Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 22.06.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (4,18-23) 
Σήμερα τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀρχίζει μὲ τὴν φρᾶσι, «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ…»,  καὶ ἑπομένως ἔχομε περικοπὴ ποὺ διηγεῖται κάποιο γεγονὸς ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ Κυρίου μας.
Πραγματικά, ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος καταγράφει τὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς διάλεξε καὶ κάλεσε τοὺς πρώτους Μαθητές του.
Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ ποῦμε πρῶτα ὅτι ἔπρεπε ὁ Κύριός μας νὰ συγκροτήση μιὰ ὁμάδα μαθητῶν, ποὺ θὰ ἀκούση τὴν διασκαλία του, θὰ ἰδῆ τὰ θαύματά του, θὰ μαθητεύση κοντά του, καὶ, ὅταν θὰ ἔρθη ὁ καιρὸς, αὐτοὶ οἱ μαθητὲς θὰ γίνουν οἱ ἀπόστολοι, ποὺ θὰ συνεχίσουν τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, καὶ θὰ συνεχίζεται αὐτὸ, μὲ τοὺς διαδόχους τους, δηλ. τοὺς κληρικοὺς, ἀσταμάτητα στοὺς αἰῶνες.
Τὴν ἐκλογὴ τῶν μαθητῶν του δὲν τὴν ἔκανε ἀπὸ σπουδαίους, μορφωμένους, πλουσίους, πτυχιούχους, ὀνομαστούς. Τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, οὔτε στηρίζεται σὲ ἀνθρώπινα δεδομένα καὶ δυνατότητες κοσμικές. Ἡ σωτηρία εἶναι ἔργο τῆς χάριτος. Ἑπομένως αὐτοὶ ποὺ θὰ ἐργασθοῦν, πρέπει νὰ εἶναι δοχεῖα τῆς χάριτος, ἐργαλεῖα τοῦ Θεοῦ.  Τὰ κριτήρια εἶναι οὐράνια, πνευματικά, ἐσωτερικά, τῆς καρδιᾶς.
Καθὼς λοιπὸν περπατοῦσε ὁ Ἰησοῦς στὴν παραλία τῆς Γαλιλαίας, μὲ τὸ θεϊκὸ του βλέμμα διέκρινε τὰ πρόσωπα, ποὺ ἦταν κατάλληλα προετοιμασμένα, γιὰ νὰ δεχθοῦν τὴν οὐράνια κλῆσι. Θυμηθεῖτε τὴν ἐκλογὴ καὶ κλῆσι τοῦ προφήτου Δαβίδ. Σὲ ἀντικατάστασι τοῦ βασιλιᾶ Σαούλ, λέγει˙ «Ζητήσει Κύριος ἑαυτῷ ἄνθρωπον κατὰ τὴν καρδίαν αὐτοῦ»(Α΄Βασ. 13,14). Δηλ. Θὰ ἀναζητήση ὁ Κύριος γιὰ τὸν ἑαυτόν του ἄνθρωπο κατὰ τὴν δική του θέλησι, ποὺ θὰ ἀναλάβει τὰ βασιλικὰ καθήκοντα.
Ἔτσι «εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ», ποὺ ἦταν «κατὰ τὴν καρδίαν αὐτοῦ». Αὐτοὶ ἦταν οἱ κατάλληλοι, καὶ ἂς ἦταν ἁπλοὶ ψαράδες καὶ ἄσημοι καὶ ἀγράμματοι. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώθηκε ἀμέσως, διότι μόλις τοὺς εἶπε˙ «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων», αὐτοὶ ἄφησαν τὰ δίκτυα, τὴν δουλειά τους, τὸ ἐπάγγελμά τους, καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Τὸν ἀκολούθησαν μὲ ἀπέραντη ἐμπιστοσύνη. Δὲν τοὺς ὑποσχέθηκε τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ὁρίζουν τὰ δεδομένα τοὺ ἀνθρωπίνου βίου. Καὶ ἀλήθεια, τί πάει νὰ πῆ ὁ λόγος˙ «Ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»;  Τί ὑπόσχεσι καὶ τί κίνητρο εἶναι αὐτό, ἀλήθεια; Καὶ ὅμως τὸν ἀκολούθησαν. Τὸν ἀκολούθησαν διότι ἦσαν «κατὰ τὴν καρδίαν Του».
Ἐμεῖς βλέπομε σήμερα πῶς ἐνεργοῦσε ὁ Ἰησοῦς καὶ ἀποροῦμε, ἢ καλύτερα θαυμάζομε. Εἶναι θαυμαστὴ ἡ ἐπιλογὴ τῶν πρώτων μαθητῶν. Τὸ ἴδιο καὶ θαυμαστότερο εἶναι καὶ ἡ κλῆσις τῶν ἑπομένων δύο μαθητῶν, τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ  ἀδελφοῦ του Ἰωάννου, ποὺ εἶναι παιδιὰ τοῦ Ζεβεδαίου, διότι αὐτοὶ καὶ ἀνταποκρίθηκαν ἀμέσως στὴν πρόσκλησι τοῦ Κυρίου καὶ ἐγκατέλειψαν, ὄχι μόνον τὰ δίκτυα, ἀλλὰ καὶ τὸν πατέρα τους.
Βεβαίως δὲν ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ οἱ ψαράδες αὐτοὶ τῆς Γαλιλαίας ἔβλεπαν τὸν Χριστό. Ἦταν πρῶτα ἀκροατὲς καὶ μαθητὲς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Δηλ. εἶχαν θρησκευτικὰ ἐνδιαφέροντα. Τοὺς ἀπασχολοῦσαν τὰ θέματα τῆς πίστεως, τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ νόμου, τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ Πρόδρομος ὑπέδειξε τὸν Χριστὸ στὸν Ἀνδρέα καὶ τὸν Ἰωάννη, ὅταν εἶπε τὸ˙ «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ». Καὶ αὐτοὶ τὸν ἀκολούθησαν, καὶ ἕνα ὁλόκληρο ἀπόγευμα συζητοῦσαν μαζί του. Ἔτσι τὸν γνώρισαν καὶ σαγηνεύθηκαν. Γι’ αὐτό, ὅταν τοὺς κάλεσε ἀνταποκρίθηκαν ἄμεσα. Τὸ ἤθελαν καί, μᾶλλον, τὸ περίμεναν. Εἶχαν ἀνοικτὴ τὴν καρδιά τους στὸν οὐρανό. Περίμεναν τὴν πραγματοποίησι τῶν προφητειῶν γιὰ τὸν Μεσσία, τὸν Ἐρχόμενο, τὸν Λυτρωτή καὶ Σωτῆρα. Περίμεναν τὸν Χριστό. Αὐτὸ φαίνεται στὰ λόγια τῶν δύο ἑπόμενων μαθητῶν, δηλ. τοῦ Φιλίππου καὶ τοῦ Ναθαναήλ. Ο Φίλιππος εἶπε˙ «Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ». Δηλ. αὐτὸς γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψε ὁ Μωϋσῆς στὸν νόμο καὶ οἱ προφῆτες, τὸν βρήκαμε, εἶναι ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Φαίνεται ὅτι μελετοῦσαν τὸν νόμο καὶ τοὺς προφῆτες, καὶ περίμεναν τὴν ἐκπλήρωσι τους.
Ἔτσι συναντήθηκαν ἡ δική τους θέλησι, ἡ κλίσις, μὲ τὴν πρόσκλησι, τὴν κλῆσι, ποὺ τοὺς ἔκανε ὁ Θεός. Τοὺς κάλεσε καὶ αὐτοὶ ἀπάντησαν.
Ὁ Κύριος δὲν ἐξαναγκάζει, δὲν ἐξαπατᾶ, δὲν παρασύρει κανέναν μὲ ὑποσχέσεις. Ἁπλᾶ καλεῖ καὶ περιμένει τὴν δική μας ἀνταπόκρισι. Ἂν ἐμεῖς δὲν θέλομε, καὶ παραμένομε ἀσυγκίνητοι στὴν παρουσία του, θὰ μᾶς ἀφήση καὶ θὰ καλέση ἄλλους.  Εἶναι κρίσιμο νὰ ἀναγνωρίσουμε πότε καὶ πῶς μᾶς καλεῖ. Ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ πάντα καὶ συνεχῶς, γιὰ νὰ γίνουμε μαθητές του, καὶ μᾶς καλεῖ μὲ πολλοὺς τρόπους. Σὲ ἐμᾶς μένει νὰ τὸν διακρίνουμε, νὰ κάνουμε τὸ δικό μας βῆμα καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε.
Τὰ βήματα τῶν ἀποστόλων ἀκολούθησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ θαυμαστὴ πρόσκλησις τοῦ Κυρίου καὶ ἀπάντησις τῶν μαθητῶν του, δὲν ἦταν ἕνα γεγονὸς γιὰ τότε ἢ ποὺ ἔγινε μιὰ φορά. Συνεχίζεται ἐπαναλαμβανόμενο μέσα στὴν Ἐκκλησία, καὶ θὰ γίνεται αὐτὸ μέχρι τὴν συντέλεια τῶν αἰώνων. Μέχρι τὴν συντέλεια τῶν αἰώνων ἄνθρωποι θὰ ἀκοῦνε τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου καὶ θὰ τὸν ἀκολουθοῦν. Θὰ τὸν ἀκολουθοῦν ἐγκαταλείποντας ὅ,τι τοὺς δένει μὲ τὸν κόσμο, πάντα τὰ ὑλικά, διότι ὁ Χριστὸς εἶναι τὰ πάντα, αὐτὸς εἶναι τὸ πᾶν.
Ἄμποτε αὐτὸ νὰ τὸ καταλάβωμε ὅλοι. Καὶ ὅλοι νὰ ἀκούσωμε τὴν φωνή του καὶ  ὅλοι νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν πρόσκλησί του. Καὶ γιατὶ μόνο οἱ ἄλλοι, οἱ ἀναρίθμητοι ἅγιοι, καὶ ὄχι καὶ ἐμεῖς;
Πέρνομε τώρα τὴν σταθερὴ ἀπόφασι καὶ γινόμαστε μαθητές του. Καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμὴ γιὰ τὸν ἄνθρωπο νὰ καλῆται νὰ γίνη μαθητὴς Ἐκείνου, τοῦ μόνου διδασκάλου, τοῦ διδασκάλου ποὺ διδάσκει καὶ χαρίζει τὴν σωτηρία. Ἀμήν.

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 15.06.2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΤΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (10,32-33.37-38.19,27-30)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
 
Σήμερα εἶναι ἡ Κυριακὴ τῶν ἁγίων Πάντων. Σήμερα κλείνει ὁ κύκλος τῶν κινητῶν ἑορτῶν ποὺ ἔχουν κέντρο τὸ Πάσχα. Ἀρχίζει αὐτὸς ὁ κύκλος τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου καὶ ὁλοκληρώνεται τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων.
Σήμερα ἐπίσης ἀρχίζει, γιὰ τὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα, ἡ περίοδος τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου. Ἀρχίζει τώρα καὶ φθάνει μέχρι τὴν τελευταία Κυριακὴ πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Καὶ πρὶν μιλήσουμε, μὲ ἀφορμὴ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι˙ Κάθε φορὰ ποὺ ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ διηγεῖται κάποιο θαῦμα ἢ περιστατικὰ ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ Κυρίου μας, ἀκοῦμε νὰ ἀρχίζη μὲ τὴν φρᾶσι˙ «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ…». Καὶ ὅσες φορὲς ἡ περικοπὴ ἀποτελεῖ μέρος ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου μας, ἀρχίζει μὲ τὴν φρᾶσι˙ «Εἶπεν ὁ Κύριος…».
Καὶ τώρα θὰ μποῦμε στὸ κείμενο τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ποὺ διαβάσθηκε καὶ ἀκούσθηκε σήμερα. Ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ ἀρχίζει καταλαβαίνουμε ὅτι τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶναι διαλεγμένο ἀπὸ μία διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ ἔκανε στοὺς μαθητές του.
Πολλὰ εἶπε καὶ δίδαξε ὁ Κύριος, ἀλλὰ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὰ ἐξηγήσουμε ὅλα.
Ἕνα θέμα γιὰ τὸ ὁποῖο μίλησε ὁ Κύριος εἶναι ἡ ὁμολογία. Πάει νὰ πῆ ὅτι, γιὰ τὸν πιστὸ χριστιανὸ ἔρχονται στιγμὲς στὴ ζωή του, ποὺ θὰ πρέπει νὰ παραδεχθῆ μπροστὰ σὲ ἄλλους, ὅτι πιστεύει πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός. Ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς καὶ ἀληθινὸς Θεός. Αὐτὸ εἶναι ὁμολογία. Καὶ αὐτὸ εἶναι ὑποχρέωσις τοῦ πιστοῦ. Αὐτὸ πρέπει νὰ κάνη. Καὶ δὲν θὰ λογαριάσει τί θὰ ποῦνε οἱ ἄλλοι ἢ τί θὰ κάνουνε. Οἱ ἄλλοι μπορεῖ νὰ κοροϊδέψουν τὸν πιστό, νὰ τὸν περιγελάσουν, νὰ τὸν χαρακτηρίσουν. Μπορεῖ νὰ τὸν κατηγορήσουν, νὰ τὸν δικάσουν, νὰ τὸν βασανίσουν, νὰ τὸν θανατώσουν ἀκόμη. Χιλιάδες ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πάντες, ποὺ ἑορτάζει καὶ τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, λοιδορήθηκαν, βασανίσθηκαν καὶ θανατώθηκαν ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ ὡς Θεὸ ἀληθινό. Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει καὶ μία εἰδικὴ κατηγορία ἁγίων, τοὺς Ὁμολογητές. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ βασανίσθηκαν γιὰ τὴν πίστι τους, ἀλλὰ δὲν θανατώθηκαν ἀπὸ τὰ βασανιστήρια. Ἀπὸ αὐτὰ καταλαβαίνουμε πόσο σπουδαῖο καὶ σημαντικὸ εἶναι ἡ ὁμολογία πίστεως.
Καὶ ἂν οἱ ἄνθρωποι ἐμπαίζουν τὴν ὁμολογία, ἔρχεται ὁ Χριστὸς ποὺ λέγει˙ «Ὅποιος μὲ ὁμολογήσει μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἐγὼ αὐτὸν θὰ τὸν παραδεχθῶ καὶ θὰ τὸν ἀναγνωρίσω μπροστὰ στὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιο. Καὶ ὅποιος μὲ ἀρνηθεῖ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀρνηθῶ μπροστὰ στὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιο». Μὲ ἄλλα λόγια ἡ ὁμολογία γίνεται εἰσιτήριο γιὰ τὴν αἰώνια ζωή. Γίνεται κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει τὴν πόρτα τοῦ παραδείσου.
Εἶναι εὔκολο νὰ κάνη κανεὶς τὴν ὁμολογία;
Ἂν εἶναι εὐκολο ἢ δύσκολο ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς προτεραιότητες ποὺ βάζουμε στὴν ζωή μας. Τί εἶναι σημαντικὸ γιὰ μᾶς; ἡ γνώμη τῶν ἄλλων ἢ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ἢ τὰ πνευματικά; Τὰ πρόσκαιρα ἢ τὰ αἰώνια; Τὰ γήινα ἢ τὰ οὐράνια;
Ἂν στόχος στὴ ζωή μας εἶναι νὰ πετύχουμε τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν – καὶ πρέπει αὐτὴ νὰ εἶναι ἡ ἔγνοιά μας σὲ ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς – τὸτε τίποτα δὲν θὰ βάλουμε μπροστά μας παρὰ μόνον τὸν Χριστό. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι δευτερεύοντα ἢ καὶ μὲ καμμιά ἀξία. Γι  αὐτὸ καὶ στὴ συνέχεια λέγει ὁ Κύριος˙  «Αὐτὸς ποὺ ἀγαπάει τὸν πατέρα του ἢ τὴν μητέρα του περισσότερο ἀπὸ μένα, αὐτὸς δὲν εἶναι ἄξιος νὰ εἶναι μαζί μου. Ἀλλὰ καὶ ὅποιος ἀγαπάει τὸν υἱό του ἢ τὴν κόρη του, περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἀγαπάει ἐμένα, καὶ αὐτὸς δὲν εἶναι ἄξιος νὰ εἶναι δικός μου».
Γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἴμαστε κολλημένοι σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο φαίνεται δύσκολη ἡ ὁμολογία. Καὶ πῶς νὰ ἀφήσης αὐτὰ ποὺ βλέπεις γιὰ κάτι ποὺ τὰ μάτια σου δὲν εἶδαν; Ἔτσι ἡ ὁμολογία εἶναι δοκιμασία τῆς πίστεως. Ἢ πιστεύεις ἢ δὲν πιστεύεις. Ἂν πιστεύεις ὁμολογεῖς χωρὶς νὰ λογαριάζης τὶς συνέπειες, διότι εἶσαι σίγουρος γιὰ τὰ λόγα τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὴν ὁμολογία εἶσαι δικός του, εἶσαι σωσμένος. Ὁ Χριστὸς θὰ σὲ ἀναγνωρίσει στὸν οὐρανὸ μπροστά στὸν Πατέρα του.
Μὰ ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶναι κρίσιμη ἡ ἐπιλογὴ τῆς ὁμολογίας, καὶ μπορεῖ νὰ φθάση μέχρι σὲ θάνατο, γι  αὐτὸ λέγει στὴ συνέχεια ὁ Χριστός˙  «Ὅποιος δὲν φορτωθεῖ τὸν σταυρό του, καὶ φορτωμένος μὲ τὸν σταυρό του δὲν μὲ ἀκολουθεῖ, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ μένα». Ἡ ὁμολογία εἶναι δοκιμασία, εἶναι σταυρός.
Ὅμως ξέρομε ὅτι μετὰ τὸν σταυρὸ ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάστασις. Μετὰ τὴν ὁμολογία ἀκολουθεῖ ἡ ἀνταμοιβή. Καὶ ὅτα πληρώνει ὁ Κύριος, πληρώνει πλουσιοπάροχα.
Ἀκοῦστε τί λέει παρακάτω˙  «Ὅποιος ἐγκαταλείψει σπίτια ἢ ἀδελφούς, ἢ ἀδελφές, ἢ πατέρα, ἢ μητέρα, ἢ γυναῖκα, ἢ παιδιά, ἢ χωράφια, γιὰ χάρι τοῦ ὀνόματός μου, θὰ βρεῖ ἐκατὸ φορὲς περισσότερα καὶ θὰ κληρονομήσει αἰώνια  ζωή».
Αὐτὸ ἔκαναν οἱ Ἅγιοι Πάντες. Τὰ ἀφησαν ὅλα, τὰ θυσίασαν ὅλα, τὰ ξέχασαν ὅλα, τὰ ἐγκατέλειψαν ὅλα καὶ κράτησαν μόνο τὸν Χριστό. Ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς ἀντάμοιψε, ὅπως τὸ ὑποσχέθηκε. Τοὺς ἔκανε κληρονόμους τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ προτίμησαν νὰ εἶναι μὲ τὸν Χριστό, καὶ τὸν ὁμολόγησαν μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, δηλ. τοὺς Ἁγίους, ξέρομε καὶ ἐμεῖς τώρα ποιὸ εἶναι τὸ δικό μας χρέος. Ξέρομε τὶ πρέπει νὰ κάνουμε τὴν ὥρα τῆς δοκιμασίας. Οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν καὶ δικαιώθηκαν. Ὁμολόγησαν καὶ σώθηκαν. Ὁμολόγησαν καὶ ἁγίασαν. Ὁμολόγησαν καὶ πέρασαν στὴν αἰωνιότητα. Δὲν ἔχει σημασία ἂν βασανίσθηκαν καὶ θανατώθηκαν ἐδῶ. Κέρδισαν τὴν αἰώνια ζωή.
Αὐτοὶ ὁμολόγησαν καὶ πέτυχαν. Ἐμεῖς τί θὰ κάνουμε;

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ) 08.06.2014


ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Πρξ 2,1-11)
“Ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα”, δηλαδὴ μὲ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου ἀποκαλύπτεται ὁ Θεὸς Πατέρας. Μὲ τὴν γέννησι τοῦ Ἰησοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ Υἱός, καὶ κατὰ τὴν Πεντηκοστὴ ἀποκαλύπτεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Κατὰ τὴν ἡμέρα ποὺ συμπληρώθηκαν οἱ πενήντα ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἔνδοξη ἀνάστασι τοῦ Κυρίου ἀποκαλύπτεται, φανερώνεται, ἐκχέεται στὸν κόσμο τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἔτσι ὁλοκληρώθηκε ἡ ἀποκάλυψις τῆς τριαδικῆς θεότητος, καὶ πλέον δὲν περιμένομε νὰ προστεθῆ τίποτε ἄλλο στὴν πίστι μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἀληθινὴ πίστις μας στὸν Θεό, τὴν ὁποία κατέχει, διασώζει καὶ κηρύττει ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶναι “στύλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας”.
Στὸ βιβλίο Πράξεις Ἀποστόλων, ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, περιγράφεται ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ, πῶς ἔγινε ἡ φανέρωσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ διήγησις εἶναι σύντομη, ἐπιγραμματική. Γράφει· “Καὶ ξαφνικὰ ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἐκεῖ ποὺ ἦσαν μαζεμμένοι ὅλοι οἱ ἀπόστολοι, ἕνας ἦχος σὰν ἰσχυρὴ βοὴ ἀνέμου ποὺ κινεῖται μὲ ὁρμή, καὶ γέμισε ὅλο τὸ σπίτι, στὸ ὁποῖο κάθονταν οἱ ἀπόστολοι. Καὶ παρουσιάσθηκαν σὲ αὐτοὺς γλῶσσες σὰν φλόγες ἀπὸ φωτιὰ νὰ διαμοιράζωνται, καὶ κάθισε ἀπὸ μία γλῶσσα στὸν καθένα ἀπὸ αὐτούς. Καὶ γέμισαν ὅλοι ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο καὶ ἄρχισαν νὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες καὶ νὰ κηρύττουν τὶς ὑψηλὲς ἀλήθειες, ὅπως τὸ Πνεῦμα τοὺς φώτιζε καὶ τοὺς ἔδινε δύναμι νὰ μιλοῦν”. Μὲ αὐτὴν τὴν σύντομη καὶ λιτὴ ἀναφορὰ καταγράφεται ἡ φανέρωσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ φανέρωσις αὐτὴ εἶχε στοιχεῖα ποὺ τὰ ἀντιλήφθηκαν οἱ ἄνθρωποι μὲ τὶς αἰσθήσεις τους. Τὸ Πνεῦμα “ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας”. Ἄκουσαν ἕναν ἦχο νὰ κατεβαίνη ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ ὁ ἦχος αὐτὸς ἦταν ὅμοιος μὲ βίαιη πνοή, μὲ δυνατὸ ἄνεμο. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι βίαιη πνοή, ἀλλὰ ἔτσι τὸ αἰσθάνθηκαν οἱ ἄνθρωποι, τονίζεται τό “ὥσπερ”, ἔτσι σάν νὰ φυσάη δυνατὸς βίαιος ἄνεμος. Ὄχι μόνον τὸ ἄκουσαν, ἀλλὰ καὶ τὸ εἶδαν, διότι “ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός”. Ἔγιναν ὁρατὲς γλῶσσες φωτεινὲς σὰν φλόγες. Πάλι θὰ ποῦμε ὅτι τὸ ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι πύρινες γλῶσσες, ἀλλὰ ἔτσι σὰν πύρινες γλῶσσες ἐμφανίσθηκε καὶ ἔγινε ὁρατό. Καὶ μάλιστα “ἐκάθισέ τε ἐφ’ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν”, ἀπὸ μία πύρινη γλῶσσα κάθισε πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τοῦ καθενός.
Καὶ ἀφοῦ φανερώθηκε μὲ αὐτὰ τὰ δύο αἰσθητὰ στοιχεῖα· “ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας” καί “γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός”, δηλαδὴ μὲ ἦχο καὶ φῶς, στὴν συνέχεια “ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου”. Δὲν μπορῶ νὰ μὴν ὑπογραμμίσω αὐτὸ τὸ σημεῖο. Εἶναι ἀσύλληπτο γιὰ τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου τὸ γεγονός, ὅπου τὸ πήλινο καὶ φθαρτὸ ἀνθρώπινο σῶμα γίνεται δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι αὐτὸ ἀκριβῶς σημαίνει ἡ φρᾶσις· “Ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου”. Ὅπως ὁ Υἱὸς καταδέχθηκε νὰ σκηνώση μέσα σὲ ἕνα πήλινο καὶ φθαρτὸ ἀνθρώπινο σῶμα, νὰ κυοφορηθῆ ἐπὶ ἐννέα μῆνες μέσα στὸ σῶμα τῆς Θεοτόκου μέχρι νὰ γεννηθῆ, ἔτσι καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καταδέχεται νὰ σκηνώση στὰ ἀνθώπινα σώματα, ἀφοῦ “ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου”.
Εἶναι ἰδιαίτερη τιμὴ γιὰ τὸν ἄνθρωπο νὰ μπορῆ νὰ δέχεται μέσα του τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς κάνει τὰ πάντα γιὰ νὰ δώση στὸν ἄνθρωπο, στὸ πλᾶσμα του, τὴν δυνατότητα νὰ ἑνωθῆ μὲ αὐτόν. Ἐξ ἄλλου ἡ “μέθεξις”, ἡ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, εἶναι ὁ τελικὸς καὶ ἀνώτατος σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φθάση καὶ νὰ βρῆ τὸν Θεὸ ἀπὸ μόνος του, μὲ τὶς δικὲς του δυνάμεις, ὁ Θεός, κινούμενος ἀπὸ ἀγάπη, κατέρχεται νὰ συναντήση τὸν ἄνθρωπο. Ταπεινώνεται καὶ φανερώνεται, καὶ ἀποκαλύπτεται στὸν ἄνθρωπο, ὥσπου νὰ γίνη ἡ συνάντησις Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου.
Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὄχι μόνον φανερώθηκε, ἀλλὰ καὶ σκήνωσε μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ἐπενήργησε δὲ κατὰ τρόπο ποὺ ἄφησε ἔκπληκτα τὰ πλήθη. Διότι οἱ ἀπόστολοι, μετὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ξαφνικά “ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι”. Οἱ ἀπόστολοι ἦσαν ἄνθρωποι ἄσημοι, ἄγνωστοι, ἀγράμματοι καὶ ξαφνικά, ἀφοῦ γέμισαν ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο, ἄρχισαν νὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες, ὅπως τοὺς χάριζε αὐτὴν τὴν ἰκανότητα νὰ μιλοῦν τὸ Πνεῦμα. Τοὺς ἄκουγαν οἱ ἄνθρωποι καὶ ἔμεναν μὲ τὴν ἀπορία, “πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν”; Ἡ ἀπορία τους ἦταν πῶς ἀκοῦνε τοὺς ἀποστόλους νὰ μιλοῦν στὴν διάλεκτο ποὺ ὁ καθένας γεννήθηκε. Καὶ δὲν ἦταν λίγοι αὐτοί. “Ἦσαν δὲ ἐν Ἰερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν”, οἱ ὁποῖοι “ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν”. Στὰ Ἰεροσόλυμα κατοικοῦσαν ἄνδρες εὐλεβεῖς ἀπὸ κάθε ἔθνος, ποὺ ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ ὅλοι αὐτοὶ ἄκουγαν τοὺς ἀποστόλους νὰ τοὺς μιλοῦν στοῦ καθενὸς τὴν διάλεκτο. Ἕνα πολυεθνικὸ ἀκροατήριο ἀκούει τοὺς Γαλιλαίους νὰ τοὺς μιλοῦν σὲ κάθε διάλεκτο. Τὸ πολυεθνικὸ καὶ πολύγλωσσο πλῆθος τὸ ἀποτελοῦσαν· “Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνη, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, Ἰουδαῖοι τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ Ἄραβες” καὶ ὅλοι αὐτοὶ ἄκουγαν τοὺς ἀποστόλους νὰ τοὺς μιλοῦν στὶς δικές τους γλῶσσες. Αὐτὸ ἂν δὲν εἶναι θαῦμα μέσα στὸ θαῦμα τῆς φανερώσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Αὐτὴ εἶναι ἡ Πεντηκοστή!
Καὶ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἀποκαλύφθηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ἔχομε ὁλοκληρωμένη τὴν ἀποκάλυψι τῆς θεότητος, ἔχομε καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς πορείας τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὸν κόσμο. Ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, εἶναι ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς ἡμέρας, ὅπως τὸ ἀκούσαμε, μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ ὡς ἡ ληξιαρχικὴ πρᾶξις τῆς γεννήσεως τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ἀπὸ τότε πορεύεται μέσα στὸν κόσμο. Ὄχι χωρὶς τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητές του ὅτι θὰ πέμψη ἀπὸ τὸν πατέρα του, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐκπορεύεται, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας. Καί “ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν”. Ἔκτοτε ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν παρουσία του ὁδηγεῖται ἀπ’ αὐτὸ καὶ ἀλάνθαστα κατέχει τὴν ἀλήθεια ποὺ σώζει.