Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 01.12.2013

ΚΥΡΙΑΚῌ ΕΙΚΟΣΤῌ ΤΡΙΤῌ (Ἐφ 2,4-10)
Τὸ θέμα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀγαπητοί, εἶναι θεμελιῶδες, οὐσιαστικὸ καὶ τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολῆ. Δὲν μᾶς ὠφελεῖ σὲ τίποτα ἂν κερδήσομε τὸν κόσμον ὅλο καὶ χάσουμε τὴν ψυχή μας. Ἑπομένως τὸ ἐνδιαφέρον μας γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ πρέπει νὰ μᾶς συνέχει.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται συχνὰ στὸ θέμα αὐτό, ὅπως κάνει καὶ στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Τονίζει ὅτι ὁ Θεὸς κινούμενος ἀπὸ ἀγάπη γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους πού, λόγω τῆς ἁμαρτίας, εἴμασταν νεκροί πνευματικά, μᾶς ἔδωσε ζωή. Τὸ μεγάλο αὐτὸ ἀγαθὸ δὲν τὸ ἀξίζομε, δὲν τὸ δικαιούμαστε. Δὲν τὸ δικαιούμαστε, διότι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ δημιουργήματος πρὸς τὸν Δημιουργὸ ἦταν τέτοια, ποὺ τοῦ στέρησε κάθε δικαίωμα. Ἔχασε τὸ δικαίωμα στὴν ζωή, διότι ἐνῶ εἶχε ἐνημερωθῆ καὶ γνώριζε τὶς συνέπειες τῆς ἀνυπακοῆς, ὁ ἄνθρωπος προχώρησε στὴν παράβασι τῆς ἐντολῆς. Ὁ Θεὸς εἶχε ὁρίσει καὶ τὴν συνέπεια. Εἶπε στὸν Ἀδὰμ· Ἀπὸ τοῦ ξύλου ὅτι τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ δὲν πρέπει νὰ φᾶς, διότι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ φᾶς θὰ πεθάνης. Ἡ συνέπεια τῆς παρακοῆς ἦταν ὁ θάνατος. Καὶ αὐτὸ ἔγινε. Ὁ ἄνθρωπος βρέθηκε ἐξόριστος ἀπὸ τὸν παράδεισο, μακρυὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ ἀπομάκρυνσις ἀπὸ τὸν παράδεισο, καὶ ἡ στέρησις τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ πατέρα καὶ δημιουργό, εἶναι ὁ πνευματικὸς θάνατος, ὁ πραγματικὸς θάνατος.
Ἀλλά «καθὼς οἰκτήρει πατὴρ υἱούς, ὠκτήρησε Κύριος τοὺς φοβουμένος αὐτόν». Δηλαδὴ ὅπως ὁ πατέρας συγχωρεῖ καὶ ἀνέχεται τὰ παιδιά του, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος φέρεται πρὸς ἐκείνους ποὺ τὸν σέβονται. Ποτὲ ἡ ἀγάπη τοῦ Πατέρα δὲν θὰ ἄφηνε τὰ δημιουργήματά του στὴν ἀπώλεια καὶ τὸν θάνατο. Οἰκονόμησε τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ σχέδιο τῆς σωτηρίας μπῆκε σὲ ἐφαρμογὴ μὲ τὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Υἱοῦ του, μὲ τὴν σάρκωσι τοῦ Λόγου. Ἤδη ἔχομε εἰσέλθη στὴν ἐκκλησιαστικὴ περίοδο τῶν νηστειῶν ὡς προετοιμασία γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου. Ἦρθε ἐδῶ κάτω στὴν γῆ ὁ Θεὸς ὡς ἄνθρωπος γιὰ νὰ χαρίση σὲ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους τὴν λύτρωσι καὶ σωτηρία.
Μᾶς κάλεσε νὰ συμφιλιωθοῦμε. Κάλεσε ἐμᾶς τοὺς ἐνόχους τῆς παραβάσεως καὶ παρακοῆς. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ παραβάτες καὶ σὲ ἐμᾶς δίνει τὴν δυνατότητα καὶ εὐκαιρία νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὶς συνέπειες τῆς παρακοῆς. Μᾶς καλεῖ σὲ μετάνοια. Μᾶς καλεῖ νὰ ἀναγνωρίσωμε τὸ σφᾶλμα μας, γιὰ νὰ μᾶς τὸ συγχωρήση. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος δρόμος καὶ τρόπος σωτηρίας. Δὲν μποροῦμε νὰ κάνωμε τίποτε ἄλλο. Μὲ δικούς μας τρόπους καὶ μέσα, σωτηρία δὲν ὑπάρχει.
Στὴν πορεία του μέσα στὴν ἱστορία ὁ ἀνθρωπος δοκίμασε πολλοὺς τρόπους γιὰ νὰ σωθῆ καὶ ἀπέτυχε. Δὲν τοῦ πρόσφερε τίποτε οὔτε ὁ Νόμος, οὔτε ἡ εἰδωλολατρία, οὔτε ἡ φιλοσοφία, οὔτε τὰ καλά του ἔργα. Ὅλα ἀποδείχθηκαν ἀτελέσφορα καὶ μάταια. Μόνη ἐλπίδα πιὰ ἔμεινε μόνον ὁ Δημουργός του, ὁ Θεός.
Ξέρομε ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ὀργάνωσί μας καὶ τὴν ἀπόδοσι τῆς δικαι-οσύνης στὰ ἀνθρώπινα μέτρα, ὅτι σὲ κάθε προσφυγή στὰ δικαστήρια ὑπάρχη καὶ δεύτερος βαθμὸς κρίσεως τῶν διαφόρων ὑποθέσεων, μὲ τὴν λεγόμενη ἔφεσι. Κρίνεται τότε ἡ ὑπόθεσις ἀπὸ ἕνα ἄλλο δικαστήριο, ἀνώτερο ἀπὸ τὸ πρῶτο. Ὑπάρχει ἀκόμα καὶ ἡ δυνατότητα προσφυγῆς στὸ ἀνώτατο δικαστήριο γιὰ τὴν τελεσιδικία. Καὶ πάλι δὲν ἐξαντλοῦνται τὰ μέσα. Ὑπάρχει ἡ δυνατότητα προσφυγῆς στὸν ἀνώτατο ἄρχοντα τοῦ τόπου, στὸν ὁποῖο, κάτω ἀπὸ κάποιες προϋποθέσεις, τοῦ δίδεται τὸ δικαίωμα νὰ χαρίση ὁποιαδήποτε ποινή, ἀκόμη καὶ νὰ χαρίση τὴν ζωὴ σὲ μελλοθάνατο. Λέγεται δικαίωμα χάριτος.
Μεταφέρομε τώρα τὴν περίπτωσι αὐτὴ στὴν πνευματικὴ ζωή μας καὶ στὸν ἀγῶνα μας γιὰ τὴν σωτηρία καὶ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν εὐθύνη καὶ καταδίκη τῆς παραβάσεως. Κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε, ἀλλὰ δὲν πετύχαμε τίποτε. Ἡ καταδίκη μας παραμένει καὶ μᾶς ἀναμένει. Τελευταία ἐλπίδα μας εἶναι ἡ χάρις ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς δώση ὁ Παντοκράτωρ Κύριος. Ὁ ἀπόστολος μᾶς ἀναγγέλλει αὐτὴν τὴν εἴδησι ὅταν γράφει· «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι». Καὶ συμπληρώνει ἐπαναλαμβάνοντας· «Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τὴς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, ἵνα μη τις καυχήσηται». Σὲ μᾶς τοὺς καταδίκους μᾶς δόθηκε χάρις ἀπὸ τὸν Θεό. Σωθήκαμε. Εἴμαστε σωσμένοι ἀφοῦ χάρισε ὁ Θεὸς τὴν ποινή μας ἐπειδὴ πιστεύσαμε. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔκανε ἕνα δῶρο. Σωθήκαμε ὄχι διότι τὸ ἀξίζαμε, ἢ μέτρησαν τὰ καλὰ μας ἔργα, ἀλλὰ διότι μᾶς ἔκανε χάρι ὁ Θεός.
Μᾶς τὸ βεβαιώνει ἡ περίπτωσις τοῦ ληστοῦ ποὺ συσταυρώθηκε μὲ τὸν Χριστό. Τὶ ἔκανε; Ποιὰ ἔργα παρουσίασε στὸν Θεό; Τὶ μποροῦσε νὰ κάνη πάνω ἀπὸ τὸν σταυρό; Πίστευσε ὅμως ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός, καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν Θεό ζήτησε χάρι. Καὶ ὁ Θεός, ἐκείνη τὴν στιγμή, ὑπέγραψε τὴν πρᾶξι τῆς χάριτος καὶ ὁ ληστὴς βρέθηκε ἀθῶος, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ κάθε εὐθύνη γιὰ τὶς κακουργηματικὲς πράξεις ποὺ τὸν ὁδήγησαν στὴν καταδίκη τοῦ μαρτυρικοῦ καὶ ἐπώδυνου σταυρικοῦ θανάτου. Ὁ ἄσωτος τῆς παραβολῆς ἀποκαθίσταται ἀπὸ τὸν πατέρα του στὴ πρώτη θέσι του. Δὲν τοῦ ζήτησε νὰ ἀποκαταστήση τὴν ζημία ἢ νὰ ἐπιστρέψη τὸν πλοῦτο ποὺ σκόρπισε στὴν ἄσωτη ζωή. Χάρι τοῦ ἔδωσε μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ ἐπέστρεψε μετανοημένος. Χάρι ἔδωσε ὁ Κύριος καὶ στὴν πόρνη καὶ τὴν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς της.
Ἔτσι μᾶς ἀντιμετωπίζει ὁ Κύριος. Διαγράφει τὸ χρέος. Μᾶς χαρίζει τὴν ὀφειλή. Σχίζει τὸ χειρόγραφο μὲ τὰ χρέη μας χωρὶς ἐμεῖς τίποτε νὰ πληρώσωμε. Τὸ κάνει αὐτό, ὅπως ἐπεξηγεῖ ὁ Παῦλος, «ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ’ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Δηλαδὴ γιὰ νὰ μᾶς δείξη σὲ μᾶ τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων πόσο μεγάλη διάθεσι ἔχει ὁ Θεὸς νὰ χαρίζη σὲ μᾶς τὴν σωτηρία στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Ἐμεῖς γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ μόνοι μας δὲν μποροῦμε. Καὶ ἂν ὅλη μᾶς τὴν ζωὴ τὴν ξοδέψουμε σὲ ἀγαθοεργίες καὶ ἀγῶνες ἀσκήσεως, σωτηρία δὲν μποροῦμε νὰ πετύχουμε. Μόνη μας ἐλπίδα εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ χάρις του. Ὁ λόγος του μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ Θεός, ἂν πιστεύσουμε, ἔχει τὴν δύναμι καὶ τὴν θέλησι καὶ τὴν διάθεσι νὰ μᾶς κάνη χάρι, νὰ διαγράψη τὰ χρέη μας, τὶς ἀναρίθμητες ἁμαρτίες μας, γιὰ νὰ νὰ σωθοῦμε.
Τί «πλοῦτος τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ’ ἡμᾶς»!   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου