Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
19-5-2013





ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΡΙΤΗ, ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (Μρ 15,43-16,8)
 
Τὴν τρίτη Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὰ πρόσωπα ἐκεῖνα, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ποὺ προσέφεραν στὸν Κύριο τὶς τελευταῖες κατὰ ἄνθρωπο νεκρικὲς τιμές.
Ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία τόλμησε νὰ ζητήση ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ τὸ θάψη. Ὁ Πιλᾶτος ἀπόρησε γιὰ τὸν θάνατο καὶ ζήτησε νὰ τὸ ἐπιβεβαιώση ὁ ἁρμόδιος ἀξιωματικός. Ὁ κεντυρίων, ἑκατόνταρχος στὰ ἑλληνικά, ἐνημερώνει ἐπίσημα ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ὁ Πιλᾶτος δωρίζει τὸ σῶμα στὸν Ἰωσήφ. Ὁ ὁποῖος σὲ ἀγορασμένη σινδόνα τυλίγει τὸ σῶμα καὶ τὸ τοποθετεῖ σὲ καινούριο λαξευμένο τάφο. Κλείνει δὲ τὴν εἴσοδο μὲ μεγάλη πέτρα. Παροῦσες ἦταν ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία τοῦ Ἰωσῆ. Καὶ πολὺ πρωΐ τῆς πρώτης ἡμέρας μετὰ τὸ Σάββατο, δηλ. γιὰ μᾶς Κυριακή, πορεύθηκαν πρὸς τὸ μνῆμα, μὲ τὴν σκέψι μόνο, ποιὸς θὰ ἀποκυλήση τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου, ποὺ ἦταν μεγάλη. Πλησιάζοντας ὅμως διαπίστωσαν ὅτι ἤδη ἡ εἴσοδος εἶναι ἀνοικτή. Καὶ μπαίνοντας στὸ μνημεῖο εἶδαν τὸν λευκοφορεμένο νεανίσκο στὰ δεξιά, καί «ἐξεθαμβήθησαν». Τὶς καθησυχάζει ὁ ἄγγελος, καὶ τὶς πληροφορεῖ ὅτι αὐτός, τὸν ὁποῖο ζητεῖτε «ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε». Βλέπετε  τὸν τόπο ὅπου τὸν ἔβαλαν. Ἀλλὰ πηγαίνετε τώρα νὰ πῆτε στοὺς μαθητές του, καὶ τὸν Πέτρο, ὅτι θὰ συναντηθοῦν, ὅπως τοὺς τὸ εἶπε, στὴν Γαλιλαία. Αὐτὲς ἔφυγαν μὲ γρήγορο ρυθμό. Τὶς εἶχε καταλάβει «τρόμος καὶ ἔκστασις». Καὶ στὸν δρόμο δὲν εἶπαν σὲ κανέναν τίποτε, διότι «ἐφοβοῦντο».
Τὰ γεγονότα αὐτὰ, μὲ τὴν ἐπιβεβαίωσι τοῦ θανάτου τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὴν ταφή του, ἔγιναν τὴν Παρασκευή, ἡμέρα τῆς σταυρώσεως. Φαίνεται ὅτι ὅλα πλέον τελείωσαν. Γιὰ νὰ συνεχίσω τὸ γράψιμο χρειάσθηκα μακρό χρόνο σκέψεων. Ξετύλιγα μπροστά μου τὴν σκηνή. Ὁ Ἰωσὴφ μὲ τὸν κρυφὸ μαθητὴ τοῦ Κυρίου, τὸν Νικόδημο, νὰ τολμοῦν νὰ ζητήσουν τὸ νεκρὸ σῶμα ἑνὸς σταυρωμένου! Σκεφθεῖτε ὅτι ὁ σταυρικὸς θάνατος ἦταν ὁ πιὸ ἄτιμος, καὶ μόνον γιὰ κακοὺργους. Ἡ βαρειὰ ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν κυνηγάει τοὺς συνεργάτες τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ ἀπὸ φόβο ἀμπαρώνουν τὶς πόρτες τοῦ χώρου ποὺ ἔχουν μαζευθῆ. Ὁ Ἐταυρωμένος μόνος, ἐγκαταλειμμένος ἀπὸ τοὺς μαθητές του, δέχεται τὶς λοιδωρίες καὶ τοὺς ἐμπαιγμοὺς τῶν περαστικῶν. Ἐξαίρεσις εἶναι ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ὁμολογεῖ τὴν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ. Χρειαζόταν μεγάλη τόλμη γιὰ νὰ ζητήση κανεὶς τὸ σῶμα ἑνός «κακούργου». Ἄμεσος ἦταν ὁ κίνδυνος νὰ κατηγορηθῆ καὶ νὰ συλληφθῆ. Ἀπὸ αὐτὸν τὸν κίνδυνο ἀναγκάσθηκε νωρίτερα ὁ Πέτρος νὰ γίνη ἀρνητὴς τοῦ Ἰησοῦ. Ἐξ ἄλλου θεωρεῖται δικαιολογημένη ἡ ἀπογοήτευσις γιὰ πολλούς, διότι περίμεναν ἕνα ἐγκόσμιο βασίλειο, στὸ ὁποῖο κάποιοι διεκδικοῦσαν πρῶτες θέσεις. Μὲ τὴν γνωστὴ ἐξέλιξι τῶν γεγονότων, δηλ. τὴν σταύρωσι καὶ ταφή, φαινόταν νὰ σβήνη κάθε ἐλπίδα. Τὰ σημειώνω αὐτὰ γιὰ νὰ φανῆ τὸ κουράγιο τοῦ Ἰωσὴφ καὶ τοῦ Νικοδήμου, νὰ ἐπιμένουν νὰ ζητᾶνε τὸ σῶμα τοῦ Ἐσταυρωμένου, γιὰ νὰ τὸ θάψουν. Καὶ ἀναπάντεχα τοὺς δόθηκε πολυτιμώτατο δῶρο, τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Ἴσως καὶ ὁ Πιλᾶτος θεώρησε μιὰ καλή, καὶ στὴν κατάλληλη ὥρα, εὐκαιρία τὸ αἴτημα τοῦ Ἰωσήφ, διότι ἔπρεπε οἱ ὑπηρεσίες του, νὰ φροτίσουν γιὰ τὴν ταφὴ τοῦ «Ξένου». Πόση πίστι καὶ ἀγάπη εἶχε ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος γιὰ νὰ φροντίσουν τὸν Κύριο κάτω ἀπὸ τέτοιες συνθῆκες! Τὸν κατέβασαν ἀπὸ τὸν Σταυρό. Μετά, κατὰ τὴν συνήθεια τῆς ἐποχῆς, καθάρισαν τὶς πληγές, ἀρωμάτισαν τὸ σῶμα, τὸν τύλιξαν στὸ σουδάριο, καὶ τὸν ἔθαψαν. Τὶ τιμὴ γιὰ τοὺς ἐνταφιαστὲς τοῦ Κυρίου! Τὴν μεθεπόμενη ἡμέρα θὰ ζητάει ὁ Θωμᾶς νὰ ψηλαφήση τὶς πληγές. Τώρα ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος ὅλο τὸ σῶμα τὸ φροντίζουν μὲ τὰ χέρια τους καὶ ἀποδίδουν τὶς τελευταῖες νεκρικὲς τιμὲς στὸν Ἰησοῦ, σώζοντας ἔτσι τὴν τιμὴ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἔναντι τοῦ ἀδίκως σταυρωθέντος Χριστοῦ.
Τὸ Σάββατο πέρασε μὲ ἡσυχία. Καὶ μόνον μετὰ τὴν δύσι τοῦ ἡλίου ἄρχισαν οἱ γυναῖκες νὰ κινοῦνται, νὰ ἑτοιμάζωνται, ὅπως μὲ τὴν ἀγορὰ ἀρωμάτων, γιὰ νὰ ἐπισκεφθοῦν τὸ μνῆμα. Στοὺς δύο τολμηροὺς ἄνδρες θὰ προστεθοῦν καὶ πέντε τολμηρὲς γυναῖκες, ποὺ θὰ πορευθοῦν, στὸ ἴδιο βαρὺ κλῖμα, πρὸς τὸ μνημεῖο. Σκέφτονται μόνον τὴν μεγάλη πέτρα μὲ τὴν ὁποία εἶναι σφραγισμένος ὁ τάφος. Φαίνεται ὅτι δὲν εἶχαν πληροφορία γιὰ τὴν κουστωδία. Διότι ἡ κουστωδία τοποθετήθηκε τὸ Σάββατο, ὅπως γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος· «Τῇ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς…» καὶ ζήτησαν ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο τὴν φρούρησι τοῦ τάφου γιὰ τρεῖς ἡμέρες. Ὁ μεγάλος λίθος δὲν στάθηκε ἐμπόδιο γιὰ τὶς γυναῖκες. Πῆγαν αὐτὲς ἔχοντας στὰ χέρια τους ἀρώματα, καὶ στὶς καρδιές τους τὴν ἀπέραντι ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο. Μιὰ ἀγάπη πού, κατὰ τὸν Ἰωάννη, «ἔξω βάλλει τὸν φόβον». Αὐτὲς λοιπὸν ἀξιώθηκαν πρῶτες νὰ δοῦν ἄδειο τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ, νὰ δοῦν ἄγγελο καὶ νὰ μιλήσουν μὲ αὐτόν, νὰ πληροφορηθοῦν γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου καὶ νὰ πάρουν τὴν ἐντολὴ νὰ τὴν κηρύξουν στοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἀνταμείφθηκε ὁ πόθος καὶ ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν Χριστό, νὰ ἀναδειχθοῦν κήρυκες καὶ ἀπόστολοι τοῦ θριάμβου τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ θανάτου, κήρυκες τῆς Ἀναστάσεως.
Σὲ αὐτὲς τὶς μυροφόρες γυναῖκες, τὶς πρῶτες ποὺ βεβαιώνουν ὅτι ὁ τάφος εἶναι ἄδειος, καὶ στοὺς δύο ἐνταφιαστὲς τοῦ Κυρίου, σοφὰ καὶ δίκαια ἀφιερώνει ἡ Ἐκκλησία μας τὴν τρίτη Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα.
Ἡ περίπτωσις τῶν προσώπων αὐτῶν ἐπιβεβαιώνει τὴν παγιωμένη ἀπὸ τὸτε, ἀπὸ τὴν ἀρχή, ἀλήθεια. Καὶ στὴν πιὸ δύσκολη κατάστασι ἢ θέσι, στὴν ὁποία μπορεῖ νὰ βρεθῆ ἡ Ἐκκλησία, ὅσο καὶ ἂν φαίνεται ὅτι κυριαρχεῖ ἡ πλάνη καὶ τὸ κακό, πάντα θὰ ὑπάρχουν, αὐτοὶ ποὺ δὲν φαίνονται, κάποιος Νικόδημος καὶ Ἰωσήφ, κάποιες μυροφόρες γυναῖκες, πού, ὄχι μόνον θὰ κρατοῦν στὴν καρδιά τους τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό, θὰ κρατοῦν τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ θὰ τολμοῦν νὰ τὴν διακηρύττουν. Ὄχι τόσο μὲ λόγια ἀλλὰ μὲ τὴν καθημερινὴ πρακτικὴ τῆς ζωῆς. Θὰ λατρεύουν τὸν Κύριο προσφέροντάς του τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πρέπουσα τιμή.
Αὐτὲς οἱ λίγες ἀλλὰ εὐλογημένες ψυχές, ποὺ ἔμειναν πιστὲς στὸν Κύριο στὶς κρίσιμες ὧρες, ἀποτελοῦν τὸ εὐλογημένο «Λεῖμμα», τὸ λεγόμενο «Μικρό ποίμνιο», ποὺ δὲν θὰ ἐκλείψη ποτέ ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐμεῖς, ἀλήθεια, μποροῦμε καὶ θέλομε νὰ εἴμαστε στὸ μικρὸ ποίμνιο;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου