνει ἡ προφητεία ἀληθινή. Ταπεινὸς καὶ πραΰς εἶναι ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ. Δὲν ἔχει βασίλειο ἐπὶ τῆς γῆς. Βασιλεύει στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν καὶ ἡ βασιλεία του εἶναι οὐράνια καὶ αιώνια.
Θεωρῶ πολὺ σημαντικὴ τὴν σημείωσι τοῦ εὐαγγελιστοῦ κατὰ τὴν ὁποία οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου «ταῦτα οὐκ ἔγνωσαν τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα». Καὶ εἶναι σημαντικὴ διότι βεβαιώνει τὴν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Ὁ συγγραφέας δὲν πλάθει μία ἱστορία, ἀλλὰ καταγράφει τὰ γεγονότα. Καὶ ὁμολογεῖ, δὲν ἀποκρύπτει καὶ δὲν ντρέπεται γιὰ τὴν ἀδυναμία τῶν μαθητῶν νὰ κατανοήσουν τὰ γεγονότα. Θὰ τὰ καταλάβουν μετά τὴν δόξα τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ μετὰ τὴν ἀνάστασι καὶ πεντηκοστή, καὶ ἀφοῦ φωτισθοῦν ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Συγχρόνως ὅμως δηλώνεται σὲ ἐμᾶς ὅτι πολλὰ θέματα ἐμεῖς τὰ ἀποδεχόμαστε, τὰ πιστεύομε, ἀλλὰ τὰ κατανοοῦμε ἀργότερα, σὲ κατάλληλο χρόνο. Ἔτσι λειτουργεῖ ἡ πίστις. Μάλιστα δὲ τὰ περισσότερα μυστήρια θὰ μᾶς λυθοῦν τότε καὶ ἐκεῖ, ὅταν βρεθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει· «Τώρα βλέπομε σαν μέσα σὲ μετάλλινο θαμπό καθρέπτη θαμπὰ καὶ ἀκαθόριστα, ὥστε νὰ μᾶς μένουν πολλὰ ἀσαφῆ καὶ σκοτεινά, ἄλυτα προβλήματα καὶ ἀπορίες, τότε ὅμως θα δοῦμε πρόσωπο πρὸς πρόσωπο, φανερὰ καὶ καθαρά».
Τὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ στὰ Ἰεροσόλυμα ἑορτάζομε τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων. Τὸ γεγονὸς συνέβη λίγες ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος καὶ ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Λαζάρου. Τί καὶ ἂν οἱ φανατικοὶ καὶ τυπολάτρες Ἰουδαῖοι σὲ λίγο θὰ τὸν σταυρώσουν. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου. Στὸν θρίαμβό του παρουσιάζει τὸν ἀναστημένο Λάζαρο, ποὺ αὐτὸς στάθηκε ἡ αἰτία γιὰ νὰ παρακινηθὴ ὁ κόσμος στὴν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ. Ὁ θρίαμβος ὅμως θὰ ὁλοκληρωθῆ μὲ τὴν δική του ἀνάστασι, ἀλλὰ μετὰ τὸ πάθος. Ἔρχεται τώρα γιὰ νὰ πάθη. Ἔρχεται μὲ τὴν θέλησί του. Τὸ πάθος εἶναι ἑκούσιο γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι δημιουργικό.


Σάββατο 20 Απριλίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
21-4-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ  ΠΕΜΠΤΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 
ή ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ (Μρ 10,32-45) 
 
Εἴμαστε πρὸς τὸ τέλος τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης τεσσαρακοστῆς, καὶ στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς πέμπτης Κυριακῆς, ἀκοῦμε τὸν Κύριο νὰ ἐνημερώνη λεπτομερῶς τοὺς μαθητές του γιὰ τὸ ἐπερχόμενο πάθος του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀνάστασί του.
Τότε ἀκριβῶς τὸν πλησίασαν ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς ἔχει σὲ τιμητικὴ θέσι, τὸν ἕναν δεξιὰ καὶ τὸν ἄλλο ἀριστερά του. Στὸ αἴτημα αὐτὸ ἀπάντησε ὁ Κύριος καὶ ἔγινε ἀκόμα πιὸ ἀποκαλυπτικός. Πρῶτα μὲ λεπτότητα τοὺς ἐλέγχει, ὅτι δὲν ξέρουν τὶ ζητᾶνε, καὶ μετὰ τοὺς ρωτάει ἂν μπροροῦν νὰ πιοῦν τὸ ποτήρι ποὺ θὰ πιῆ καὶ νὰ βαπτισθοῦν στὸ βάπτισμα ποὺ θὰ βαπτισθῆ. Έκεῖνοι ἀπάντησαν θετικά, καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς βεβαιώνει ὅτι πράγματι θὰ πιοῦν τὸ ποτήρι του καὶ θὰ βαπτισθοῦν ὅπως καὶ ἐκεῖνος, ἀλλὰ τὶς θέσεις νὰ καθίσουν δεξιά του καὶ ἀριστερά, δὲν τὶς δίνει αὐτός, ἀλλὰ δίνονται αὐτὲς, σὲ ἐκείνους γιὰ τοὺς ὁποίους εἶναι ἑτοιμασμένες. Τὸ  αἴτημα ὅμως τῶν δύο ἀδελφῶν προκάλεσε τὴν διαμαρτυρία τῶν ἄλλων δέκα μαθητῶν. Καὶ τότε ὁ Κύριος τοὺς κάλεσε κοντά του καὶ τοὺς εἶπε· Γνωρίζετε ὅτι αὐτοὶ ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν, συμπεριφέρονται σὰν κυρίαρχοί τους. Καὶ ὅσοι ἔχουν μεγάλα ἀξιώματα γίνονται δυνάστες. Δεν θὰ εἶναι ἔτσι σὲ σᾶς, διότι ἂν κάποιος θέλει νὰ γίνη μεγάλος ἀνάμεσά σας, θὰ εἶναι ὑπηρέτης σας, καὶ ὅποιος θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, θὰ εἶναι δοῦλος ὅλων. Καὶ τοῦτο διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦλθε γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετοῦν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετήση, καὶ νὰ δώση τὴν ζωή του λύτρο καὶ ἀντάλλαγμα, γιὰ τὴν σωτηρία τῶν πολλῶν.
Ἔχομε ἐδῶ τὴν εὐκαιρία νὰ χαρακτηρίσωμε τὴν θυσία τοῦ Ἰησοῦ. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος, ἐνῶ γνωρίζει τὶ πρόκειται νὰ συμβῆ στὰ Ἰεροσόλυμα, ὅπου πορεύονται, μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ θυσία τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ἐθελούσια. Διότι θὰ μποροῦσε ἄνετα νὰ μὴ πάη στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ νὰ ἀποφύγη τὸ μαρτυρικὸ τέλος. Ἀντίθετα ἔχει σταθερὴ τὴν ἀπόφασι νὰ πορευθῆ στὸ πάθος μόνο καὶ μόνο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν ἀποφεύγει τὸ μαρτύριο. Ἡ θυσία του πρέπει νὰ γίνη, σύμφωνα μὲ τὸ προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Ἰησοῦς μὲ τὴν θέλησί του πορεύεται πρὸς τὸ σωτήριο, γιὰ τὸν ἄνθρωπο, πάθος.
Στὴν κρίσιμη αὐτὴ στιγμὴ ἐκδηλώνεται μία ἀπρόσμενη ἐνέργεια τῶν δύο ἀδελφῶν Ἰωάννου καὶ Ἰακώβου. Ζητοῦν πρωτοκαθεδρίες τώρα ποὺ νομίζουν ὅτι ἔρχεται ἡ ὥρα ποὺ ὁ Κύριος θὰ ἐγκαθιδρύση τὴν βασιλεία του. Ὡς ἄνθρωποι, ποὺ ἀκόμα δὲν ἔχουν δεχθῆ τὸν φωτισμὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, σκέφτονται κοσμικά, καὶ περιμένουν τὴν ἐγκόσμια ἀποκατάστασι τοὺ Ἰσραήλ. Ἐλπίζουν καὶ προσδοκοῦν ἕνα κοσμικὸ καὶ ἐπίγειο βασίλειο, στὸ ὁποῖο διεκδικοῦν θέσεις καὶ ἀξιώματα. Ἀπὸ τὴν πλάνη τους, ὄχι μόνον θὰ τοὺς ἀπαλλάξη ὁ Κύριος, ἀλλὰ καὶ θὰ τοὺς προετοιμάση γιὰ τὸ δικό τους μαρτύριο. Θὰ πιοῦν καὶ αὐτοὶ τὸ ποτήριο τοῦ μαρτυρίου καὶ θὰ βαπτισθοῦν καὶ αὐτοὶ στὸ βάπτισμα τῆς θυσίας, στὸ ὁποῖο φαίνεται ὅτι, ἄθελά τους, συμφώνησαν, ἀφοῦ ἀπάντησαν θετικὰ στὸν Κύριο, ὅταν τοὺς ρώτησε, ἂν μποροῦν νὰ πιοῦν τὸ ποτήρι του καὶ νὰ βαπτισθοῦν στὸ βάπτισμά του. Ἐπὶ πλέον ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει ὅτι οἱ θέσεις κοντά του δὲν χαρίζονται ἀπὸ αὐτὸν, ἀλλὰ κερδίζονται ἀπὸ ὅσους εἶναι πρόθυμοι καὶ προετοιμασμένοι, νὰ πιοῦν τὸ ποτήρι τοῦ Κυρίου καὶ νὰ βαπτισμοῦν στὸν βάπτισμά του. Βλέπετε ὁ Κύριος δὲν ἐξυπηρετεῖ «ἡμετέρους», δὲν χαρίζεται σὲ κανέναν. «Ἡ δικαιοσύνη του μένει εἰς τὸν αἰῶνα». Ὅποιος τὸ ἀξίζει, ἐκεῖνος θὰ πάρη τὸ βραβεῖο, τὴν θέσι κοντά του στὴν βασιλεία του.
Ἡ δυσφορία τώρα τῶν ὑπολοίπων μαθητῶν γίνεται ἀφορμή, γιὰ νὰ προσδιορίση ὁ Κύριος τὴν ἀποστολὴ καὶ τὸ ἔργο τῶν μαθητῶν του. Οἱ κοσμικοὶ ἄρχοντες γίνονται τύραννοι καὶ ἐξουσιαστές. Ἀντίθετα οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ γίνουν μεγάλοι πρέπει νὰ γίνουν πρῶτα διάκονοι τῶν ἄλλων, καὶ γιὰ νὰ γίνουν πρῶτοι πρέπει πρῶτα νὰ γίνουν ὑπηρέτες τῶν ἄλλων. Αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας εἶναι πολὺ ὡραῖα, καὶ εἶναι κυρίως ἀληθινά, διότι πρῶτος τὰ ἐφαρμόζει ὁ ἴδιος. Δὲν μένουν μιὰ ὡραία διδασκαλία, ἀλλὰ γίνονται ἔργο καὶ ἐφαρμόζονται ἀπὸ τὸν ἴδιο. Δὲν ἦρθε ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετοῦν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὐπηρετήση τοὺς ἀνθρώπους. Ὑπηρέτησε τὸν πεσμένο γιὰ νὰ ἀνασηκωθῆ, τὸν παράλυτο γιὰ νὰ σταθῆ στὰ πόδια του, τὸν τυφλὸ γιὰ νὰ δῆ τὸν κόσμο, τὸν λεπρὸ γιὰ νὸ μπορέση νὰ ζήση μέσα στὴν ἀνθρώπινη κοινωνία, τὸν δαιμονισμένο γιὰ νὰ κινῆται καὶ νὰ μιλάη ὅπως αὐτὸς θέλει καὶ ὄχι ὡς ὄργανο τοῦ διαβόλου. Ὁ Δάσκαλος ὑπηρέτησε τοὺς μαθητές του, καὶ μάλιστα τοὺς ἔπλυνε καὶ τὰ πόδια. Θυσιάζεται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὸ αἷμα του γίνεται λύτρο, γίνεται ἀνταλλακτήριο τῆς ἐλευθερίας τους. Λύτρα εἶναι τὰ χρήματα ποὺ δίδονται γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσι δούλων. Τὸ αἷμα τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ λύτρο τῆς ἐλευθερίας μας.
Θὰ πρέπει νὰ κατάλαβαν οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου, καὶ ἐμεῖς σήμερα, ὅτι ὁ Κύριος ἔκανε μία ἐπανάστασι. Ἀντέστρεψε τοὺς ὅρους τοῦ κόσμου, τῆς δεδομένης λογικῆς. Κήρυξε παραλογισμό. Γιὰ νὰ γίνης μεγάλος πρέπει νὰ γίνης ὑπηρέτης. Γιὰ νὰ γίνης πρῶτος πρέπει νὰ γίνης διάκονος τῶν ἄλλων. Ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου φέρνει ἕναν ἄλλο κόσμο καὶ ἄλλη κλίμακα ἀξιῶν. Φέρνει ἕναν καινούριο κόσμο. «Ἰδοὺ τὰ πάντα γέγονε καινά». Στὸ βασίλειο τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπάρχουν πρωτοκαθεδρίες, ἀλλὰ θυσία καὶ προσφορά. Δὲν ὑπάρχει ἐξουσία καὶ τυραννία, ἀλλὰ διακονία.
Μετὰ ἀπὸ ὅσα εἶπε ὁ Κύριος, φαίνεται ὅτι δὲν ὑπῆρξε συνέχεια οὔτε στὸ αἴτημα τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου, οὔτε καὶ στὴν δυσφορία, τήν «ἀγανάκτησι», τῶν λοιπῶν δέκα μαθητῶν. Πῆραν ὅλοι τὸ μάθημά τους, τὸ ὁποῖο θὰ ἐπισφραγισθῆ μὲ τὴν μοναδικὴ θυσία τοῦ Ἰησοῦ πάνω στὸν Γολγοθᾶ, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν θριαμβευτικὴ ἀνάστασι, ποὺ θὰ ἀκολουθήση τὴν σταύρωσι καὶ τὴν ταφὴ τοῦ Κυρίου.
Μὲ αὐτὰ τὰ δεδομένα θὰ ξεκινήσουν οἱ Ἀπόστολοι τὸ ἔργο στὸν κόσμο. Δὲν διαθέτουν κοσμικὴ ἐξουσία. Δὲν κατακυριεύουν τὸν κόσμο. Δὲν βλέπουν τοὺς ἄλλους ὡς δούλους. Προσφέρουν καὶ προσφέρονται. Γίνονται διάκονοι καὶ διακονοῦν τὸν ἄνθρωπο. Γίνονται δοῦλοι καὶ ὑπηρέτες τῆς ἀγάπης. Δὲν θέλουν νὰ γίνουν «πρῶτοι», ἀλλὰ κυκλοφοροῦν «ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου». Θυσιαστικὰ ὑπηρετοῦν τὸν ἄνθρωπο, καὶ τελικὰ γίνονται οἱ πρωτοπόροι τοῦ νέου κόσμου.

 

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
14-4-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ  ΤΕΤΑΡΤΗ  ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 
ή ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ (Μρ 9, 17-31)

Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούγεται κατὰ τὴν τετάρτη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν, εἶναι τὸ ἴδιο ποὺ ἀκούσαμε καὶ κατὰ τὴν δεκάτη Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου. Ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει ἄνθωπο, ποὺ κατέχεται ἀπὸ πονηρὸ πνεῦμα. Ὁ πατέρας τοῦ πάσχοντος, πρὶν συναντήση τὸν Χριστὸ, προσῆλθε στοὺς μαθητὲς του, οἱ ὁποῖοι ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν. Στὸ ἐρώτημα τῶν μαθητῶν του, γιατί «ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;», ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς· «Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Θὰ ἐπιμείνωμε στὴν ἀπάντησι τοῦ Κυρίου.
Διανύομε τὸ στάδιο τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης τεσσαρακοστῆς, δηλαδὴ περίοδο κατ’ ἐξοχὴν προσευχῆς καὶ νηστείας. Ἔτσι τὰ λόγια τοῦ Κυρίου ἔχουν μία ἰδιαίτερη ἐπικαιρότητα. Καὶ πρέπει νὰ τὰ δοῦμε μὲ προσοχή.  
Καὶ πρῶτα ὅσοι στέκονται προβληματισμένοι μὲ τὴν νηστεία καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ἀναρωτιοῦνται· Ποῦ καὶ πότε ὁ Χριστὸς νομοθέτησε τὴν νηστεία; Καὶ ἀπαντοῦν οἱ ἴδιοι· Ὁ Χριστὸς δὲν ἔδωσε ἐντολὴ νηστείας. Βεβαίως στὸν συλλογισμὸ αὐτὸν εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι, ἀναζητεῖται μία δικαιολογία, γιὰ τὴν μὴ ἐφαρμογὴ τῆς νηστείας. Εἶναι πρόφασις, ὅσων δὲν θέλουν νὰ νηστεύσουν. Σκεφθεῖτε ὅτι κάποιος ἀσθενὴς ἐπισκέπτεται τὸν ἰατρό. Κάνει τὴν ἐξέτασι ὁ ἰατρὸς καὶ δὲν λέγει στὸν ἀσθενή του· «Πρέπει νὰ πάρης ἀντιβίοσι», ἀλλὰ λέγει· «Ἡ περίπτωσις αὐτὴ εἶναι σοβαρὴ, καὶ ἀντιμετωπίζεται μόνο μὲ ἀντιβίοσι». Σᾶς ἐρωτῶ· Μπορεῖ νὰ πὴ ὁ ἀσθενὴς· Δὲν μοῦ εἶπε ὁ ἰατρὸς νὰ πάρω ἀντιβίοσι; Ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ ἰατροῦ φαίνεται ἀβίαστα ὅτι συνιστᾶ ὡς θεραπεία τὴν ἀντιβίοσι. Ἐπιβάλλεται ἡ ἀντιβίοσι. Καὶ ὁ ἀσθενὴς θὰ ἐφαρμόση νοσηλεία μὲ ἀντιβίοσι, γιὰ νὰ γίνη καλά.  Ἀσθενεῖς εἴμαστε ἐμεῖς καὶ ζητᾶμε τρόπο νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ διαβόλου καὶ τῆς ἁμαρτίας. Τὴν ἀπάντησι καὶ λύσι στὴν ἀναζήτησί μας τὴν δίνει ὁ Κύριος, ὅταν λέγει· «Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Ὅμως μοῦ δημιουργεῖται καὶ σὲ μένα τὸ ἐρώτημα· Πῶς ἔπρεπε νὰ νομοθετήση ὁ Χριστὸς τὴν νηστεία, ἀφοῦ λέγει ξεκάθαρα ὅτι μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία μποροῦμε νὰ διώξουμε τὸ γένος τῶν δαιμονίων; Διατηρῶ τὸν φόβο, γιὰ ὅσους προφασίζονται πὼς ὁ Κύριος δὲν νομοθέτησε νηστεία, ὅτι καὶ νὰ ὑπῆρχε στὸν Δεκάλογο τέτοια ἐντολή, θὰ ἐφαρμοζόταν καὶ αὐτὴ τόσο, ὅσο, παραδείγματος χάριν, ἐφαρμόζονται οἱ ἐντολές, γιὰ τὴν μοιχεία, τὴν κλοπή, τὴν ψευδομαρτυρία. Νὰ μὴν ψάχνουμε δικαιολογίες. Ὁ Κύριος σαφέστατα νομοθετεῖ τὴν νηστεία, καὶ τὴν συνιστᾶ ὡς ἀποτελεσματικὸ φάρμακο κατὰ τῶν δαιμόνων. Καὶ τὸ σημαντικότερο εἶναι ὅτι καὶ ὁ ἴδιος, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν νηστεία, νήστευσε γιὰ σαράντα ἡμέρες καὶ νύκτες, γιὰ δικό μας παραδειγματισμό, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης· «Νηστεύων ὁ Κύριος ἀνθρωπίνως, πρὸς ὑποτύπωσιν ἡμῶν, νικᾷ τὸν πειράζοντα, δεικνὺς τὸ ἡμέτερον, καὶ ὅρους ὑπογράφων ἡμῖν». Δηλαδὴ ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπος νήστευσε καὶ νίκησε τὸν πειράζοντα, τὸν διάβολο, γιὰ νὰ μᾶς δώση παράδειγμα καὶ νὰ ὁρίση τὸν δικό μας τρόπο νηστείας.
Ὅλοι πρέπει νὰ προσέξωμε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος μᾶς προτείνει δύο ἀποτελεσματικὰ ὅπλα κατὰ τοῦ διαβόλου, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία. Γιατὶ ἐμεῖς νὰ τὰ ἀχρηστεύσωμε; Γιατὶ νὰ μὴν κάνωμε χρῆσι τοῦ δοκιμασμένου πνευματικοῦ ἐξοπλισμοῦ, γιὰ νὰ μπορέσωμε νὰ ἀντιπαραταχθοῦμε ἀποτελεσματικὰ ἐναντίον τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας; Ἑστιάζω τὸ θέμα περισσότερο στὴν νηστεία, διότι γιὰ τὴν προσευχὴ δὲν ὑπάρχουν τόσες ἀρνητικὲς φωνές, ὅσο γιὰ τὴν νηστεία. Ἀλήθεια, γιατὶ νὰ μὴν ἐφαρμόσωμε τὶς νηστεῖες τῶν σαρακοστῶν, τὶς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία, καθοδηγημένη ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, καθόρισε; Τὰ ἐρωτήματα βεβαίως μένουν ἀναπάντητα. Διότι σήμερα, ὅταν κηρύττομε γιὰ τὴν νηστεία, ἡ φωνή μας ἐπιστρέφει κενή. Κανείς δὲν θέλει νὰ ἀκούση γιὰ νηστεία, γιὰ νηστεία τεσσαρακοστῆς, γιὰ νηστεία Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς. Αὐτά, μᾶς λένε, εἶναι γιὰ τοὺς πτωχοὺς στὸ πνεῦμα, τὶς γιαγιάδες καὶ τοὺς καλογήρους, ἢ ὅτι οἱ ἄνθρωποι νηστεύανε, ὅταν δὲν εἴχανε. Δὲν μπορῶ νὰ μὴν τὸ ἀναφέρω παραπονούμενος· Μεγάλη Παρασκευὴ γίνεται περιφορὰ Ἐπιταφίου, καὶ πολλοί, οὔτε αὐτὴν τὴν μεγάλη καὶ πένθιμη γιὰ τὸν Κύριο ἡμέρα, δίπλα στὸν Ἐπιτάφιο, δὲν σταματοῦν νὰ καταλύουν τὴν νηστεία, καὶ μάλιστα μὲ τρόπο ἐπιδεικτικό. Δὲν ὑπάρχει οὔτε φόβος Θεοῦ οὔτε ντροπὴ ἀνθρώπων. Καὶ ὅμως πρέπει νὰ ἀκούσωμε τὴν ὑπόδειξι τοῦ Κυρίου. Διότι ὅπως ὁ ἀσθενής, ποὺ δὲν ἐφαρμόζει τὶς ὁδηγίες τοῦ ἰατροῦ, δὲν μπορεῖ νὰ περιμένη ἴασι, ἔτσι καὶ ὅταν δὲν ἐφαρμόζονται οἱ ὑποδείξεις καὶ ἐντολὲςτοῦ Κυρίου, δὲν μποροῦμε νὰ ἀντιμετωπίζωμε μὲ ἐπιτυχία τὸν πόλεμο, ποὺ μᾶς κάνει ὁ διάβολος.
Ὡς πιστοὶ χριστιανοὶ ὀφείλομε ὑπακοὴ στὸν Κύριο καὶ τὴν Ἐκκλησία του. Ὄχι ἐπιλεκτικὰ σὲ ὅσα ἐμεῖς θέλομε ἢ μᾶς ἀρέσουν, ἀλλὰ σὲ ὅλα ὅσα ζητάει ἀπὸ μᾶς ὁ Κύριος. Διότι εἶπε στοὺς μαθητές του τό· «Διδάσκοντες τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». Καὶ μέσα στό, πάντα ὅσα σᾶς ἔδωσα ὡς ἐντολή , εἶναι καὶ ἡ νηστεία. Ἡ ὁποία πρέπει νὰ γίνεται μὲ τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογή, μὲ πρόθεσι καὶ διάθεσι καλή, γιὰ νὰ ἔχη ἀξία καὶ γιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματική. Θέλω νὰ τονίσω ὅτι, νηστεία δὲν εἶναι νὰ μὴν καταλύω ἐπειδὴ δὲν ἔχω, ἀλλὰ νὰ ἔχω καὶ νὰ μὴν καταλύω. Ὅπως ἐπίσης νηστεία δὲν εἶναι οἱ περιορισμοὶ τροφῶν, ποὺ ἐπιβάλλει ὁ ἰατρός, γιὰ ἀντιμετώπισι κάποιων παθήσεων. Οὔτε βεβαίως εἶναι νηστεία ἡ δίαιτα, ποὺ γίνεται γιὰ ἀδυνάτισμα. Οὔτε ὁ περιορισμὸς τῶν τροφῶν ποὺ ἐπαγγέλλεται τὸ κίνημα τῶν χορτοφάγων.
Νηστεύομε ἐπειδὴ τὸ ζητάει καὶ τὸ προτείνει ὁ Κύριος. Νηστεύομε ὅταν καὶ ὅπως καθόρισε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.  Νηστεύομε μὲ δική μας ἐλεύθερη ἐπιλογὴ συμμορφούμενοι μὲ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Νηστεύομε ὄχι γιὰ νὰ ἀδυνατίσωμε, οὔτε ἐπειδὴ δὲν ἔχομε, ἀλλὰ διότι χρειαζόμαστε τὴν νηστεία ὡς ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου, στὸν ἀγῶνα ποὺ κάνωμε ἐναντίον του. Νηστεύομε ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νήστευσε, ἀφήνοντας τὴν νηστεία του ὑπόδειγμα σὲ μᾶς. Νηστεύομε ἐπειδὴ, κατὰ τὸ ὑπόδειγμά του, νήστευσαν καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.
 

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
7-4-2013
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΡΙΤΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 
ή ΤΗΣ ΣΤΑΡΟΠΡΥΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ (Μρ 8,34 - 9,1)
Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως τὸ ἀκούσαμε τὸ ἴδιο καὶ τὴν Κυριακὴ τὴν μετὰ τὴν Ὕψωσι τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Καὶ τότε, ἀναφερθήκαμε στὸν προσωπικὸ σταυρό, ποὺ ὁ Θεὸς δίδει στὸν καθένα μας. Τὸ συνδυάσαμε δὲ καὶ μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησί μας, καὶ τὴν εὐθύνη μας. Τώρα θὰ ἑστιάσωμε τὴν προσοχή μας σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς περικοπῆς.
Ὁ Ἰησοῦς ἦρθε ἐδῶ στὴν γῆ ταπεινός, πτωχός, μεγαλωμένος σὲ χωριὸ, ὄχι ἁπλῶς ἄσημο ἀλλὰ κακόφημο, τὴν Ναζαρέτ. Αὐτὰ τὰ στοιχεῖα δὲν ἀφήνουν περιθώρια γιὰ θαυμασμό. Ὅμως παρὰ τὴν ταπεινὴ καταγωγή, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεός. Θὰ ἔπρεπε οἱ ἄνθρωποι νὰ τὸν διακρίνουν καὶ νὰ τὸν ἀναγνωρίσουν. Ὅπως τὸν διέκρινε καὶ τὸν ἀνεγνώρισε ὁ Φίλιππος, ὁ ὁποῖος εἶπε στὸν φίλο του Ναθαναὴλ· «Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ». Ὁ Ἰησοῦς εἶναι τὸ πρόσωπο ποὺ συγκέντρωνε πάνω του ὅλες τὶς προφητεῖες γιὰ τὸν Μεσσία, τὸν Λυτρωτή. Αὐτὸς εἶναι ἡ «προσδοκία τῶν ἐθνῶν». Δὲν μπόρεσαν ὅμως ὅλοι νὰ τὸν διακρίνουν. Δὲν τὸν διέκριναν καὶ δὲν τὸν κατενόησαν στὴν ἀρχὴ οὔτε αὐτὰ τὰ παιδιὰ τοῦ Ἰωσήφ, μὲ τὰ ὁποῖα μεγάλωσε. Καὶ σὲ μία περίπτωσι, ποὺ ὁ Ἰησοῦς ἀφοσιωμένος στὴν διδασκαλία δὲν εἶχε καιρὸ οὔτε νὰ φάη, πῆγαν νὰ τὸν πιάσουν, διότι νόμιζαν ὅτι ἔχασε τὰ μυαλά του· «Ἔλεγον γὰρ ὅτι ἐξέστη». Οἱ δὲ γραμματεῖς, ὡς καὶ συνεργὸ τοῦ Βελζεβουούλ τὸν χαρακτήρισαν. Δὲν εἶχαν ὅλοι τὴν διάκρισι ποὺ ἔδειξε ὁ Φίλιππος.
Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους κρατάει μία θέσι ἔναντι τοῦ Ἰησοῦ. Ἔτσι ἄλλοι τὸν ἀναγνωρίζουν Θεὸ καὶ λυτρωτή, καὶ ἄλλοι τὸν ἀρνοῦνται, τὸν συκοφαντοῦν, τὸν βλασφημοῦν, ἢ τὸν θεωροῦν ἕναν ἀκόμη μύστη. Ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀναγνωρίζουν ὡς Θεό, ἀλλὰ ντρέπονται νὰ τὸν ὁμολογήσουν δημόσια, φωναχτά. Γιὰ ὅλους αὐτοὺς ποὺ δὲν τὸν ἀναγνωρίζουν καὶ δὲν τὸν ὁμολογοῦν λέγει ὁ Κύριος· Ὅποιος ντρέπεται γιὰ μένα καὶ γιὰ τὰ λόγια μου σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο τὸν ἄστατο καὶ ἁμαρτωλό, θὰ ντροπιασθῆ ἀπὸ τὸν υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου ὅταν θὰ ἔρθη μὲ τὴν δόξα τοῦ πατέρα του συνοδευόμενος ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους. Δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἀναγνωρίση ὡς δικό του, καὶ ἑπομένως δὲν θὰ τὸν κρίνει ἄξιο γιὰ σωτηρία, ἐκεῖνον ποὺ ντρέπεται νὰ τὸν ὁμολογήση Θεό. Ποὺ ντρέπεται ὄχι μόνον γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὴν ζωή του, ἀλλὰ καὶ τοὺς λόγους του, τὴν διδασκαλία του. Τὸ διασαφηνίζει αὐτὸ ὁ Κύριος καὶ λέγει· «Ὃς ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς λόγους μου». Καὶ ἐπειδὴ εἶναι προσωπικὴ ἡ εὐθύνη μας, καλόν εἶναι νὰ θυμηθοῦμε τί συμβουλεύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸν μαθητὴ του Τιμόθεο, ὅταν τοῦ λέγει· «Μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν». Τιμόθεε, λέγει, μὴ δειλιάσης ποτέ καὶ μὴ ἐντραπῆς, νὰ ὁμολογῆς τὴν καλή μαρτυρία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ συμβουλὴ πρὸς τὸν Τιμόθεο εἶναι συμβουλὴ καὶ γιὰ ἐμᾶς, ποὺ ζοῦμε καὶ ἐμεῖς, «ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ». Ὀνομάζει τὴν γενεὰ μοιχαλίδα καὶ ἁμαρτωλή, διότι, κατὰ τὸν Ζιγαβηνό, ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ σπέρνει εὐσέβεια, καὶ ἀκολουθεῖ τὸν δαίμονα ποὺ σπέρνει τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν κακία. Διότι, κατὰ τὸν Θεοφύλακτο, ἐγκατέλειψε τὸν ἀληθινὸ νυμφίο, καὶ στράφηκε πρὸς ἄλλον, ἀπὸ τὸν ὁποῖο δέχεται σπέρματα ἀσεβείας. Ὁ χριστιανὸς ποὺ ξεχνάει τὸν ἀληθινὸ Θεό, στὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου εἶναι βαπτισμένος, καὶ παρασύρεται σὲ πλανεμένες διδασκαλίες ἢ σὲ ἄλλες θρησκεῖες, διαπράττει πνευματικὴ μοιχεία. Μὲ αὐτὸ τὸ νόημα συναντᾶμε στὰ κείμενα τῆς ἁγίας Γραφῆς τὶς λέξεις «μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες». Μὲ ἄλλα λόγια, το, «γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη», σημαίνει γενέα τῆς ἀποστασίας, γενεά ἡ ὁποία ἐγκατέλειψε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἀκολούθησε δικό της δρόμο, ἔξω ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Μᾶς ζητάει ὁ Κύριος, ἐνῶ ζοῦμε μέσα σὲ μια τέτοια γενεὰ, νὰ τὸν ὁμολογοῦμε δημοσίως. Σὲ μιὰ γενεὰ ποὺ ἀρνεῖται ἢ περιφρονεῖ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ἀξίζει νὰ ἐμμένωμε σταθεροὶ στὴν ἀλήθεια τῶν λόγων τοῦ Κυρίου μας.
Βεβαίως τώρα τὸν βλέπομε ταπεινὸ καὶ περιφρονημένο τόσο, ποὺ ὅπως λέγει ὁ προφήτης, ἔγινε «σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος, ὄνειδος ἀνθρώπων καὶ ἐξουθένημα λαοῦ», ἔφθασε στὴν «ἄκρα ταπείνωσι». Αὐτὸ ἴσως ἀποθαρρύνει τοὺς πιὸ ἀδύνατους μαθητές. Μᾶς κάνει διστακτικούς, ἴσως καὶ φοβισμένους. Σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις χρειαζόμαστε ἐνίσχυσι καὶ κουράγιο. Λοιπὸν ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Κύριος ἔχει καὶ ἄλλη εἰκόνα. Εἰκόνα δυνατοῦ καὶ ἐνδόξου. Ἀρκεῖ μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως νὰ φθάσωμε μέχρι τὴν Δευτέρα Παρουσία. Ἐκεῖ τὸν βλέπομε μέσα στὴν μεγάλη τοῦ δόξα νὰ τὸν συνοδεύουν ἅγιοι ἄγγελοι, καὶ μπροστά του νὰ παρίσταται ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, γιὰ νὰ ἀποδώση τὴν δικαιοσύνη. Αὐτὴ ἡ εἰκόνα τοῦ Κυρίου μᾶς ἐμψυχώνει. Μᾶς δίνει τὴν δύναμι νὰ μή λογαριάζομε τὸ βάρος ἀπὸ ὅσα παθήματα μπορεῖ νὰ περάσωμε γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς ταπεινώθηκε γιὰ τὴν σωτηρία μας, ἀλλὰ δὲν ἔχασε τίποτε ἀπὸ τὴν θεϊκὴ παντοδυναμία του, ἀπὸ τὴν δόξα του, ἀπὸ τὴν ἐξουσία του. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει· «ἡμεῖς κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον», καὶ τὸ κάνει αὐτὸ σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ἡ σταύρωσις ἦταν ὁ ἀτιμοτικώτερος τρόπος θανατώσεως τῶν κακούργων. Ὑπερασπιζόταν καὶ κήρυττε τὴν ἀλήθεια χωρὶς νὰ ντρέπεται γιὰ τὸν σταυρικὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ. Τὸ ἔκαμνε αὐτὸ διότι ἤξερε ὅτι ὁ Σταυρὸς ἦταν ταπείνωσι, ἀλλὰ τὸν Σταυρὸ ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάστασις καὶ ὁ θρίαμβος τοῦ Ἰησοῦ.
Δυστυχῶς καὶ ἐμεῖς, σήμερα ἀκόμη περισσότερο, ἐλεγχόμαστε γιὰ δειλία. Διότι ἐνῶ κατέχει ἡ Ἐκκλησία μας, ὁμολογουμένως, τὴν «ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια», εἴμαστε πολὺ διστακτικοὶ στὴν ὁμολογία της. Μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ὁμοπίστους μας ἀκόμα, κομπιάζομε καὶ δὲν ἀναφερόμαστε στὴν πίστι μας. Καὶ ὅμως ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως εἶναι βασικὴ ὑποχρέωσίς μας, ἀναγκαία γιὰ τὴν σωτηρία μας. Οἱ ἅγιοι μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως στεφανώθηκαν. Δὲν ντράπηκαν, γιὰ τὴν πίστι τους στὸν Ἰησοῦ Χριστό, μπροστὰ σὲ μαινόμενα πλήθη, μπροστὰ στὶς ἀπειλὲς τῶν βασάνων, μπροστὰ στὴν ἀπόλυτη ἐξουσία καὶ ἀφθαιρεσία τῶν τυράννων. Ὑπερασπίσθηκαν μέχρι τέλους καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναγνωρίσθηκαν ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα Ἅγιοι.