Σάββατο 31 Μαΐου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 01.06.2014


ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Πρξ 20,16-18.28-36)
Μέσα στὴν χαρμόσυνη περίοδο τοῦ “Τριῳδίου τῶν Ρόδων”, ὅπως λέγεται ἀλλοιῶς τὸ Πεντηκοστάριο, ἔχει ὁρισθῆ νὰ γίνεται μία Κυριακὴ ἀφιερωμένη στοὺς Πατέρες. Ὄχι γενικὰ καὶ ἀόριστα στοὺς Πατέρες, ἀλλὰ στοὺς τριακοσίους δέκα καὶ ὀκτώ Πατέρες τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ συγκροτήθηκε στὴν Νίκαια.
Καὶ κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέρα στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα καταγράφεται μέρος ἀπὸ τὴν τρίτη περιοδεία τοῦ Παύλου. Ἐπιστρέφοντας πρὸς τὰ Ἰεροσόλυμα, καὶ ὅταν ἐφθασε στὴν Μίλητο, συγκάλεσε, θὰ λέγαμε σήμερα, ἱερατικὸ συνέδριο. Στὴν σύναξι ἀσφαλῶς μίλησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀπὸ τὸν λόγο του, ποὺ ἐκφώνησε, ἀκούσαμε μόνο ἕνα μέρος στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Ἐπειδὴ δὲν ἔχομε χρόνο νὰ δοῦμε ἀναλυτικὰ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ λόγου, θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀκούσωμε τὰ σωτήρια μηνύματα ἐπιγραμματικὰ καὶ μὲ συντομία.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ἱδρυμένη καὶ καθαγιασμένη μὲ τὸ αἷμα του. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἐπιλέγει καὶ καθορίζει τὰ πρόσωπα ποὺ τὴν διαποιμαίνουν. Σὲ αὐτὰ τὰ πρόσωπα ἀπευθύνεται ὁ Παῦλος καὶ ἐφιστᾶ τὴν προσοχή τους στὸ ὑπεύθυνο ἔργο ποὺ τοὺς ἀνέθεσε τὸ ἅγιο Πνεῦμα. “Προσέχετε”, λέγει, “ ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῶ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοὺ ἰδίου αἵματος”. Ἐπίσκοπος εἶναι αὐτὸς ποὺ στέκεται ψηλὰ καὶ βλέπει, ἐποπτεύει, παρακολουθεῖ καὶ ἐλέγχει. Εἶναι ὅπως ὁ σκοπὸς ποὺ στὴν σκοπιά του, ὁ ἴδιος βρίσκεται μόνιμα σὲ ἐγρήγορσι καὶ ἔχει ἀνοικτὰ τὰ μάτια του, καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀδιαφορῆ, δὲν πρέπει νὰ ἀσχολῆται μὲ τίποτε ἄλλο, γιὰ νὰ προλαμβάνη ἔτσι ὁποιαδήποτε ἐχθρικὴ ἐνέργεια. Ἀκριβῶς ἡ Ἐκκλησία εἶναι μάνδρα ὅπου γιὰ τὴν ἀσφάλεια τοῦ ποιμνίου ἀγρυπνοῦν οἱ ποιμένες.
Τὴν προσοχὴ τῶν ποιμένων ζητάει ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ διορατικὸ του πνεῦμα διαβλέπει τοὺς ἐπερχομένους κινδύνους, τοὺς ὁποίους καὶ ἀποκάλυψε λέγοντας· “Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ πομνίου”. Εἶπε, θὰ φύγω ἐγὼ καὶ θὰ πέσουν πάνω σας λύκοι βαρεῖς ποὺ δὲν θὰ λυπηθοῦν τὸ ποίμνιο. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν χρησιμοποιεῖ γλῶσσα διπλωματική. Λέγει τὰ πράγματα μὲ τὸ πραγματικό τους ὄνομα. Οἱ αἱρετικοὶ δὲν εἶναι φίλοι ἢ ἀδελφοί, εἶναι λύκοι βαρεῖς. Κανένας τσομπὰνος δὲν βάζει στὸ μαντρί του λύκο, διότι ἀπλούστατα δὲν ὑπάρχει λύκος φιλικός, λύκος ποὺ νὰ λυπᾶται ἢ νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν πρόοδο τῶν προβάτων. Ὁ λύκος ξέρει μόνον νὰ κατασπαράζη τὰ πρόβατα. Καὶ γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῶν προβάτων ἀγρυπνεῖ ὁ ποιμένας, κτίζει μαντρί, ὅπου ἀσφαλίζει κατὰ τὴν νύκτα τὸ ποίμνιό του, συντηρεῖ τὰ σκυλιά, ποὺ προειδοποιοῦν γιὰ τὴν ἐπέλασι τῶν λύκων. Κάνει τὰ πάντα ὥστε κανένας λύκος νὰ μὴν προσεγγίση στὸ μαντρί, καὶ πολὺ περισσότερο νὰ μὴν περάση μέσα. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγάλη εὐθύνη τῶν ποιμένων.
Στὴν συνέχεια ὁ Παῦλος φανερώνει ἀπὸ ποῦ θὰ προέλθουν οἱ λύκοι, ὥστε νὰ προστατευθῆ τὸ ποίμνιο. “Καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν”. Τὸ χειρότερο καὶ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶναι ὅτι οἱ ἄνδρες ποὺ θὰ διδάξουν διεστραμμένες διδασκαλίες, θὰ ἀναδειχνοῦν ἀπὸ σᾶς τοὺς ἴδιους, καὶ θὰ παρασύρουν τοὺς πιστοὺς στὴν πλάνη τους.
Οἱ αἱρετικοὶ εἶναι ἐσωτερικός, κατὰ κανόνα, ἐχθρός, καὶ πολλὲς φορὲς δύσκολα διακρίνονται καὶ ξεχωρίζουν. Χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχὴ γιὰ νὰ τοὺς ἀναγνωρίσωμε. Αὐτὴν τὴν ἰδιαίτερη προσοχὴ μᾶς ἐφιστᾶ καὶ ὁ Κύριος ὅταν λέγει· “Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δὲ εἰσι λύκοι ἅρπαγες”. Δὲν τοὺς διακρίνομε εὔκολα διότι εἶναι ἀπὸ μέσα. Εἶναι “ἐξ ὑμῶν αὐτῶν”, ὅπως λέγει ὁ Παῦλος. Ἐξωτερικὰ φαίνονται νὰ εἶναι ἀπὸ τὸ ποίμνιο, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα εἶναι λύκοι μὲ ἔνδυμα προβάτου. Ὁ Κύριος λέγει ὅτι εἶναι λύκοι ἅρπαγες καὶ ὁ Παῦλος λέγει ὅτι εἶναι λύκοι βαρεῖς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος καὶ ὁ Παῦλος προστάζουν καὶ μᾶς λένε· Προσέχετε, προσέχετε! Οἱ αἱρετικοὶ εἶναι προβατόσχημοι λύκοι.
Πρέπει νὰ προσέχωμε, ἀλλὰ πῶς; Μὲ ποιὸ τρόπο μποροῦμε νὰ διακρίνωμε τὸν προβατόσχημο λύκο ἀπὸ τὸν γνήσιο, τὸν κανονικό, ποιμένα, γιὰ νὰ μὴν παρασυρθοῦμε στὴν πλάνη τῆς αἱρέσεως; Θὰ προσθέσει ὁ Παῦλος· “Διό γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον”. Δηλαδὴ μὴν ξεχνᾶτε πόσο σᾶς φρόντισα, πόσο σᾶς νουθέτησα νύκτα καὶ ἡμέρα τὸν καθένα σας μὲ προσευχὴ καὶ δάκρυα. Ἑπομένως ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἐργάζεται ὁ ποιμένας ἀποτελεῖ μέτρο γνησιότητος. Οἱ πιστοὶ βλέπουν καὶ ἀξιολογοῦν τὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο γίνεται κριτήριο ἀλάνθαστο.
Ἐπειδὴ ὅμως ὡς ἄνθρωποι ποὺ εἴμαστε μπορεῖ νὰ κάνωμε λάθος ἢ νὰ παρασυρθοῦμε ἀπὸ λόγους συναισθηματικοὺς, ἢ δεσμοὺς φιλίας ὁ ἀπόστολος Παῦλος ξεπερνάει τὰ ἄνθρώπινα καὶ ἐμπιστεύεται τὸν ἅγιο Θεό. Γιὰ τὸν πιστὸ ἡ σιγουριὰ καὶ ἡ ἀσφάλεια εἶναι μόνον ὁ Θεός. Καὶ ὁ Παῦλος τοὺς ἀδελφοὺς τοὺς ἐμπιστεύεται στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Λέγει· “Καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν”. Δηλαδὴ σᾶς ἐμπιστεύομαι τώρα στὰ χέρια τοῦ  Θεοῦ καὶ στὴν διδασκαλία τῆς χάριτος του, ποὺ μπορεῖ νὰ σᾶς οἰκοδομήση στὴν κατὰ Χριστό ζωή καὶ νὰ σᾶς δώση κληρονομιὰ μεταξὺ ὅλων ἐκείνων ποὺ μὲ τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ προχώρησαν στὸν ἁγιασμό. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος του τελικὰ σώζουν τὸν ἄνθρωπο. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος του ἀσφαλίζουν τὸν πιστὸ ἀπὸ τὸν ὕπουλο κίνδυνο τῶν προβατόσχημων λύκων.
Ὁ Κύριος ὁ ἴδιος, καὶ μέσω τοῦ ἀποστόλου του, μᾶς προειδοποιεῖ γιὰ τὸν κίνδυνο τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν, καὶ μᾶς ἐφιστᾶ τὴν προσοχή. Ἐμεῖς πρέπει νὰ προσέχωμε καὶ νὰ μένωμε μακρυὰ ἀπὸ τοὺς “βαρεῖς λύκους”. Ἔχομε τοὺς ποιμένες μας, καὶ μένωμε κοντά τους. Ὁ ἀπόστολος μᾶς ὑποδεικνύει πῶς νὰ τοὺς διακρίνωμε καὶ πῶς νὰ ἀποφεύγωμε τοὺς προβατόσχημους λύκους. Καὶ τελικὰ ἐπιζητοῦμε νὰ μᾶς καλύπτη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, καὶ στηριζόμαστε τὸν λόγο του, ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς ἐποικοδομήση καὶ νὰ μᾶς χαρίση ὡς κληρονομιὰ θέσι ἀνάμεσα σὲ ἐκείνους, ποὺ ἤδη κατατάχθηκαν μεταξὺ τῶν ἁγιασμένων.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 25.05.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (Προδρόμου Β΄ Κορ 4,6-15)
Σήμερα εἶναι ἡ ἕκτη Κυριακὴ μετὰ τὸ Πάσχα γνωστὴ ὡς Κυριακὴ τοῦ Τυφλοῦ, διότι τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὸν ἐκ γενετῆς τυφλό, τὸν ὁποῖο θεράπευσε ὁ Κύριος. Γίνεται ὅμως φέτος, μαζὶ μὲ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τυφλοῦ, καὶ ἡ ἑορτὴ τῆς τρίτης εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Καὶ ἀκριβῶς λόγω αὐτῆς τῆς ἑορτῆς τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἐπιλεγμένο γιὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου, καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν σειρὰ τῶν Πράξεων. Τὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ κείμενο τὸ ἀκοῦμε καὶ κατὰ τὴν δεκάτη πέμπτη Κυριακὴ τῆς σειρᾶς μετὰ τὴν Πεντηκοστή.  
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν δεύτερη πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του δίνει τὶς διαστάσεις τοῦ ἀποστολικοῦ ἀξιώματος, τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου, τῆς ἀποστολικῆς εὐθύνης. Μεταξὺ τῶν ἄλλων γράφει· “Ἐμεῖς, ποὺ ζοῦμε γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου, πάντοτε παραδινόμαστε στὸν θάνατο γιὰ τὴν δόξα τοῦ Ἰησοῦ, ὥστε νὰ φανῆ ἡ ζωὴ καὶ δύναμις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸ θνητὸ σῶμά μας, τὸ ὁποῖο ὁ Κύριος μὲ θαυμαστοὺς τρόπους τὸ σώζει”. Τὸ νὰ εἶναι κάποιος ἀπόστολος εἶναι ὕψιστη τιμή, καὶ πολὺ μεγάλη εὐθύνη. Κυρίως ὅμως ἐνέχει πολλοὺς κινδύνους γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, κινδύνους μέχρι θανάτου, τοὺς ὁποίους περιφέρουν μαζί τους οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀναρωτιέται λέγοντας· “Καὶ τί ἐστιν ἡ νέκρωσις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἣν περιφέρομεν”; Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ νέκρωσις τοῦ Ἰησοῦ ποὺ φέρνομε μαζί μας; Καὶ ἀπαντάει ὁ ἴδιος· “Εἶναι οἱ καθημερινοὶ θάνατοι”. Βεβαίως δὲν πρόκειται γιὰ τὸ γνωστὸ τέλος τοῦ βίου, ἀλλὰ γιὰ τὶς καθημερινὲς δοκιμασίες, ὅπως τὶς περιέγραψε παραπάνω μὲ τὶς λέξεις· “Ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἀπολλύμενοι”. Θὰ λέγαμε, μὲ σημερινὸ λεξιλόγιο, πραγματικὰ ἐμεῖς οἱ ἀπόστολοι παντοῦ καὶ πάντοτε θλιβόμαστε, ὅμως δὲν φθάνομε σὲ ἀδιέξοδο καὶ καταθλιπτικὴ στενοχώρια. Πέφτομε σὲ ἀπορία καὶ ἀμηχανία, καὶ τότε ὄχι μόνον δὲν ἀποθαρρυνόμαστε ἀλλὰ καὶ πάντοτε βρίσκομε ἀπάντησι στὶς ἀπορίες μας. Διωκόμαστε ἀπὸ ἀπίστους καὶ ἀπὸ ψευδαδέλφους, ἀλλὰ δὲν ἐγκαταλειπόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό. Μερικὲς φορὲς φαίνεται ὅτι πέφτομε κάτω σὰν νικημένοι ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς μας, ἀλλὰ δὲν χανόμαστε. Μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐξηγήσεις καταλαβαίνομε τὸ νόημα τῶν λόγων τοῦ Παύλου· “Πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ”. Ἡ νέκρωσις τοῦ Ἰησοῦ στὸ σῶμα μας δηλώνεται μὲ τό· “Θλιβόμενοι”, “ἀπορούμενοι”, “διωκόμενοι”, “καταβαλλόμενοι”. Ἡ δὲ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ στὸ σῶμα μας δηλώνεται, κατὰ ἀντιστοιχία, μὲ τό· “Οὐ στενοχωρούμενοι”, “οὐκ ἐξαπορούμενοι”, “οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι”, “οὐκ ἀπολλύμενοι”. Πάντοτε φέρομε μαζί μας τοὺς καθημερινοὺς θανάτους, μὲ τοὺς ὁποίου ὅμως φανερώνεται ἡ ἀνάστασις. Μάλιστα δὲ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει ὅτι ἐὰν κάποιος ἀπιστεῖ γιὰ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασι τοῦ Ἰησοῦ, βλέποντας ἐμᾶς ποὺ κάθε μέρα πεθαίνομε καὶ ἀνασταινόμαστε, ἂς πιστεύσῃ στὴν ἀνάστασι.
Εἶναι ἀρκετοὶ ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι θέτουν τὸ ἐρώτημα ἢ τὴν ἀπορία· Γιατὶ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει τόσες δοκιμασίες στοὺς ἀποστόλους, στοὺς δικούς του ἀνθρώπους, στοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι τρέχουν καὶ διαθέτουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴν δόξα του;
Πάλι ἀκοῦμε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο νὰ ἀπαντᾶ στὴν ἀπορία καὶ νὰ λέγη· “Εἰς γυμνασίαν γὰρ ἡμῶν ταῦτα, οὐκ εἰς ἧτταν συγκεχώρηται παρὰ τοῦ Θεοῦ”, δηλαδὴ τὰ ἐπιτρέπει αὐτὰ ὁ Θεός, διότι θέλει νὰ μᾶς ἐκπαιδεύη καὶ νὰ μᾶς ἐξασκῆ, ὄχι γιὰ νὰ μᾶς καταβάλη, ὄχι γιὰ νὰ νικηθοῦμε. Καὶ βεβαίως πάντοτε γίνονται οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες, ὅμως δὲν ἐπέρχεται ἡ συνέπεια τῶν πειρασμῶν, οἱ πειρασμοὶ ἐμφανίζονται ἀτελέσφοροι. Ἕνα πρᾶγμα ἀποδεικνύεται πάντοτε, καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ χάρις καὶ ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ. Πέρα ἀπὸ τὴν ἀνάδειξι τῆς χάριτος καὶ δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες ἐπιτρέπονται ἀπὸ τὸν Θεό καὶ γιὰ ἄλλους λόγους.
Ἐπιτρέπονται ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ταπεινοφροσύνη τῶν ἰδίων. Θυμηθεῖτε τὴν περίπτωσι τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Λέγει γιὰ τὴν δική του περίπτωσι· “Ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι”. Γιὰ νὰ μὴν ὑπερηφανεύεται, ἀλλὰ νὰ ταπεινοφονῇ, τοῦ δόθηκε σωματικὴ ἀρρώστια. Καὶ ἀλλοῦ σημειώνει πάλι· “Ἵνα μὴ πεποιθότες ὦμεν ἐφ’ ἑαυτοῖς”. Δὲν πρέπει νὰ στηριζώμαστε καὶ νὰ ἔχωμε ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό μας, ἀλλ’ ὅλες μας τὶς ἐλπίδες πρέπει νὰ τὶς ἀποθέτωμε στὴν χάρι καὶ δύναμι τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ πρέπει νὰ ἀναδεικνύεται, νὰ προβάλλεται.
Ἐπιτρέπονται ἀπὸ τὸν Θεὸ οἱ πειρασμοὶ γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῶν ἄλλων. Σημειώνει ὁ Παῦλος καὶ λέγει· “Ἵνα μή τις λογίσηται εἰς ἐμὲ ὑπὲρ ὃ βλέπει, καὶ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ”, δηλαδὴ μοῦ στέλνει ὁ Θεὸς τοὺς πειρασμοὺς γιὰ νὰ μὴ νομίζη κανεὶς ὅτι εἶμαι κάτι παραπάνω ἀπὸ αὐτὸ ποὺ βλέπει ἢ ἀκούει ἀπὸ ἐμένα. Καὶ οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ εἶναι θνητοὶ καὶ ὄχι γιὰ ὑπερφυσικὰ ὄντα. Καὶ πάλι πίσω ἀπὸ τοὺς θνητοὺς ἀνθρώπους ἐνεργεῖ καὶ ἀναδεικνύεται ἡ χάρις καὶ δύναμις τοῦ Θεοῦ. Στὸν δοκιμαζόμενο ἀπὸ τὴν σωματικὴ ἀσθένεια Παῦλο τοῦ ἔδωσε μία ἀξιοπρόσεκτη ἀπάντησι. Ὅταν ἐκεῖνος τοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἀπαλλάξη, τότε ὁ Θεὸς δὲν τὸν θεράπευσε, ἀλλὰ τοῦ εἶπε· “ Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου”. Εἶναι τόση ἡ χάρις καὶ ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἡ ἀσθένεια δὲν εἶναι σὲ θέσι νὰ ἀκυρώση τὸ ἀποστολικὸ ἔργο, ποὺ ὁ Θεὸς ἀνέθεσε στὸν Παῦλο. Παρὰ τὴν σωματικὴ ἀσθένεια ὁ Παῦλος ὡς ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν περιοδεύει δυναμικὰ καὶ ἀσταμάτητα σὲ ὅλο τὸν τότε γνωστὸ κόσμο.
Ἀπὸ αὐτὸ τὸ τελευταῖο φαίνεται νὰ ὑπάρχη καὶ ἕνας ἄλλος λόγος γιὰ τὶς δοκιμασίες ποὺ περνᾶνε οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Γίνονται καρτερικοί. Ὁ Θεὸς τοὺς ἐκπαιδεύει καὶ τοὺς ἀτσαλώνει στὴν ὑπομονὴ καὶ καρτερία.
Οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ μόνοι μας δὲν κάνομε τίποτε. Τὰ πάντα ἐνεργεῖ ἡ χάρις καὶ δύναμις τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ὁ Θεὸς μᾶς κάνει μία μεγάλη τιμή. Χρησιμοποιεῖ ἐμᾶς τοὺς ἀδύναμους ἀνθρώπους στὴν ἐφαρμογὴ τοῦ σχεδίου του γιὰ τὴν σωτηρία μας. Μᾶς θέλει συνεργούς του. Μᾶς ἐμπιστεύεται καὶ μᾶς ἐξαποστέλλει “εἰς τὴν ὑπ’ οὐρανόν”, γιὰ νὰ μεταφέρωμε τὸ μήνυμα τοῦ εὐαγγελίου, τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας. Τὸ ἐργο τὸ ἀναλαμβάνομε μὲ γνῶσι τῶν κινδύνων, στηριζόμενοι στὴν χάρι Του.

Σάββατο 17 Μαΐου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 18.05.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (Πρξ 11,19-30)
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα θίγονται πολλὰ θέματα. Μερικὰ θὰ δοῦμε συνοπτικά, μιὰ καὶ δὲν ἔχομε χρόνο νὰ τὰ ἀναλύσωμε ὅλα.
Μετὰ τὸν λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου ἔγινε διωγμὸς ἐναντίον τῶν πιστῶν, μὲ συνέπεια νὰ διασκορπισθοῦν αὐτοὶ καὶ νὰ φθάσουν μέχρι τὴν Φοινίκη, τὴν Κύπρο καὶ τὴν Ἀντιόχεια, δηλαδὴ σὲ περιοχὲς μακρυὰ ἀπὸ τὸ κέντρο τῶν Ἰουδαίων, ποὺ ἦταν τὰ Ἰεροσόλυμα. Ἡ διασπορά, ἡ ἐξορία, ἔγινε “ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ”. Οἱ πιστοὶ τῶν Ἰεροσολύμων, καὶ στερήθηκαν τὴν παρουσία καὶ τὸ ἔργο τοῦ Στεφάνου, καὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ διασπαροῦν. Αὐτὴ ἦταν ἡ μεγάλη θλῖψις. Οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων λιθοβόλησαν τὸν Στέφανο, καὶ τοὺς πιστοὺς τοὺς ἐδίωξαν, διότι πίστευαν ὅτι ἔτσι θὰ ἀπαλλαγοῦν ὁριστικὰ ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους καὶ τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν ἀναστημένο Ἰησοῦ. Ὅμως στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ βάζουν ἐμπόδια. Ἐκεῖ ποὺ νομίζουν ὅτι ἐνεργοῦν δυναμικὰ καὶ θλίβουν τὴν Ἐκκλησία, ἐκεῖ αὐτὴ θριαμβεύει, ἐκεῖ καταφαίνεται ὅτι καὶ ὁ διωγμὸς συνεργεῖ στὴν ἐκπλήρωσι τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ. Διότι οἱ διασπαρέντες δὲν ἔκλεισαν τὰ στόματά τους, ἀλλὰ διέδοσαν τὸν λόγο καὶ ἐξω ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα. Ἐνῶ περίμεναν νὰ κλείση ἡ ὑπόθεσις μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὴν ἀνάστασί του, ἀντίθετα ἐπισπεύθηκε ἡ διάδοσις τοῦ λόγου μακρυὰ καὶ σὲ σύντομο διάστημα. Οἱ διασπαρέντες ἦσαν “λαλοῦντες τὸν λόγον”, καὶ γίνονται μάρτυρες τῆς ἀληθείας καὶ κηρύττουν τὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου. Σὲ ποιοὺς ὅμως κηρύττουν τὸν λόγο; Τὸ κείμενο σημειώνει ὅτι ἦσαν “μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον Ἰουδαίοις”.
Τώρα στὴν ἀρχὴ μιλᾶνε μόνον στοὺς Ἰουδαίους. Αὐτὴ ἡ φρᾶσις· “εἰ μὴ μόνον Ἰουδαίοις” ὑποδηλώνει ἕνα πρόβλημα, τὸ ὁποῖο ἀπασχόλησε ζωηρὰ τὴν πρώτη Ἐκκλησία. Τὸ πρόβλημα ἦταν ἂν τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Ἰησοῦ  ἀπευθύνεται μόνον στοὺς Ἰουδαίους ἢ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους; Μποροῦν οἱ μὴ Ἰουδαῖοι νὰ γίνουν χριστιανοί; Γεννήθηκε ἕνα πρόβλημα ἀλλὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ὁδηγεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό “εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν”, δὲν ὑπάρχουν ἄλυτα προβλήματα. Μὲ πάμπολλους τρόπους ἔδειξε ὁ Θεὸς ὅτι τὸ κήρυγμα ἀπευθύνεται σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Καὶ βεβαίως τώρα στὴν ἀρχὴ ἀπευθύνονται οἱ ἀπόστολοι μόνον στοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ πολὺ σύντομα θὰ γίνουν ἀπόστολοι καὶ τῶν ἐθνικῶν. Οἱ ἴδιοι οἱ διασπαρέντες θὰ ἀνοίξουν τὸν δρόμο καὶ στοὺς ἐθνικούς.
Ἀκούσαμε σήμερα ὅτι “Ἦσαν δὲ τινες ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι, οἵτινες εἰσελθόντες εἰς Ἀντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον Ἰησοῦν”. Ἔκαναν τὸ ἄνοιγμα τοῦ λόγου πρὸς τοὺς μὴ Ἰουδαίους, καὶ ἐκεῖ φάνηκε τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, διότι λέγει τὸ κείμενο· “Καὶ ἦν χείρ Κυρίου μετ’ αὐτῶν, πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ Κύριον”. Οἱ μαθητὲς κήρυξαν σὲ μὴ Ἰουδαίους καὶ αὐτοὶ ὄχι μόνον ἄκουσαν, δέχθηκαν τὸν λόγο, ἀλλὰ καὶ ἀφοῦ πίστευσαν, ἐπέστρεψαν στὸν Κύριο.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ δὲν θέλω νὰ παρακάμψω μία κατὰ τὰ φαινόμενα λεπτομέρεια καὶ νὰ μὴν τονίσω τὴν σημασία τῆς φράσεως “πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ τὸν Κύριον”. Πολλοὶ ἦσαν αὐτοὶ ἀπὸ τοὺς ἐθνικοὺς ποὺ ἐπέστρεψαν. Πότε ὅμως ἀπομακρύνθηκαν, ὥστε τώρα νὰ ἐπιστρέφουν; Θὰ τὸ ποῦμε ἐδῶ, ὅτι τὸ ἀνθρώπινο γένος στὸ πρόσωπο τοῦ προπάτορος Ἀδὰμ ἔκανε τὴν ἀποστασία, ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Δημιουργό του. Ὁ Δημιουργὸς ὅμως, ἐπειδὴ ἀγαπάει τὸ πλᾶσμα του καὶ “θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν”, δὲν τὸ ἐγκαταλείπει. Γι’ αὐτό, ὅπως σημειώνεται στὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολή, “ἐλθὼν εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς, ὅτι δι’ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα”. Ἦλθε ὁ Κύριος καὶ μᾶς κάλεσε ὅλους. Οἱ “ἐγγύς” εἶναι οἱ Ἰουδαῖοι, καὶ οἱ “μακράν” εἶναι οἱ ἐθνικοί. Ἀλλ’ ἀμφότεροι καλούμαστε μὲ τὸν ἴδιο ἅγιο Πνεῦμα πρὸς τὸν Πατέρα. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐπιστροφή. Ἀκοῦνε τὸ κήρυγμα οἱ “μακράν” καὶ ἐπιστρέφουν πρὸς τὸν Κύριο, ὅπως ἀκοῦνε τὸ κήρυγμα οἱ “ἐγγύς” καὶ ἐπιστρέφουν πρὸς τὸν Κύριο. Ἑπομένως ὁ Κύριος ἦρθε γιὰ ὅλα τὰ ἔθνη, γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος θὰ πῆ· “Ἐπ’ ἀληθείας καταλαμβάνομαι ὅτι οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ’ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι”. Ἀπὸ κάθε ἔθνος ὅποιος φοβᾶται τὸν Θεὸ καὶ ἐφαρμόζει τὸν νόμο του εἶναι δεκτός. Ὁριστικὰ βεβαίως τὸ πρόβλημα τῆς εἰσδοχῆς στὴν Ἐκκλησία γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς θὰ τὸ λύσει ἡ Ἀποστολικὴ Σύνοδος.
Σίγουρα ἡ εἴδησις, ὅτι πολὺς ἀριθμὸς Ἑλληνιστῶν ἐπέστρεψε, ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἰεροσολύμων, καὶ ἔστειλαν τὸν Βαρνάβα, ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς εἶδε τὴν κατάστασι καὶ στήριξε τὴν ὅλη προσπάθεια. Βρῆκε καὶ τὸν ἀπόστολο Παῦλο καὶ μαζί του γιὰ ἕνα ὁλόκληρο χρόνο “ἐγένετο συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς”. Παῦλος καὶ Βαρνάβας στηρίζουν τοὺς πιστοὺς στὴν Ἀντιόχεια γιὰ ἕνα χρόνο, καὶ εἶναι ἑπόμενο νὰ αὐξηθῆ ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν τόσο, ὥστε στὴν πόλι τῆς Ἀντιοχείας νὰ ὀνομασθοῦν οἱ μαθητὲς Χριστιανοί. Πρῶτα ὅσοι πίστευαν στὸν Χριστὸ ἔπαιρναν τὸ χαρακτηριστικὸ ὄνομα “Μαθητές”. Εἶχαν καὶ ἄλλα ὀνόματα, ὅπως “Ἅγιοι”, “Ἀδελφοί”, “Οἱ τῆς ὁδοῦ”, καὶ ἄλλοτε, κυρίως κοροϊδευτικά, τοὺς ἔλεγαν “οἱ Γαλιλαῖοι”. Στὴν Ἀντιόχεια ὅμως μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο διακονίας τοῦ Παύλου καὶ Βαρνάβα, καὶ ἀφοῦ πλήθυναν οἱ μαθητές, τότε γιὰ πρώτη φορὰ χρησιμοποιήθηκε τὸ ὄνομα “Χριστιανοί” μὲ τὸ ὁποῖο δηλώνονται πλέον οἱ πιστεύοντες στὸν Χριστό.
Εἶναι εὐλογία καὶ μεγάλη καύχησις νὰ εἶναι κάποιος τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ φέρη τὸ ὄνομά του. Ἡ εὐθύνη γιὰ τὸ ἅγιο αὐτὸ ὄνομα εἶναι μεγάλη. Λεγόμαστε Χριστιανοί, καὶ πρέπει ὁ βίος μας, ἡ ζωή μας, νὰ εἶναι σύμφωνη μὲ τὸ βαρὺ αὐτὸ ὄνομα. Τὸ ἴδιο τὸ ὄνομα, καὶ μόνο αὐτό, εἶναι ὁμολογία πίστεως. Πόσο ὅμως φέρομε τὸ ὄνομα ἀξίως; Πόσο καὶ πόσοι μποροῦμε νὰ λέμε “εἶμαι Χριστιανός”, καὶ αὐτό, ὄχι νὰ ἀκούγεται μόνο ὡς χαρακτηριστικὸ ὄνομα, ἀλλὰ νὰ φαίνεται στὴν ζωή μας; Νὰ μᾶς βλέπη ἕνα ἄπιστος καὶ νὰ θέλη καὶ αὐτὸς νὰ γίνη Χριστιανός; Αὐτὸ ἐξ ἄλλου τὸ ἀπαιτεῖ ὁ Κύριος ὅταν μᾶς λέγει· “Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς”.

Σάββατο 10 Μαΐου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 11.05.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (Πρξ 9,32-42)
Σήμερα εἶναι ἡ τέταρτη Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα. Εἶναι γνωστὴ ὡς Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου, διότι τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὴν θαυμαστὴ θεραπεία τοῦ Παραλύτου, τὸν ὁποῖο συνάντησε ὁ Κύριος στὴν κολυμβήθρα Βηθεσδὰ στὰ Ἰεροσόλυμα.
Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς ἡμέρας ἀναφέρονται δύο θαυμαστὰ γεγονότα, τὸ ἕνα εἶναι θεραπεία παραλύτου καὶ τὸ ἄλλο ἀνάστασις μιᾶς νεκρῆς γυναικός. Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ Παραλύτου, ποὺ ἀναγράφεται στὸ εὐαγγέλιο, ἔγινε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Τὰ θαύματα ποὺ ἀναφέρονται στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τελοῦνται ἀπὸ τὸν  ἀπόστολο Πέτρο, ἀλλὰ στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ καὶ πρέπει νὰ τὸ δοῦμε πιὸ ἀναλυτικὰ.
Ὁ Κύριος κατὰ τὴν τρίχρονη δημόσια δρᾶσι του ἔδειξε ὅτι εἶναι ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ὅτι εἶναι ὑπεράνω ἀπὸ κάθε δύναμι. Ἐξουσιάζει ὅλες τὶς σωματικὲς ἀσθένειες καὶ μπορεῖ νὰ θεραπεύη κάθε νόσο. Εἶναι πάνω καὶ ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἀσθένειες καὶ θεραπεύει μὲ τὸν λόγο του ὅσους ἐνοχλοῦνται ἀπὸ ἀκάθαρτα πνεύματα. Τέλος νικάει καὶ τὸν “ἔσχατο ἐχθρό”, τὸν θάνατο. Τὸ ἔδειξε αὐτὸ ἀνασταίνοντας νεκροὺς καί, κυρίως, ἀνασταίνοντας τὸν ἑαυτό του. Ὅλα ὅσα κάνει ὁ Κύριος τὰ κάνει “ὡς ἐξουσίαν ἔχων”. Γιὰ νὰ κάνη κάποιο θαῦμα δὲν ἐπικαλεῖται κανέναν. Δὲν παίρνει ἄδεια ἢ δύναμι ἀπὸ κάπου γιὰ νὰ νικήση τὴν ὁποιαδήποτε ἀσθένεια. Γιὰ παράδειγμα διατάζει αὐτὸς μόνος του τὴν θάλασσα καὶ αὐτὴ γαληνεύει. Παντοδύναμος εἶναι ὁ λόγος του. Αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ αἰτία κάθε ἐξουσίας στὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ καὶ τὰ καταχθόνια. Αὐτὴν τὴν ἐξουσία, ποὺ ἔχει ὁ Κύριος ὡς Θεός, τὴν ἐκχώρησε στοὺς μαθητές του. Σημειώνει σχετικὰ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος· “Προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς τοὺς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν κατὰ πνευμάτων ἀκαθάρτων ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν”. Τοὺς εἶπε· “Ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε”. Μὲ αὐτὴν τὴν ἐξουσιοδότησι μποροῦν πλέον οἱ μαθητές του νὰ κάνουν ὅσα ἔκανε ὁ ἴδιος, ὄχι μόνον θεραπεῖες ἀσθενειῶν, ἀλλὰ μέχρι καὶ ἀναστάσεις νεκρῶν. Μόνο ποὺ δὲν ἔχουν ἀπὸ μόνοι τους ἐξουσία. Τὰ πάντα τοὺς τὰ ἐκχωρεῖ ὁ Κύριος. Κάνουν θαύματα, ἀλλ’ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ ἔχουν τὸ ἐπιθυμητὸ θαυμαστὸ ἀποτέλεσμα.
Στὴν περίπτωσι τῆς θεραπείας τοῦ παραλύτου στὴν Λύδδα, ὁ ἀπόστολος Πέτρος δὲν ἐνεργεῖ “ὡς ἐξουσία ἔχων”, ἀλλ’ ἀντλεῖ τὴν ἐξουσία ἀπὸ τὸν Κύριο. Ἀπευθυνόμενος στὸ παράλυτο τοῦ λέγει· “Αἰνέα, ἰᾶταί σε Ἰησοῦς ὁ Χριστός· ἀνάστηθι καὶ στρῶσον σεαυτῷ. Καὶ εὐθέως ἀνέστη”. Δηλαδὴ ὅταν μίλησε στὸν Αἰνέα, ἔτσι λέγανε τὸν παράλυτο, δὲν τοῦ εἶπε· Σὲ κάνω καλά, σήκω πάνω. Ἀλλὰ λέγει· “Σὲ θεραπεύει ὁ Ἰησοῦς Χριστός”. Τὴν θεραπεία τὴν ἔκανε ὁ Κύριος, ἀλλὰ μέσω τοῦ μαθητοῦ του Πέτρου. Ὁ μαθητὴς μεταφέρει ὄχι δική του ἐξουσία, ἀλλ’ ἐπικαλεῖται τὴν δύναμι καὶ ἐξουσία ποὺ τοῦ ἔχει ἐκχωρήσει ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτὸ τὸ ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ Πέτρος ἐνώπιον τοῦ συνεδρίου, ὅπου οἱ ἀρχιερεῖς τοὺς ρωτᾶνε μὲ ποιὰ δύναμι ἢ ποιὸ ὄνομα ἐπικαλοῦνται καὶ κάνουν τὰ ἔργα. Γράφει τὸ κείμενο· “Στήσαντες αὐτοὺς ἐν μέσῳ ἐπυνθάνοντο· ἐν ποίᾳ δυνάμει ἢ ποίῳ ὀνόματι ἐποιήσατε τοῦτο ὑμεῖς”; Τότε ἐνισχυμένος ὁ Πέτρος ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι μόνο ὁμολόγησε πὼς αἴτιος τῆς θεραπείας εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ἀλλὰ καὶ τοὺς εἶπε μὲ παρρησία ὅτι εἶναι οἱ σταυρωτές. “Τότε Πέτρος πλησθεὶς Πνεύματος Ἁγίου εἶπε πρὸς αὐτούς· . . . γνωστὸν ἔστω πᾶσιν ὑμῖν καὶ παντί τῷ λαῷ Ἰσραὴλ ὅτι ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃν ὑμεῖς ἐσταυρώσατε, ὃν ὁ Θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, ἐν τούτῳ οὗτος παρέστηκεν ἐνώπιον ὑμῶν ὑγιής”.
Τὸ δεύτερο θαῦμα ποὺ ἀναφέρεται στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἀνάστασις νεκροῦ ἀνθρώπου. Πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀμφιβάλλη γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου; Ὁ Κύριος μὲ τὴν δική του ἀνάστασι ὄχι μόνο νίκησε κατὰ κράτος “τὸν ἔσχατο ἐχθρό” τὸν θάνατο, ἀλλὰ τὸν παρέδωσε νικημένο στοὺς μαθητές του, ὥστε καὶ αὐτοὶ νὰ μποροῦν νὰ τὸν ἐμπαίζουν. Τελείωσε ἡ ἐξουσία τοῦ θανάτου. Ὅπως ὁ Κύριος στὸν τάφο τοῦ φίλου του Λαζάρου καλεῖ τὸν νεκρὸ νὰ βγῆ ἀπὸ τὸν τάφο μὲ τὴν γνωστὴ φρᾶσι· “Λάζαρε δεῦρο ἔξω”, ἔτσι καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος “θεὶς τὰ γόνατα προσηύξατο, καὶ ἐπιστρέψας πρὸς τὸ σῶμα εἶπε· Ταβιθά, ἀνάστηθι. Ἡ δὲ ἤνοιξε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς, καὶ ἰδοῦσα τὸν Πέτρον ἀνεκάθισε”. Ὁ Χριστὸς νίκησε τὸν θάνατο καὶ τὸ ἴδιο κάνουν καὶ οἱ μαθητές του. Βρεῖτε μία ἄλλη πίστι, μία ἄλλη θρησκεία ἢ βρεῖτε ἕναν ἀρχηγὸ πίστεως ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ νὰ νίκησε τὸν θάνατο, νὰ πέθανε καὶ νὰ ἀναστήθηκε. Βεβαίως δὲν θέλω νὰ τοποθετήσω στὴν ἴδια σειρὰ τὸν Χριστὸ μὲ ὁποιονδήποτε λεγόμενο ἀρχηγὸ πίστεως, διότι δὲν εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλούς, εἶναι μόνος καὶ ἀληθινός. Δὲν εἶναι ἕνας ἀπὸ τούς, ὅπως τοὺς λένε, μύστες. Εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός, ποὺ ἐθελουσίως ἔπαθε καὶ αὐτοδυνάμως ἀνέστη. Μόνος καὶ ἀνεπανάληπτος. Αὐτὸς εἶναι ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου καὶ ὅμοιό του δὲν θὰ βρεῖτε ποτέ. Θὰ πῶ εἴτε σᾶς ἀρέσει εἴτε ὄχι, εἴτε θέλετε νὰ πιστεύσετε εἴτε ὄχι, ἀνέστη ὁ Κύριος, ὁ μόνος ποὺ νίκησε τὸν θάνατο.
Στὴν δὲ ἀνάστασι τῆς Ταβιθᾶς βλέπομε τὸν ἀπόστολο Πέτρο νὰ προσεύχεται πρὶν ἀπὸ τὸ θαῦμα ἐπικαλούμενος ἔτσι τὴν βοήθεια καὶ ἐπέμβασι τοῦ Κυρίου. Στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ οἱ ἀπόστολοι τελοῦν θαύματα καὶ ἀνασταίνουν νεκρούς. Ἡ ἀνάστασις τῆς Ταβιθᾶς εἶναι ἀπόδειξις καὶ ἐπιβεβαίωσις τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, διότι μόνον ἐκεῖνος ποὺ νίκησε τὸν θάνατο μπορεῖ νὰ δώση τὴν ἐξουσία κατὰ τοῦ θανάτου καὶ στοὺς μαθητές του. Ἡ ἀνάστασις τῆς Ταβιθᾶς ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Πέτρο ἐπαληθεύει τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, ποὺ τοὺς εἶπε κοντὰ στὰ ἄλλα τὸ καί “νεκροὺς ἐγείρετε”. Ἐμεῖς πιστεύομε ὅτι ὅλοι οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου εἶναι ἀλήθεια. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια τῶν λόγων τοῦ Κυρίου ἐπιβεβαιώνεται μὲ τὸν πιὸ θαυμαστὸ τρόπο στὴν ζωὴ τῶν μαθητῶν του.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν σᾶς κουράζω περισσότερο σημειώνω ὅτι, ὅσα τελοῦν οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ ὁρατὴ συνέχεια τοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου στοὺς αἰῶνες. Δὲν εἶναι ὁ Κύριος διάττοντας ἀστήρ, ποὺ ἔλαμψε στιγμιαῖα στὸν κόσμο καὶ ἔσβησε, ἀλλὰ ἡ μόνη ἀλήθεια καὶ πραγματικότητα. “Ἰδοὺ ἐγὼ εἰμὶ μεθ’ ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν”.

Σάββατο 3 Μαΐου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 04.05.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (Πρξ 6,1-7)
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα καταγράφεται ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Ἀξίζει νὰ τὸ δοῦμε ἀναλυτικά.
Οἱ χριστιανοὶ στὰ Ἰεροσόλυμα ἐφαρμόζανε τὰ πρῶτα χρόνια τὴν κοινοκτημοσύνη. Στὴν πρᾶξι εἶχαν κοινὰ τραπέζια, στὰ ὁποῖα παρακάθονταν ὅλοι καὶ τρώγανε ἀπὸ κοινοῦ, οἱ δὲ ἀπόστολοι ὑπηρετοῦσαν τοὺς πιστούς. Στὴν ἀρχὴ ἦσαν λίγοι, ἀλλ’ ὅσο περνοῦσε ὁ καιρὸς οἱ πίστοι ὅλο καὶ πλήθαιναν καὶ γίνονταν πολλοί. Αὐτὴ ἡ πληθυσμιακὴ αὔξησις τῶν πιστῶν δημιούργησε προβλήματα στὴν καθημερινὴ φροντίδα. Καὶ ὡς φαίνεται δὲν προλάβαιναν οἱ ἀπόστολοι νὰ ἐξυπηρετοῦν ὅλους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀρχίσουν κάποιοι νὰ παραπονοῦνται καὶ νὰ γογγύζουν. Γράφει τὸ κείμενο· “Πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν Ἑλληνιστῶν πρὸς τοὺς Ἑβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν”.
Πρὶν δοῦμε τὸ ἴδιο τὸ πρόβλημα, θεωρῶ κατάλληλη τὴν εὐκαιρία νὰ τονισθῆ ἕνα πολὺ σημαντικὸ γεγονός, ὅτι δηλαδὴ ἡ ἴδια ἡ ἁγία Γραφὴ ἀπὸ μόνη της πιστοποιεῖ τὴν ἐγκυρότητά της. Ὑπογραμμίζω ὅτι ἡ ἁγία Γραφὴ δὲν ἀποκρύπτει οὔτε ὡραιοποιεῖ τὰ ἀδύνατα σημεῖα καὶ τὰ προβλήματα ποὺ δημιουργήθηκαν στὴν πορεία της Ἐκκλησίας μέσα στὸν κόσμο. Καταγράφει τὰ γεγονότα μὲ μηδὲν συναίσθημα, ὅπως συμβαίνουν. Καταγράφει τὴν ἀλήθεια. Παρουσιάσθηκε, ὅπως σημειώνει τὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα, κάποιο πρόβλημα στὴν ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Τὸ πρόβλημα λύθηκε ἄμεσα καὶ ἄρα θὰ μποροῦσε νὰ μὴν καταγραφῆ καθόλου. Τὸ πρόβλημα ἀναδεικνύει ἀνθρώπινη ἀδυναμία καὶ μικροπρέπεια. Καὶ ὅμως ἡ ἁγία Γραφὴ τὸ καταγράφει, δὲν τὸ ἀποσιωπᾶ. Ἀπὸ τὴν καταγραφὴ τοῦ γεγονότος διπλὸ εἶναι τὸ ὄφελος. Κατὰ πρῶτον πιστοποιεῖται ἡ ἐγκυρότητα τῆς Γραφῆς, καὶ κατὰ δεύτερον, ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο λύθηκε τὸ πρόβλημα ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους γίνεται ἀσφαλὴς ὁδηγὸς γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἐπιλύωνται τὰ ἀνακύπτοντα παρόμοια προβλήματα στὸ μέλλον.
Στὴν οὐσία πρόκειται γιὰ καταγγελία ὅτι στὰ τραπέζια, ὅπου καθημερινὰ τρώγανε ὅλοι μαζί οἱ πρῶτοι χριστιανοί, γίνονταν ἀδικίες στὴν κατανομὴ φαγητοῦ. Κάποιες χῆρες, αὐτὲς ποὺ προέρχονταν ἀπὸ τοὺς Ἑλληνιστές, μπορεῖ νὰ μένανε νηστικές. Ὁ “γογγυσμός” καὶ ἡ ἔκφρασις παραπόνων δὲν ἔχουν θέσι στὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶχαι χῶρος ἀνοχῆς, ὑπομονῆς, ἀγάπης. Φαίνεται ὅμως ὅτι τὸ παράπονο ἦταν βάσιμο, διότι ἀμέσως οἱ δώδεκα θέλησαν νὰ τὸ ἀντιμετωπίσουν. Καί, παρ’ ὅλο ποὺ εἶχαν τὴν ἁρμοδιότητα καὶ ἐξουσία νὰ χειρίζωνται τὰ διάφορα θέματα μόνοι τους, αὐτοὶ λειτουργοῦν κατὰ τρόπο ἀπόλυτα, θὰ λέγαμε σήμερα δημοκρατικό. Ἔτσι κάλεσαν τοὺς πιστούς σὲ σύναξι. Πρῶτα τοὺς ἐνημέρωσαν γιὰ τὸ πρόβλημα, καὶ μετὰ πρότειναν νὰ ὑπάρξη μία ἀπὸ κοινοῦ ἀπόφασις. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ ὅτι συμφώνησαν ὅλοι οἱ πιστοὶ μὲ τὴν πρότασι τῶν μαθητῶν. Γράφει τὸ κείμενο· “Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους”.
Ποιὰ ἦταν ἡ πρότασις τῶν μαθητῶν ἡ ὁποία ἄρεσε σὲ ὅλο τὸ πλῆθος; Οἱ ἀπόστολοι εἶπαν ἀρχικὰ ὅτι δὲν εἶναι σωστὸ αὐτοὶ νὰ σταματήσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ διακονοῦν στὰ τραπέζια. Γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸν λόγο αὐτὸν ὅτι οἱ ἀπόστολοι οἱ ἴδιοι ἔκαναν τὸν τραπεζοκόμο. Αὐτὸ δὲν εἶναι βεβαίως καὶ ἀσφαλῶς οὔτε κακὸ οὔτε ὑποτιμητικό. Εἶναι σύμφωνο μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ εἶναι εἰς βάρος τῆς διδασκαλίας. Διέθεταν ὅλο τὸν χρόνο στὴν ὑπηρεσία τῶν τραπεζῶν. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἀρεστὸ νὰ γίνεται εἰς βάρος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ ὑπάρχει χρόνος στὴν διάθεσι τῶν ἀποστόλων γιὰ κήρυγμα καὶ διακονία τοῦ λόγου, πρέπει κάποιοι ἄλλοι νὰ ἀναλάβουν τὴν ὑπηρεσία τῶν τραπεζῶν, ὥστε αὐτοὶ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὸν λόγο. Προτείνουν οἱ ἀπόστολοι στοὺς πιστοὺς νὰ συσκεφθοῦν καὶ νὰ διαλέξουν ἑπτὰ ἄνδρες ποὺ νὰ ἔχουν Πνεῦμα ἅγιο καὶ σοφία, ἱκανοὺς νὰ ἀναλάβουν τὸ συγκεκριμένο ἔργο. Μετὰ τὴν ἐκλογὴ τῶν ἑπτὰ ἀνδρῶν οἱ ἀπόστολοι θὰ τοὺς τοποθετήσουν στὴν ὑπηρεσία. Ἔτσι θὰ μπορέσουν οἱ ἴδιοι νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ διακονία τοῦ λόγου.
Ὑπογραμμίζεται κατὰ πρῶτον ὅτι οἱ ἀπόστολοι δὲν ἀποφασίζουν ἀπὸ καθέδρας, ἀλλὰ καλοῦν τὸν πιστὸ λαὸ νὰ ἀποφασίση τὴν ἐκλογὴ τῶν ἑπτὰ ἀνδρῶν. Αὐτοὶ ποὺ θὰ ἀναλάβουν τὸ ἔργο πρέπει νὰ εἶναι “πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καὶ σοφίας”. Νὰ εἶναι ἄνδρες καὶ ὄχι γυναῖκες. Καὶ τὰ προσόντα αὐτὰ νά “μαρτυροῦνται”, νὰ ἐπιβεβαιώνωνται δηλαδή, ἀπὸ ὅλους τοὺς πιστούς. Τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ἔκανε δεκτὴ τὴν πρότασι μὲ ἐνθουσιασμό, “καὶ ἐξελέξαντο” τοὺς ἐπτὰ ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι εἶναι γνωστοὶ ὡς οἱ πρῶτοι ἑπτὰ διάκονοι. Τοὺς ἔφεραν ἀνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ αὐτοί “προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας”. Ἔγινε κανονικὴ χειροτονία γιὰ νὰ ἀναλάβουν ἔργο διακονίας μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Σὲ ὅλα τὰ παραπάνω βλέπομε ὅτι τὸ κύριο ἔργο τῶν ἀποστόλων, ἄρα καὶ τῶν διαδόχων τους, τῶν σημερινῶν κληρικῶν, εἶναι ἡ προσευχὴ καὶ ἡ διακονία τοῦ λόγου. Καὶ σὲ καμμία περίπτωσι δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκατασταθῆ ἀπὸ τὰ συσσίτια. Τὰ συσσίτια εἶναι καλὰ καὶ ἀναγκαῖα, ἀλλὰ μποροῦν νὰ τὰ κάνουν καὶ ἄλλοι. Τὴν προσευχὴ καὶ τὴν διακονία τοῦ λόγου δὲν μπορεῖ νὰ τὴν κάνη κανένας ἄλλος, παρὰ μόνον οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ διάδοχοί τους. Κοινωνικὸ ἔργο μπορεῖ νὰ κάνη καὶ τὸ ὑπουργεῖο κοινωνικῆς πρόνοιας, ἢ ἄλλοι φορεῖς εὐαισθητοποιημένοι μπροστὰ στὸν ἀνθρώπινο πόνο, ἀλλὰ ἁγιασμό, σωτηρία, λύτρωσι, ἄφεσι ἁμαρτιῶν, μόνον οἱ κληρικοὶ μποροῦν νὰ προσφέρουν, καὶ νὰ ὁδηγήσουν τοὺς πιστοὺς στὴν θέωσι.  Ἡ προσευχή, δηλαδὴ τὰ μυστήρια, καὶ ἡ διδαχὴ εἶναι τὸ πρῶτο καὶ κύριο ἔργο, τὰ ὑπόλοιπα ἀκολουθοῦν. Βεβαίως αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ παραθεωροῦνται, διότι δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὶς ποιμανικὲς ὑποχρεώσεις. Προηγοῦνται ὅμως πάντα ἡ “προσευχὴ καὶ ἡ διακονία τοῦ λόγου”. Οἱ ἀπόστολοι ζήτησαν βοηθοὺς στὸ κοινωνικὸ ἔργο, καὶ ἐκλέχθηκαν οἱ διάκονοι, γιὰ νὰ καλύψουν τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τῶν πιστῶν. Οἱ ἴδιοι, ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ καθήκοντα κοινωνικοῦ ἔργου, ἐπιδίδονται, “προσκαρτεροῦν”, στὸ κύριο καὶ ἀποκλειστικὸ ἔργο τῆς προσευχῆς καὶ διακονίας τοῦ λόγου. Αὐτὸ ἔκαναν οἱ ἀπόστολοι, διότι αὐτὸ “ἤρεσεν ἐνώπιον τοῦ πλήθους” καὶ ἄφησαν ἔτσι ὡς ὑπόδειγμα τὶς κατευθυντήριες γραμμὲς τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου, ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθοῦν πάντα ὅσοι ἀναλαμβάνουν αὐτὸ τὸ ἀποστολικὸ ἔργο.