Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 28.07.2013

ΚΥΡΙΑΚῌ ΠΕΜΠΤῌ (Ρω 10,1-10)
Ἀπὸ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ποὺ ἀκούγεται την πέμπτη Κυριακὴ τῶν ἐπιστολῶν, εἶναι ὁ λόγος· «Ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύνην, καὶ τὴν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μιλάει μὲ πόνο γιὰ τοὺς συμπατριῶτες του Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον ἀρνήθηκαν νὰ δεχθοῦν τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν σταυρικὸ θάνατο. Ἡ εὐαίσθητη καρδιά του προσεύχεται στὸν Θεό, καὶ ζητάει τὴν σωτηρία τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ ἀμέσως ἐξηγεῖ γιατὶ δὲν βρῆκαν τὴν σωτηρία, παρ’ ὅλο ποὺ ἔχουν ζῆλο Θεοῦ. Ὁ λόγος περικλείεται μέσα στὴν φρᾶσι ποὺ ἀναφέραμε παραπάνω, καὶ τὴν ὁποία θὰ ἀναλύσουμε μὲ συντομία.
Προετοίμασε τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ὁ πανάγαθος καὶ φιλάνθρωπος Θεός μας. Σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέγεται οἰκονομία ἢ ἀπόρρητο μυστήριο, ὁ Υἱός, τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, θὰ συγκατέβαινε στὸ ἐπίπεδο τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν σάρκωσί του. Ὁ Θεὸς θὰ γινόταν ἄνθρωπος γιὰ νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο. Μάλιστα προετοίμαζε τὸν κόσμο, μέσω τοῦ περιουσίου λαοῦ του, ὥστε ὅταν θὰ ἐρχόταν στὴ γῆ νὰ τὸν δεχθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Πραγματικά, «ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ…». Καὶ ἐνῶ χρειάζονταν ὅλοι ἕναν Μεσσία, ἕναν λυτρωτή, ἕναν σωτῆρα, ὅταν ἦρθε στὴ γῆ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν τὸν ἀποδέχθηκαν καὶ δὲν τὸν ἀνεγνώρισαν. Καὶ κυρίως δὲν τὸν ἀνεγνώρισαν οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἦσαν προετοιμασμένοι ἀπὸ τοὺς προφῆτες. Δὲν συμφώνησαν μὲ τὴν διδασκαλία του. Ἀπέρριψαν τὸν ἀποκαλυπτικό του λόγο. Δυσφήμισαν τὰ θαύματά του, καὶ στὸ τέλος τὸν ὁδήγησαν στὸν σταυρικὸ θάνατο.
Γράφει λοιπὸν ὁ Παῦλος ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἀγνόησαν τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀποδέχθηκαν τὸν τρόπο σωτηρίας ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός. Ἀγνόησαν, δηλαδὴ παραμέρισαν καὶ δὲν ἀξιολόγησαν σωστὰ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία. Τὴν δικαίωσι τοῦ ἀνθρώπου τὴν δίνει ὁ Θεός. Καὶ τὴν δίνει μὲ τὸν δικό του τρόπο. Ἔχει τὸ δικό του σχέδιο. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως αὐτὸ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ τὸ ἀπέρριψαν καὶ ζήτησαν, καὶ ἐπεδίωξαν, νὰ στήσουν ἕνα δικό τους σχέδιο σωτηρίας. Πεισματικὰ ἐπέμεναν στὸ δικό τους σχέδιο, καὶ ἔτσι δὲν ὑποτάχθηκαν στὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ στὸν μοναδικὸ τρόπο σωτηρίας. Καὶ  μοναδικὸς τρόπος σωτηρίας αὐτὸς αὐτός, ποὺ τὸν ἐπέλεξε καὶ τὸν πραγματοποίησε ὁ πάνσοφος Θεός, διότι ἂν ὑπῆρχε καὶ ἄλλος τρόπος, τότε δὲν θὰ ὑπῆρχε ἡ ἀνάγκη τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου. Γιατὶ νὰ ταπεινωθῆ ὁ Θεός, νὰ γίνη ἄνθρωπος καὶ ἐδῶ στὴν γῆ νὰ πάθη; Δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος νὰ γίνη ἡ ἐνανθρώπησις. Τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ εἶναι σωτήριο καὶ μοναδικό. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀντικατασταθῆ μὲ κανένα ἄλλο. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ἡ σωτηρία παρὰ μόνον μέσω τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ φρᾶσις «τὴν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι», σημαίνει ὅτι ἤθελαν νὰ φτιάξουν δικό τους τρόπο σωτηρίας, κόντρα καὶ ἀντίθετα στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Στὴν οὐσία ἀπορρίπτουν τὸν ἴδιο τὸν Θεό, καὶ στὴν θέσι του τοποθετοῦν τὸν ἑαυτό τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἴδια ἁμαρτία ποὺ γκρέμισε τὸν Ἑωσφόρο ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ τὸν ἔκανε σκοτεινὸ πνεῦμα. Εἶναι ἡ ἴδια ἁμαρτία ποὺ ἔβγαλε τοὺς πρωτοπλάστους ἀπὸ τὸν παράδεισο, ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ ὑποκαταστήση τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ὑποτάσσεται στὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Παῦλος προσεύχεται καὶ ἐλπίζει στὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Ἰσραήλ. Περιμένει κάποτε νὰ ξεχάσουν τὸ δικό τους σχέδιο σωτηρίας καὶ νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὄχι μόνον οἱ Ἰουδαῖοι, ἀλλ’ ὅλοι μας, διότι σχεδὸν ὅλοι μας ἀκολουθοῦμε ὄχι τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία μας, ἀλλὰ τὸν δικό μας νόμο. Ἔχομε φθάσει σὲ τέτοιο σημεῖο αὐτονομήσεως ἀπὸ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ὥστε ὁ καθένας μας νὰ ἀκολουθῆ ἕνα δικό του νόμο. Τὸν νόμο καὶ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ τὰ ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὶς ἑορτὲς της. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει σύστημα ἡμερῶν νηστείας, γιὰ νὰ περιορισθῶ μόνον σὲ αὐτά. Καὶ ἐμεῖς ἀντὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ ἐφαρμόσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἔστω στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, εἰσάγουμε δικές μας ἐντολές. Γινόμαστε νομοθέτες. Δὲν παραβαίνομε μόνο τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νομοθετοῦμε. Καὶ νομοθετοῦμε κατὰ κανόνα τελείως ἀντίθετα ἀπὸ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι λίγοι αὐτοὶ ποὺ λένε· Πιστεύω, ἀλλὰ στὸν ναὸ δὲν πηγαίνω. Πιστεύω, ἀλλὰ δὲν τοὺ πάω τοὺς παπάδες. Πιστεύω ἀλλὰ δὲν μοῦ χρειάζεται ἡ νηστεία, ἢ ἔχω τάμα νὰ νηστεύω μόνον τὴν Παρασκευή. Πιστεύω ἀλλὰ δὲν νομίζω ὅτι χρειάζεται ἡ ἐξομολόγησις. Τέτοιες καὶ μυριάδες παρόμοιες θέσεις ἐκφράζονται ἀπὸ πιστοὺς, οἱ ὁποῖοι στὴν θέσι τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ ὑψώνουν τὴν δική τους δικαιοσύνη. Καὶ ἐνῶ εἶναι ἕνας ὁ δρόμος τὴς δικαιώσεως τοῦ ἀνθρώπου μέσω τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, σχεδιάζει ὁ καθένας τὸν δικό του δρόμο καὶ τρόπο σωτηρίας.
Ἀλλ’ ὅπως ὁ Ἰσραὴλ δὲν βρῆκε τὴν δικαίωσι, ἐπειδὴ ἔστησε δικὴ του δικαιοσύνη καὶ δὲν ὑποτάχθηκε στὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἔτσι μένουν χωρὶς δικαίωσι σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ τόπο, ὅσοι δὲν ὑποτάσσονται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὸν ἴδιο τὸν Θεό, καὶ δὲν τὸν ἀναγνωρίζουν ὡς τὸν μόνο λυτρωτὴ καὶ σωτῆρα. Διότι σὲ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, μετὰ τὴν ἀποξένωσι ἀπὸ τὴν θεία μακαριότητα, μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσι ἀπὸ τὸν παράδεισο, καὶ ἀφοῦ κόπηκε ἡ ἄμεση σχέσις μας μὲ τὸν Δημιουργό μας, σκοτίσθηκε ὁ νοῦς μας καὶ χάσαμε τὴν ἱκανότητα τῶν ὀρθῶν λογισμῶν. Ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ πατέρα, δὲν μποροῦμε νὰ σωθοῦμε μόνοι μας. Δὲν μποροῦμε νὰ βροῦμε τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας μόνοι μας. Πολὺ περισσότερο δὲν μποροῦμε νὰ χαράξουμε δρόμο σωτηρίας μόνοι μας. Οἱ δικοί μας δρόμοι σωτηρίας ὁδηγοῦν σὲ ἀδιέξοδο καὶ ἀπώλεια καὶ ὄχι σὲ σωτηρία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς καλεῖ νὰ ὑποταχθοῦμε στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία μας. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος δρόμος ποὺ θὰ μᾶς ξαναφέρει κόντα στὸν Θεό, κοντὰ στὸν δημιουργό μας.
Ζῆλο εἶχε καὶ ὁ Ἰσραήλ, ἀλλ’ ἦταν χωρὶς ἐπίγνωσι. Καὶ ὁ καθένας μας ποὺ πορεύεται μὲ τὸν δικό του νόμο, νομίζει ὅτι πορεύεται σωστά. Ὅμως πλανᾶται. Θὰ σωθοῦμε μόνον ὅταν γκρεμίσωμε τὴν δική μας δικαιοσύνη καὶ ἐμπιστευθοῦμε ἀπόλυτα τὸν νόμο καὶ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου