Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 29.12.2013


ΚΥΡΙΑΚῌ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ (Γ α 1,11-19)
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα ἀκούγεται καὶ τὴν  εἰκοστή Κυριακὴ στὴν σειρὰ τοῦ Κυριακοδρομίου. Ὅμως σήμερα εἶναι ἡ Κυριακὴ μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ ἑορταστικά, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἡμερομηνία, τὸν Ἰωσὴφ τὸν μνήστορα, τὸν προφήτη Δαυὶδ καὶ τὸν ἅγιο Ἰάκωβο τὸν ἀδελφόθεο. Τὸν μὲν Ἰωσὴφ ποὺ ὑπηρέτησε τὴν σάρκωσι τοῦ Λόγου, τὸν Δαυὶδ ποὺ τὴν προφήτευσε, καὶ τὸν Ἰάκωβο ποὺ τὴν κήρυξε. Στὸ ἀνάγνωσμα ὑπάρχει χωρίο στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος μὲ πολὺ τιμητικὸ τρόπο. Καὶ αὐτὸ τὸ συγκεκριμένο χωρίο θὰ δοῦμε σήμερα. Γράφει ὁ Παῦλος·

«Ἕτερον τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου». Δὲν εἶδα κανέναν ἄλλον ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους παρὰ μόνον τὸν Ἰάκωβο τὸν ἀδελφὸ τοῦ Κυρίου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἐπιστολὴ πρὸς Γαλάτας γράφει ὅτι ἦταν ζηλωτὴς καὶ φανατικὸς Ἰουδαῖος καὶ σκληρὸς διώκτης τῶν Χριστιανῶν, μέχρι ποὺ ὁ Κύριος εὐδόκησε καὶ τὸν κάλεσε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ κηρύξη τὸ εὐαγγέλιο στὰ ἔθνη. Ἡ μεταστροφή του ἔγινε γνωστή, ἀλλὰ δυσκολεύθηκαν οἱ πιστοὶ νὰ τὸν δεχθοῦν. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἀναγνωρίσουν ὡς ἀπόστολο τὸν διώκτη. Φαινόταν παράδοξο καὶ ἀπίστευτο. Ὅμως γιὰ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι τίποτε ἀκατόρθωτο. Φωνάζει ὁ προφήτης ἀπὸ τὸ παρελθόν· «Αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ ὑψίστου!». Νά, τὶ μπορεῖ νὰ κάνη τὸ παντοδύναμο χέρι τοῦ Θεοῦ. Μετέτρεψε τὸν διώκτη σὲ θερμὸ ἀπόστολο.

Ἔπρεπε νὰ ἀναγνωρισθῆ τὸ γεγονός. Κρίθηκε ἀναγκαία ἡ παρουσία τοῦ Σαοὺλ στὰ Ἰεροσόλυμα ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, ὅπως καὶ ἔγινε. Σημειώνει ὁ ἴδιος τὰ περιστατικά. Μετὰ τὴν συνάντησί του μὲ τὸν Κύριο ἔξω ἀπὸ τὴν Δαμασκό, ἀποσύρθηκε γιὰ τρία χρόνια στὴν ἔρημο, γιὰ προσευχὴ, νηστεία, ἄσκησι καὶ μελέτη. Καὶ σημειώνει στὴν συνέχεια· «Ἔπειτα μετὰ τρία ἔτη ἀνῆλθον εἰς Ἰεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε». Ἔδωσε πλήρη ἀναφορὰ τῶν γεγονότων τῆς μεταστροφῆς του στὸν κορυφαῖο ἀπόστολο Πέτρο. Ἡ συνάντησις αὐτὴ κράτησε δεκαπέντε ἡμέρες, γιὰ νὰ διαπιστευθῆ στὴν ἐκκλησία τῶν Ἰεροσολύμων.

Ἔπρεπε νὰ γίνη αὐτὴ ἡ συνάντησις καὶ νὰ δοθοῦν ἀπὸ τὸν μέχρι τότε διώκτη οἱ ἐξηγήσεις τῆς μεταστροφῆς του. Ἡ ἐκκλησία δὲν εἶναι χῶρος στὸν ὁποῖο μπορεῖ ὁ καθένας νὰ παριστάνη τὸν ἀπόστολο, τὸν κληρικό, τὸν πνευματικό, τόν «γέροντα». Δὲν ἀρκοῦν τὰ ράσα γιὰ εἶναι κάποιος ἱερέας, διότι ράσα μπορεῖ νὰ φορέση ὁ ὁποιοσδήποτε, λειτουργὸς ὅμως τοῦ ὑψίστου δὲν μπορεῖ νὰ αὐτοανακηρύσσεται κανένας. Τὸ μυστήριο τῆς χειροτονίας πρέπει νὰ γίνη ἀπὸ κανονικὸ ἐπίσκοπο, ποὺ μὲ τὸ χειροτονητήριο γράμμα του πιστοποιεῖ ὅτι μετέδωσε τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα. Καὶ ὅταν ὁ κληρικὸς ἐξέρχεται ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς μητροπόλεώς του, φέρει μαζί του γραπτὴ τὴν ἄδεια, στὴν ὁποία ἀναγράφεται ὅτι, μπορεῖ ἀκωλύτως νὰ ἱερουργῆ. Ὑπάρχει τάξις καὶ νόμος, γιὰ νὰ ἀποκλείεται ὁ ἐμπαιγμὸς καὶ ἡ ἀπάτη. Πρέπει νὰ ἔχουν καὶ οἱ πιστοὶ τὴν βεβαιότητα ὅτι μετέχουν σὲ μυστήρια μὲ ἐγκυρότητα, ποὺ μεταδίδουν πραγματικὰ τὴν χάρι τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μνημόνευσις τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου ἀπὸ τὸν ἱερέα τῆς ὥρα τῆς λατρείας δὲν εἶναι κάποια φιλοφρόνησις, ἀλλὰ οὐσιαστικὸ στοιχεῖο τῆς κανονικότητος καὶ ἑνότητος τοῦ λειτουργοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτονομημένος, ἢ ἀνεξάρτητος. Ὁ Παῦλος αὐτὸ ἔκανε. Τὸν κάλεσε μὲν ὁ Κύριος, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ ἐνσωματωθῆ στὴν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ ἐμφανίσθηκε στοὺς πρώτους τῶν Ἰεροσολύμων καὶ ἀναγνωρίσθηκε κανονικὸς ἀπόστολος.

Καταγράφει δὲ ὡς πολὺ σημαντικὸ τὸ ὅτι συναντήθηκε καὶ εἶδε τὸν Ἰάκωβο, τὸν ἀδελφὸ τοῦ Κυρίου· «Ἕτερον τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου».

Γιατὶ θεωρεῖ σημαντικὸ τὸ γεγονὸς τῆς συναντήσεως μὲ τὸν Ἰάκωβο; Διότι ἀκριβῶς ὁ Ἰάκωβος κατέχει πολὺ σημαίνουσα θέσι στὴν πρώτη ἐκκλησία τῶν Ἰεροσολύμων. Δὲν εἶναι τώρα καιρὸς νὰ ἀναφερθοῦν τὰ σχετικὰ στοιχεῖα, ποὺ εἶναι πολλά. Ἀρκεῖ νὰ σημειωθῆ ὅτι καὶ ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ὑπεύθυνος γιὰ τὸ κήρυγμα καὶ τὴν ἱεραποστολὴ μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων, φαίνεται ὅτι δίνει ἀναφορὰ στὸν Ἰάκωβο, τὸν ὁποῖο θεωρεῖ ἀνώτερο. Ἀναφέρω ἕνα περιστατικὸ γιὰ νὰ φανῆ ἡ θέσις τοῦ Ἰακώβου στὴν ἐκκλησία τῶν Ἰεροσολύμων. Μετὰ τὴν θαυμαστὴ ἀποφυλάκισι του, ποὺ τὸν ἔβγαλε ὁ ἄγγελος μέχρι ἔξω ἀπὸ τὴν φυλακὴ ἀσφαλῶς, ὁ Πέτρος, γιὰ νὰ φυλαχθῆ, ἀνεχώρησε, ἀφοῦ πρῶτα ἐνημέρωσε καὶ χαιρέτησε τοὺς πιστούς, ποὺ ἀγρυπνοῦσαν προσευχόμενοι γιὰ τὴν αἴσια ἔκβασι τῆς φυλακίσεώς του. Φεύγοντας, ζήτησε νὰ ἐνημερώσουν τὸν Ἰάκωβο, τόσο γιὰ τὸ θαῦμα ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἀπουσία του μέχρι νὰ ἡσυχάσουν τὰ πνεύματα. Τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων σημειώνει· «Κατασείσας δὲ αὐτοῖς τῇ χειρὶ σιγᾶν διηγήσατο αὐτοῖς πῶς ὁ Κύριος ἐξήγαγεν αὐτὸν ἐκ τῆς φυλακῆς, εἶπε δε· ἀπαγγείλατε Ἰακώβῳ καὶ τοῖς ἀδελφοῖς ταῦτα. καὶ ἐπορεύθη εἰς ἕτερον τόπον». Καὶ μόνον ἀπὸ αὐτὸ τὸ χωρίο ἀντιλαμβανόμαστε σὲ πόσο ὑψηλὴ ἐκτίμησι εἶχαν ὄχι μόνον οἱ πιστοί, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ ἀπόστολοι, καὶ μάλιστα ὁ Πέτρος, τὸν Ἰάκωβο. Νὰ γιατὶ καὶ γιὰ τὸν Παῦλο ἦταν τόσο σημαντικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι συναντήθηκε μὲ τὸν Ἰάκωβο. Δηλαδὴ δὲν εἶναι μὶα ἁπλῆ σημείωσις ὅτι μεταξὺ ἄλλων εἶδε τὸν Ἰάκωβο, ἀλλ’ αὐτὴ ἡ συνάντησις δίνει κύρος καὶ στὸ ἔργο τοῦ ἰδίου τοῦ Παύλου. Εἶναι ἀπόστολος καὶ κηρύττει μὲ τὴν εὐλογία καὶ γνώμη καὶ τοῦ Ἰακώβου. Οἱ πιστοὶ ποὺ σέβονται τὸν Ἰάκωβο ἄφοβα ἀκοῦνε τὸν Παῦλο. Τὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου ἀποκτᾶ ἐγκυρότητα στὰ μάτια τῶν πιστῶν, ἀφοῦ ἔχει τὴν ἔγκρισι, ἐπιβεβαίωσι καὶ ἀναγνώρισι τοῦ Ἰακώβου.

Ὁ Παῦλος ὡς νεοφώτιστος χριστιανός, ὡς νέο μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἀναλαμβάνει τὸ ἔργο τοῦ ἀποστόλου. Ἡ μεταστροφή του εἶναι ἕνα θαῦμα. Πρέπει ὅμως νὰ ἐπιβεβαιωθῆ ἀπὸ τὴν ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας. Ἐμφανίζεται στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ γίνεται δεκτὸς ἀπὸ τὸν κορυφαῖο ἀπόστολο, τὸν Πέτρο. Θεωρεῖ ὅμως ἰδιαιτέρως ἀναγκαία τὴν συνάντησί του μὲ τὸν Ἰάκωβο, γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἀναφέρει στὴν ἐπιστολή. Κανείς δὲν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητῆ τὴν διδασκαλία τοῦ Παύλου ἐφ’ ὅσο πιά ἔχει τὴν συγκατάθεσι τοῦ Ἰακώβου, τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Κυρίου, τὸν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου